ΝΕΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ Α΄ ΛΥΚΕΙΟΥ
ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ: ΤΑ ΦΥΛΑ ΣΤΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ
ΘΕΜΑ 11712
Κείμενο
ΝΙΚΟΣ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ (1883- 1957)
Αναφορά στον Γκρέκο [απόσπασμα]
Η «Αναφορά στον Γκρέκο» άρχισε να γράφεται το φθινόπωρο του 1956 και ήταν το τελευταίο έργο του Έλληνα συγγραφέα.
Οι ώρες που περνούσα με τη μητέρα μου ήταν γεμάτες μυστήριο – καθόμασταν ο ένας αντίκρα στον άλλο, εκείνη σε καρέκλα πλάι στο παράθυρο, εγώ στο σκαμνάκι μου, κι ένιωθα, μέσα στη σιωπή, το στήθος μου να γεμίζει και να χορταίνει, σαν να ‘ταν ο αγέρας ανάμεσά μας γάλα και βύζαινα.
Από πάνω μας ήταν η γαζία, κι όταν ήταν ανθισμένη, η αυλή μοσκομύριζε. Αγαπούσα που τα ευωδάτα κίτρινα λουλούδια της, τα ‘βαζε η μητέρα μου στις κασέλες και τα εσώρουχά μας, τα σεντόνια μας, όλη μου η παιδική ηλικία μύριζε γαζία.
Μιλούσαμε, πολλές ήσυχες κουβέντες, πότε η μητέρα μου δηγόταν για τον πατέρα της, για το χωριό που γεννήθηκε, και πότε εγώ της στορούσα τους βίους των αγίων που είχα διαβάσει, και ξόμπλιαζα τη ζωή τους με τη φαντασία μου, δε μ’ έφταναν τα μαρτύριά τους, έβαζα κι από δικού μου, ωσότου έπαιρναν τη μητέρα μου τα κλάματα, τη λυπόμουνα, κάθιζα στα γόνατά της, της χάιδευα τα μαλλιά και την παρηγορούσα:
– Μπήκαν στον Παράδεισο, μητέρα, μη στεναχωριέσαι, σεργιανίζουν κάτω από ανθισμένα δέντρα, κουβεντιάζουν με τους αγγέλους και ξέχασαν τα βάσανά τους. Και κάθε Κυριακή βάζουν χρυσά ρούχα, κόκκινα κασκέτα με φούντες και πάνε να κάμουν βίζιτα στο Θεό.
Κι η μητέρα σφούγγιζε τα δάκρυά της, με κοίταζε σα να μου έλεγε:
«Αλήθεια λες;» και χαμογελούσε.
Και το καναρίνι, μέσα από το κλουβί του, μας άκουγε, σήκωνε το λαιμό και κελαηδούσε μεθυσμένο, ευχαριστημένο, σαν να ‘χε αφήσει μια στιγμή τους αγίους κι ήρθε στη γης να καλοκαρδίσει τους ανθρώπους.
Η μητέρα μου, η γαζία, το καναρίνι, έχουν σμίξει αχώριστα, αθάνατα μέσα στο μυαλό μου· δεν μπορώ πια να μυρίσω γαζία, ν’ ακούσω καναρίνι, χωρίς ν’ ανέβει από το μνήμα της -από το σπλάχνο μου- η μητέρα μου και να σμίξει με τη μυρωδιά τούτη και το κελάδημα του καναρινιού.
Ποτέ δεν είχα δει τη μητέρα μου να γελάει· χαμογελούσε μόνο, και τα βαθουλά μαύρα μάτια της κοίταζαν τους ανθρώπους γεμάτα υπομονή και καλοσύνη. Πηγαινοέρχονταν σαν πνέμα αγαθό μέσα στο σπίτι, κι όλα τα πρόφταινε ανέκοπα κι αθόρυβα, σαν να ‘χαν τα χέρια της μιαν καλοπροαίρετη μαγική δύναμη, που κυβερνούσε με καλοσύνη την καθημερινήν ανάγκη.
Μπορεί και να ‘ναι η νεράιδα, συλλογιζόμουν κοιτάζοντάς την σιωπηλά, η νεράιδα που λεν τα παραμύθια, και κινούσε το παιδικό μυαλό μου η φαντασία να δουλεύει: μια νύχτα ο πατέρας μου, περνώντας από τον ποταμό, την είδε να χορεύει στο φεγγάρι, χίμηξε, της άρπαξε το κεφαλομάντηλο, κι από τότε την έφερε στο σπίτι και ψάχνει να βρει το κεφαλομάντηλο, να το ρίξει στα μαλλιά της, να γίνει πάλι νεράιδα και να φύγει.
Την κοίταζα να πηγαινοέρχεται, ν’ ανοίγει τα ντουλάπια και τις κασέλες, να ξεσκεπάζει τα πιθάρια, να σκύβει κάτω από το κρεβάτι, κι έτρεμα μην τύχει και βρει το μαγικό κεφαλομάντηλο της και γίνει άφαντη. Η τρομάρα αυτή βάσταξε χρόνια και λάβωσε βαθιά τη νιογέννητη ψυχή μου κι ακόμα και σήμερα αποκρατάει μέσα μου πιο ανομολόγητη η τρομάρα ετούτη: παρακολουθώ κάθε αγαπημένο πρόσωπο, κάθε αγαπημένη ιδέα, με αγωνία, γιατί ξέρω πως ζητάει το κεφαλομάντηλό της να φύγει.
Νίκος Καζαντζάκης, Αναφορά στον Γκρέκο, Αθήνα: εκδ. Ελ. Καζαντζάκη 1964
ΘΕΜΑ 2Β
Να παρουσιάσετε το ύφος της τελευταίας παραγράφου δίνοντας έμφαση στο συναίσθημα του αφηγητή.
Μονάδες 10
ΘΕΜΑ 3
Ερμηνεία και παραγωγή λόγου (150 - 200 λέξεις): Πώς συνδέει το παιδί –αφηγητής τη μητέρα του με τη νεράιδα και κατ’ επέκταση με τη ζωή του; Πώς σας φαίνεται αυτή η σύνδεση;
Μονάδες 40
ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ
ΘΕΜΑ 2Β
Ύφος: απλό - ανεπιτήδευτο (κατανοητό λεξιλόγιο, α’ ρηματικό πρόσωπο, παρατακτική σύνδεση), προσωπικό – εξομολογητικό – ζωντανό (α’ ρηματικό πρόσωπο, λόγος υποκειμενικός, χαρακτήρας προσωπικής μαρτυρίας, ενεργητική σύνταξη), παραστατικό – ζωντανό (εικόνες, χρήση ιστορικού ενεστώτα).
Συναίσθημα αφηγητή: άγχος και φόβος αποχωρισμού - εγκατάλειψης, πικρία, αγωνία ενδεχόμενης απώλειας και κατά την ενήλικη ζωή, την οποία τρέμει να παραδεχτεί, απελπισία.
ΘΕΜΑ 3
Η αδυναμία που έτρεφε ο Καζαντζάκης ως μικρό παιδί στη μητέρα του είναι διάχυτη σε όλο το απόσπασμα. Φαίνεται πως οι δυο τους περνούσαν πολλές ώρες μαζί και είχαν μια πολύ ξεχωριστή σχέση, που βασιζόταν στην αμοιβαία αγάπη και κατανόηση. Σύμφωνα με τις εικόνες που ανασύρει από τη μνήμη του, η μητέρα του ήταν άνθρωπος καλοσυνάτος και ήσυχος. Περιφερόταν σαν «αγαθό πνεύμα» μέσα στο σπίτι και με έναν μαγικό, στα μάτια του αφηγητή, τρόπο προλάβαινε πάντα να ολοκληρώσει τις οικιακές δουλειές και να ασχοληθεί μαζί του, γι’ αυτό κι εκείνος την επαινεί για όλα όσα είχε προσφέρει αδιαμαρτύρητα στην οικογένεια. Ως μικρό παιδί, είναι φανερό ότι την θαύμαζε ιδιαίτερα, τόσο που την εξύψωσε σε κάτι ανώτερο, σε ένα πλάσμα βγαλμένο απ’ τα παραμύθια.
Η βαθιά αυτή πίστη πως η μητέρα του δεν μπορεί παρά να είναι νεράιδα, τον έκανε να καρδιοχτυπά κάθε φορά που την έβλεπε «να πηγαινοέρχεται, ν’ ανοίγει τα ντουλάπια και τις κασέλες, να ξεσκεπάζει τα πιθάρια, να σκύβει κάτω από το κρεβάτι». Θεωρούσε πως έψαχνε το μαγικό της κεφαλομάντηλο, το οποίο αν έβρισκε θα έφευγε και θα την έχανε για πάντα από κοντά του.
Αυτό που στην ουσία φοβήθηκε η παιδική ψυχή του ήταν η απώλεια του αγαπημένου προσώπου της μητέρας, μαζί με την απύθμενη αγάπη που έτρεφε για εκείνον. Η παρουσία αυτή λοιπόν σηματοδότησε τη ζωή του αφηγητή, ο οποίος αιχμαλώτισε το πρόσωπο και κάθε ανάμνηση που είχε από εκείνη μέσα στην καρδιά του. Ο φόβος της εγκατάλειψης – απώλειας, όμως, τον σημάδεψε και τον συνόδευσε και στην ενήλικη ζωή του, με γενικευμένη πια μορφή. Η ανασφάλεια που ένιωθε δεν περιοριζόταν μόνο στην απουσία αγαπημένων προσώπων αλλά και ιδεών/ αναμνήσεων, τις οποίες έτρεμε πως με την πάροδο του χρόνου θα ξεχάσει.
(Η απάντηση στο δεύτερο σκέλος της ερώτησης εναπόκειται στην προσωπική κρίση του μαθητή)
Ενδεικτικά μπορεί να σχολιάσει: Αν του φαίνεται λογική η σύνδεση, επειδή πρόκειται για παιδί μικρής ηλικίας κατά τη διάρκεια της οποίας η φαντασία καλπάζει, αν τον καταλαβαίνει μπαίνοντας στη θέση του, αν του φαίνεται παράλογο / παράξενο που η ανησυχία – φοβία του αυτή συνέχισε να τον βασανίζει και κατά την ενήλικη ζωή και δεν μπόρεσε να την τιθασεύσει / εκλογικεύσει κ.λπ.
Επιμέλεια: Ειρήνη Καραλευθέρη, https://filologikosxoleio.gr
Περισσότερα θέματα και απαντήσεις της τράπεζας θεμάτων εδώ.