Η Ενχεντουάννα ήταν η πρώτη γνωστή ποιήτρια της εποχής 2285-2250 π.Χ. «Εν» σημαίνει «Αρχιέρεια», «Χεντού» σημαίνει κόσμημα συνεπώς το όνομά της ερμηνεύεται ως: «Η Αρχιέρεια που είναι το κόσμημα της θεάς Αν». Ηταν μια πριγκίπισσα της Ακκαδίας και Αρχιέρεια της θεάς του φεγγαριού Νάννα, ένα λειτούργημα με πολιτική σημασία, μια που εκεί συχνά ανέρχονταν οι βασιλοκόρες. Η Ενχεντουάννα ήταν η θεία του Ακκάδιου βασιλιά Ναράμ-σιν , και είναι μια από τις πρώτες γυναίκες της Ιστορίας που γνωρίζουμε με το όνομά της.
Οι ειδικοί την θεωρούν πιθανά σαν τον πρώτο συγγραφέα και ποιήτρια , ανεξαρτήτως φύλου, που έγινε γνωστή. Υπηρέτησε ως Αρχιέρεια, διορισμένη από τον πατέρα της, τον βασιλιά Σαργών της Ακκαδίας, την τρίτη χιλιετία προ Χριστού. Μητέρα της ήταν η βασίλισσα Τασχουτλούν.
Η Ενχεντουάννα μας άφησε ένα σώμα λογοτεχνικών έργων που περιλαμβάνουν κυρίως προσωπικούς ύμνους στη θεά Ινάννα καθώς και μια σειρά ύμνων που ονομάζονται «Υμνοι των Σουμεριακών Ναών». Αυτοί θεωρούνται σαν μια από τις πρώτες προσπάθειες θεολογικής συστηματοποίησης. Μερικοί της αποδίδουν και άλλα έργα.
Η Ενχεντουάνα διορίστηκε ως Αρχιέρεια από τον Σαργών σε μια προσπάθεια να ενισχύσει την εξουσία του στο Νότο, όπου ήταν η πόλη Ουρ. Κράτησε την θέση της και κατά την βασιλεία του αδελφού της Ριμούς, όπου όμως φαίνεται πως μπλέχτηκε σε κάποια πολιτική αναταραχή, καθαιρέθηκε και επανήλθε. Αυτά τα ανιστορεί στην σύνθεσή της «Η εξύμνηση της Ινάννα», δηλ την εξορία της από την Ουρ και την επιστροφή της. Αυτά συνδέονται και με την «Κατάρα του Ακκάδ» όπου ο Ναραμ-σιν -που ίσως αρχιεράτευσε και στις μέρες του- δέχεται κατάρες και εξορίζεται από τον Ενλίλ. Μετά θάνατον, η Ενχεντουάννα συνέχισε να μνημονεύεται και πιθανά ανακηρύχθηκε ως ημίθεα.
Αρχαιολογικές μαρτυρίες
Η Ενχεντουάνα είναι πολύ γνωστή από αρχαιολογικά ευρήματα . Στο βασιλικό κοιμητήριο της Ουρ βρέθηκαν δυο σφραγίδες με το όνομά της, που ανήκαν σε υπηρέτριές της , και ανήκουν στην εποχή του Σαργκόν. Επίσης βρέθηκε στην Ουρ ένας δίσκος από αλάβαστρο με την μορφή και το όνομά της, εκεί όπου ήταν η κατοικία της Αρχιέρειας. Βρέθηκε και ένα άγαλμα στην πόλη Ισίν-Λάρσα (2000-1800 π.Χ.) δίπλα σε ένα της Αρχιέρειας Εναννατούμμα. Στη Νιππούρ, στην Ουρ, και πιθανά στο Λαγκάς, κρατούσαν αντίγραφα των έργων της εκατοντάδες χρόνια μετά τον θάνατό της μαζί με βασιλικές επιγραφές, πράγμα που σημαίνει πως ήταν παρόμοιας ή και ίσης αξίας με αυτές.
Λογοτεχνικό έργο
Η Ενχεντουάννα συνέθεσε 42 ύμνους για ναούς που απλώνονταν από την Σουμερία μέχρι το Ακκάδ περιλαμβανομένων το Εριντού, Σιππάρ και Ενσούννα. Τα κείμενα έχουν διασωθεί από 37 πινακίδες από την Ουρ και Νιππούρ, που οι περισσότερες χρονολογούνται στην πρώιμη Βαβυλωνιακή περίοδο. Ονομάζονται συνολικά «Σουμεριακοί ύμνοι των ναών». Ηταν η πρώτη ανάλογη προσπάθεια και η Ενχεντουάννα γράφει: «Βασιλιά, κάτι έγινε που δεν ξανάγινε πριν». Η διατήρηση των ύμνων της σε αντίγραφα, δείχνει ότι βρίσκονταν σε χρήση και μετά τον θάνατό της, και έχαιραν μεγάλης εκτίμησης. Άλλο περίφημο έργο της είναι «Η εξύμνηση της Ινάννα» (Νιν-με-σαρ-ρα) που είναι προσωπική εξομολόγηση στη θεά Ινάννα και περιγράφει με λεπτομέρειες την εξορία της από την Ουρ.
Το κύρος της Ενχεντουάννα θέτει το θέμα της γυναικείας λογοτεχνίας στην αρχαία Μεσοποταμία. Εκτός από αυτήν, γνωρίζουμε γυναίκες των βασιλέων που παράγγελναν και πιθανά έγραφαν ποίηση, ενώ η θεά Νιντάμπα εμφανίζονταν ως γραφεύς. Ο Leick σημειώνει πως «σε ένα βαθμό, τα επίθετα των γυναικείων θεοτήτων της Μεσοποταμίας αντικατοπτρίζουν την πολιτιστική και κοινωνική θέση των γυναικών στον αρχαίο κόσμο».