Λιτή, καθαρή διατύπωση, μεστό κείμενο, έξυπνη και πλήρως τεκμηριωμένη απάντηση. Αυτά είναι μερικά από τα στοιχεία στα γραπτά των Πανελλαδικών Εξετάσεων, τα οποία «κερδίζουν» τους βαθμολογητές. Αντίθετα, τα κείμενα στα οποία φαίνεται ότι ο υποψήφιος έχει «παπαγαλίσει» τη θεωρία του μαθήματος, πρότυπα λύσεων και απαντήσεων Εκθέσεων χωρίς ωστόσο να τα έχει αφομοιώσει, δεν κερδίζουν τον βαθμολογητή, όπως προκύπτει από τις απαντήσεις στην «Κ» τεσσάρων έμπειρων βαθμολογητών.
Ειδικότερα, η βαθμολόγηση των γραπτών σε κάθε μάθημα ξεκινά μία ημέρα μετά την εξέτασή του. Εχουν προηγηθεί οι οδηγίες που έχει δώσει η Κεντρική Επιτροπή Εξετάσεων. Επίσης, σε κάθε βαθμολογικό κέντρο υπάρχει ο συντονιστής των βαθμολογητών, ο οποίος συζητεί με τους βαθμολογητές τα θέματα και τις απαντήσεις τους πριν από την έναρξη της βαθμολόγησης. Η διαδικασία αυτή έχει οριστεί για να διευκρινιστούν θολά σημεία των ερωτήσεων, να ληφθούν υπόψη όλες οι πιθανές λύσεις, να επισημανθούν οι παγίδες της βαθμολόγησης και να συμφωνηθούν οι όροι της. Μάλιστα, κάθε βαθμολογικό κέντρο σε συνεννόηση με τα υπόλοιπα όμορά του μπορεί να ορίσει τα βαθμολογικά βήματα για κάθε γραπτό, δηλαδή με πόσες μονάδες θα βαθμολογηθεί κάθε υποψήφιος ανάλογα με το πόσο έχει προσεγγίσει την ορθή απάντηση.
Βέβαια, στόχος είναι η βαθμολόγηση να είναι αντικειμενική. Ωστόσο, πάντα υπάρχει το υποκειμενικό στοιχείο του βαθμολογητή. Τα γραπτά βαθμολογούν δύο καθηγητές. Το μάθημα με τις περισσότερες αναβαθμολογήσεις (όταν οι βαθμοί των δύο καθηγητών έχουν διαφορά από 13 και πάνω μονάδες με άριστα το 100) είναι η Νεοελληνική Γλώσσα Γενικής Παιδείας, που περιλαμβάνει την Εκθεση. Πέρυσι αναβαθμολογήθηκε το 11,55% των γραπτών. Ακολουθούν η Ιστορία (5,07% πέρυσι) και τα Αρχαία (3,02%). Στον αντίποδα, πέρυσι τα Λατινικά ήταν το μάθημα με τις λιγότερες αναβαθμολογήσεις γραπτών (0,28%), αλλά φέτος αντικαταστάθηκαν από την Κοινωνιολογία.
«Κάθε εξεταστής αξιολογεί πάντα θετικά το γραπτό που χαρακτηρίζεται από απλή, λιτή, καθαρή και σαφή διατύπωση, χωρίς πομπώδεις και αρχαιοπρεπείς εκφράσεις, οι οποίες φαντάζουν, το λιγότερο, υπερβολικές και είναι απόρροια “κακής καθοδήγησης”. Η απλή –όχι φτωχή– γλώσσα συμβάλλει στη διαύγεια των νοημάτων που εκφράζει ο μαθητής. Ακριβής διατύπωση σημαίνει κατανόηση των ζητουμένων σε βάθος, δομημένη σκέψη, η οποία με τη σειρά της απεικονίζεται σε ένα γραπτό με σαφή και καθαρή δομή. Εξάλλου, οι παραπάνω αρετές διαμορφώνουν και ένα οικείο, ανεπιτήδευτο και προσωπικό ύφος, κάτι που αποτελεί ουσιαστικό ζητούμενο», αναφέρει στην «Κ» για το μάθημα της Εκθεσης η βαθμολογήτρια κ. Βιβή Μαργαριτάκη, φιλόλογος στο 2ο Γενικό Λύκειο Ηρακλείου Aττικής. Και προσθέτει: «Η πρωτοτυπία και η ποικιλία των ιδεών, ο πλουραλισμός των απόψεων σε συνδυασμό με την αποφυγή “έτοιμων συνταγών” και θέσεων που θεωρούνται “θέσφατα” αλλά πολύ περισσότερο η επαρκής τεκμηρίωση των γραφομένων, είναι στοιχεία που ο κάθε βαθμολογητής αποτιμά θετικά».
«Στο μάθημα των Αρχαίων Ελληνικών ο υποψήφιος θα πρέπει στις ερμηνευτικές ερωτήσεις και στο παράλληλο κείμενο να απαντά με σαφήνεια, ευστοχία, και ακρίβεια, στηρίζοντας τις απαντήσεις του σε κειμενικές αναφορές. Οι περιττολογίες και οι πλατειασμοί δεν ενδείκνυνται. Ο υποψήφιος θα πρέπει να αξιοποιεί οπωσδήποτε τα ερμηνευτικά σχόλια του σχολικού εγχειριδίου, αλλά και να αναδεικνύει και τη δική του κριτική δυνατότητα: πρέπει να πείσει δηλαδή τους βαθμολογητές πως έχει κάνει το κείμενο “κτήμα του”, και ότι το προσέγγισε κριτικά», παρατηρεί στην «Κ» ο κ. Βασίλης Βασιλόπουλος, φιλόλογος στο Γενικό Λύκειο Πεντέλης. Ως προς το αδίδακτο κείμενο, ο κ. Βασιλόπουλος τονίζει ότι «ζητείται μετάφραση πιστή, σε ζωντανό νεοελληνικό λόγο. Δεν πειράζει σε κάποια σημεία να είναι κάπως ελεύθερη, δεν θα πρέπει όμως να “προδίδει” το πρωτότυπο, αρχαίο κείμενο. Η απάντηση στη ερώτηση του αδίδακτου κειμένου οφείλει και πάλι να είναι σαφής και να στηρίζεται αποκλειστικά σε κειμενικούς δείκτες, άρα ισχύει το “σοφόν το σαφές»». Τελος, «η ακρίβεια στη γραμματική και η εύστοχη και τεκμηριωμένη απάντηση στο συντακτικό αναμφίβολα είναι αρετές ενός άριστου γραπτού».
Η μάχη με τον χρόνο
«Ως βαθμολογήτρια της Φυσικής θα ενθουσιαζόμουν αν σε κάποιο γραπτό έβλεπα μία απάντηση που αιτιολογείται με Φυσική λογική και όχι με τον συνήθη τρόπο της μαθηματικής επεξεργασίας ή τον σχολιασμό με Φυσική λογική κάποιου εξωπραγματικού αριθμητικού αποτελέσματος λάθους» τονίζει, μιλώντας στην «Κ», η κ. Κλαίρη Αχιλλέως, δρ Φυσικής στο 1ο Πρότυπο Γενικό Λύκειο Θεσσαλονίκης «Μανόλης Ανδρόνικος». Οσο για τα «κλειδιά» ώστε ένα γραπτό να ενθουσιάσει τον βαθμολογητή του, η κ. Αχιλλέως παρατηρεί: «Η μάχη με τον χρόνο απαιτεί έξυπνη διαχείριση. Καμία καθυστέρηση σε θέματα που δεν μπορούν άμεσα να λυθούν. Επάνοδος σε αυτά αφού γραφούν τα “εύκολα”. Σύντομες επεξηγήσεις χωρίς επαναλήψεις. Στην έλλειψη χρόνου για πλήρη ανάπτυξη ενός ερωτήματος η καταγραφή της σκέψης ή και της μεθοδολογίας ευνοεί τον υποψήφιο. Ενα καλό σχήμα με σημειωμένα τα αναγκαία φυσικά μεγέθη μετράει θετικά», προσθέτει.
«Αν δω κάποιο γραπτό που με ενθουσιάζει, ίσως και να αγνοήσω τυχόν αβλεψίες του», δηλώνει από την πλευρά του ο μαθηματικός στο 1ο Γενικό Λύκειο Περιστερίου και βαθμολογητής, κ. Βασίλης Σιαβελής. Οπως λέει «χρειαζόμαστε περισσότερο ανθρώπους με δημιουργικότητα παρά με αυστηρότητα. Στους μαθηματικούς αρέσει η λιτότητα και η... κομψότητα. Και αυτά θα με ενθουσίαζαν σε μία λύση. Η κομψότητα στα Μαθηματικά θα έλεγα ότι ορίζεται από τη σαφήνεια, την πληρότητα της απάντησης, να φαίνεται ότι ο μαθητής έχει κατανοήσει όλες τις πτυχές της ερώτησης».