Για τη Σοφία Τρικούπη, αδερφή του Χαρίλαου, με την τόσο ασυνήθιστη στάση ζωής, κυκλοφορούσαν πολλοί αστικοί μύθοι.
Ο πιο ερεθιστικός από αυτούς αφορούσε τον υποτιθέμενο έρωτά της με τον μεγάλο πολιτικό αντίπαλο του αδερφού της, τον Θεόδωρο Δηλιγιάννη. Αυτή η φήμη κατά πάσα πιθανότητα άνθισε γιατί είχε άρωμα Ρωμαίου και Ιουλιέτας. Μοντέκοι οι Τρικούπηδες, Καπουλέτοι οι Δηλιγιάννηδες. Μοριάς ο ένας, Ρούμελη η άλλη.Σύμφωνα με τη μυθιστορηματική εκδοχή του ειδυλλίου αυτού, η Σοφία συνάντησε το Δηλιγιάννη το 1862, όταν εκείνος επισκέφθηκε το Λονδίνο για να διερευνήσει έμμεσα ποιον ετοιμάζουν για τον ελληνικό θρόνο οι Άγγλοι -ο Όθωνας και η Αμαλία είχαν μόλις εκδιωχθεί από τη χώρα.
Η Σοφία τότε ήταν μια όμορφη, ψηλομύτα αριστοκράτισσα 24 χρόνων. Εκείνος ήταν πολύ μεγαλύτερός της. Είχε όμως τον μαγνητισμό του έμπειρου άντρα, που ξέρει τον κόσμο των γυναικών και τους κρυφούς κανόνες του ερωτικού παιχνιδιού.
Όπως ισχυρίζεται ο Φρέντυ Γερμανός, που έγραψε ένα ολόκληρο μυθιστόρημα περί του έρωτα αυτού, πολύ γρήγορα η γνωριμία τους πήρε φωτιά. Η Σοφία τον ερωτεύτηκε κι ο Δηλιγιάννης μαγεύτηκε από το παράστημα, το φιλντισένιο δέρμα και τη συγκρότησή της.
Έρωτας μετ’ εμποδίων
Ο συναγερμός του Τρικούπη χτύπησε αμέσως. Τα αδέρφια είχαν τέτοιο σύνδεσμο που κάθε αλλαγή, ακόμα και η πιο ανεπαίσθητη, γινόταν κατευθείαν αντιληπτή. Τη ρώτησε τι τρέχει με το Δηλιγιάννη. Η Σοφία τα αρνήθηκε όλα. Την προειδοποίησε πως δεν είναι ο κατάλληλος άντρας για αυτή. Βέβαια, ούτε η Σοφία, ούτε ο Χαρίλαος θα αναγνώριζαν ποτέ κανέναν ως κατάλληλο σύντροφο για τον άλλο.
Ο Δηλιγιάννης όμως δεν σταματάει πουθενά. Το λέει στον πατέρα της, που δεν βλέπει το γάμο τους με καλό μάτι, αλλά είναι άρρωστος και δε μπορούσε να ορθώσει το ανάστημά του. Οι δύο ερωτευμένοι αρχίζουν να βολτάρουν, να μιλάνε, να εκδράμουν δειλά δειλά. Όταν ο Θόδωρος επιστρέφει στην Ελλάδα, της υπόσχεται συγκινημένος να της γράφει κάθε μέρα, δύο φορές την ημέρα. Την υπόσχεσή του την κρατάει, αλλά το σόι του, μόλις μαθαίνει τα καθέκαστα, του βάζει πάγο.
«Όλο λόγια είναι» σκεφτόταν η Σοφία. «Θα με πληγώσει πάλι και -το χειρότερο- θα με κάνει να πληγώσω τον αδερφό μου». Προσπαθούσε να τον αποφεύγει για να μην θυμάται, για να μην μπαίνει σε πειρασμό και να μην ταράζεται. Δεν ήταν εύκολο άλλωστε να συναντήσει κανείς τη Σοφία. Έβγαινε σπανιότατα.
Γεννημένη οικοδέσποινα, η δεσποινίς Τρικούπη, ντυμένη πάντα με το γνωστό μαύρο φόρεμα με τον λευκό γιακά, δεχόταν τους Έλληνες και ξένους υψηλούς επισκέπτες, μεταξύ των οποίων, και τον τσάρο της Ρωσίας. Αφού στους χορούς δε συνόδευε τον αδερφό της, ήθελε πολύ να τον ακούει την επόμενη να της λέει τα κουτσομπολιά καθώς έπιναν το τσάι τους.
Ενδιάμεσα, εκείνη διάβαζε όλες τις εφημερίδες, ελληνικές και αγγλικές κυρίως. Περισσότερο ενημερωμένο άνθρωπο για τα διεθνή δύσκολα έβρισκες.
Όσο για τον Δηλιγιάννη, βεβαιωνόταν διαρκώς ότι πολύ καλά έκανε που τον κρατούσε σε απόσταση: τα κουτσομπολιά για τον σύντομο δεσμό του με την πανέμορφη δεσποινίδα Σούτσου, που φλέρταρε και με τον βασιλιά Γεώργιο, είχαν αναστατώσει την κοσμική Αθήνα. Αυτός βέβαια συνέχιζε από καιρού εις καιρόν να περνάει από το σπίτι της σαν να μην έτρεχε τίποτα, αλλά φυσικά η απάντηση που παγίως λάμβανε ήταν: «Η Σοφία απουσιάζει».
Απόσπασμα από το βιβλίο «Ζευγάρια που έγραψαν την ιστορία της Ελλάδας», Λένα Διβάνη, εκδόσεις Πατάκη
Περισσότερα αφιερώματα εδώ.