Το μέλι
Mια φορά ήταν ένας γέρος και μια γριά. Μια μέρα που σκούπιζε η γριά στο σοκάκι* της, βρήκε ένα γρόσι*. Πάει λοιπόν, λέει:
— Ω, κακόμοιρε γέρο, δες, βρήκα ένα γρόσι.
— Ε, λέει ο γέρος, και τι να το κάνουμε το γρόσι;
— Να πάμε να πάρουμε κάτι να φάμε.
Κάθονταν λοιπόν και σκέφτονταν τι να πάρουν. Λέει η γριά:
— Ω, κακόμοιρε γέρο, να πάρουμε καρύδια, θα πετάξουμε τα φλούδια, να πάρουμε φουντούκια, θα πετάξουμε τα φλούδια, να πάρουμε αμύγδαλα, θα πετάξουμε τα φλούδια, ξέρεις τι να πάρουμε; Να πάρουμε μέλι, που δε θα πετάξουμε τίποτα.
Φεύγει λοιπόν ο γέρος και πήγε και πήρε το μέλι. Έφαγε ο γέρος, έφαγε η γριά και η νύφη και ο γαμπρός, έφαγε και ο κουμπάρος και η κουμπάρα, έφαγε και ο σκύλος και η γάτα και περίσσεψε κιόλας και άλειψαν το στύλο του σπιτιού για να κολλήσει.
Πάει η γριά να σιμώσει το στύλο, κολλά. Πάει ο γέρος να ξεκολλήσει τη γριά, κολλά κι αυτός. Πάει ο γαμπρός να ξεκολλήσει το γέρο, κολλά, πάει η νύφη να ξεκολλήσει το γαμπρό, κολλά, πάει ο κουμπάρος να ξεκολλήσει τη νύφη κολλά κι αυτός, πάει η κουμπάρα να ξεκολλήσει τον κουμπάρο, κολλά και η κουμπάρα, πάει ο σκύλος να ξεκολλήσει την κουμπάρα, κολλά κι αυτός, πάει η γάτα να ξεκολλήσει το σκύλο, κολλά κι η γάτα, δεν απόμεινε κανένας που να μην κολλήσει! […]
* σοκάκι: πολύ στενός και μικρός δρόμος
* γρόσι: παλιό οθωμανικό (τουρκικό) νόμισμα
Ερωτήσεις κατανόησης: