«Αγαπώ εκείνον που βούλεται να δημιουργήσει κάτι πέρα από τον εαυτό του, και μετά αφανίζεται» είπε ο Ζαρατούστρα.
Αναμφίβολα, η ένταση της σκέψης του Νίτσε τον σκότωσε πρόωρα. Η μάχη του ενάντια στην εποχή του διατάραξε την ψυχική του ισορροπία.
«Έχει διαπιστωθεί ότι είναι πάντα τρομερό να πολεμά κανείς το ηθικό σύστημα της εποχής του, γιατί αυτό θα πάρει την εκδίκησή του... εκ των έσω και εκ των έξω»
Προς το τέλος, η γραφή του Νίτσε γινόταν όλο και πιο πικρόχολη. Apxισε να επιτίθεται όχι μόνο σε ιδέες, αλλά και σε πρόσωπα - στον Βαγκνερ, στον Χριστό κ.ά.
«Η αύξηση της σοφίας» έγραψε «μπορεί να υπολογιστεί με ακρίβεια με βάση τη μείωση της πικρίας».’'
Όμως δεν μπορούσε να πείσει την πένα του. Ακόμα και το γέλιο του έγινε νευρωτικό καθώς κατέρρεε ο νους του. Πουθενά δεν είναι πιο καθαρά τα ίχνη από το δηλητήριο που τον διάβρωνε από ότι στην παρακάτω σκέψη:
«Ίσως εγώ να ξέρω καλύτερα γιατί ο άνθρωπος είναι το μόνο ζώο που γελά: μόνο αυτός υποφέρει τόσο, ώστε να αναγκαστεί να επινοήσει το γέλιο».
Η αρρώστια και η αυξανόμενη τύφλωση ήταν η οργανική πλευρά της κατάρρευσής του...Άρχισε επίσης να υποκύπτει σε παρανοϊκές αυταπάτες μεγαλείου και να καταλαμβάνεται από μανία καταδίωξε. Έστειλε κάποιο από τα βιβλία του στον Ταιν με ένα σημείωμα στο οποίο διαβεβαίωνε τον μεγάλο κριτικό ότι ήταν το πιο υπέροχο έργο που γράφτηκε ποτέ. Και γέμισε το τελευταίο του βιβλίο, το 'Ιδε ο άνθρωπος, με παρανοϊκές κομπαστικές αξιολογήσεις. Ίδε ο άνθρωπος! - αλίμονο, εδώ βλέπουμε πια τον άνθρωπο πολύ καθαρά!
Ίσως αν είχε εισπράξει περισσότερη εκτίμηση από τους άλλοτε να είχε περιοριστεί αυτός ο αντισταθμιστικός εγωισμός, και να κατάφερνε να διατηρήσει μεγαλύτερη επαφή με την πραγματικότητα, καθώς και την ψυχική υγεία του. Όμως η αποδοχή ήρθε πολύ αργά. Ο Ταιν τού έγραψε έναν γενναιόδωρο έπαινο όταν σχεδόν όλοι οι άλλοι τον αγνοούσαν ή τον καθύβριζαν- ο Μπράντες τον ενημέρωσε ότι οργάνωνε μια σειρά διαλέξεων με θέμα τον «αριστοκρατικό ριζοσπαστισμό» του Νίτσε στο Πανεπιστήμιο της Κοπεγχάγης· ο Στρίντμπεργκ τού έγραψε ότι εφάρμοζε της ιδέες του στο θέατρο- και -ίσως το καλύτερο απ’ όλα- ένας ανώνυμος θαυμαστής του του έστειλε μια επιταγή. Όμως όταν τον αγκάλιασαν αυτές οι ακτίνες φωτός, ο Νίτσε ήταν ήδη σχεδόν τυφλός στα μάτια και στην ψυχή. Και είχε χάσει κάθε ελπίδα.
«Η εποχή μου δεν έχει έρθει ακόμη» έγραψε- «μόνο το μεθαύριο θα είναι δικό μου».
Το τελευταίο χτύπημα ήρθε στο Τορίνο τον Ιανουάριο του 1.889, με τη μορφή μιας αποπληξίας. Γύρισε στα τυφλά στη σοφίτα του και άρχισε να στέλνει παρανοϊκές επιστολές: στην Κόζιμα Βάγκνερ τρεις λέξεις - «Αριάδνη, σ’ αγαπώ»· στον Μπράντες ένα πιο μακροσκελές μήνυμα που το υπέγραφε «Ο Εσταυρωμένος»· και στον Μπούρκχαρτ και στον' Οβερμπεκ δύο τόσο ακατάληπτα γράμματα, που ο δεύτερος έσπευσε σε βοήθεια του. Βρήκε τον Νίτσε να παίζει πιάνο με τους αγκώνες, να τραγουδά και να φωνάζει σε διονυσιακή έκσταση.
Τον πήγαν πρώτα σε ένα φρενοκομείο,” αλλά γρήγορα ήρθε η ηλικιωμένη μητέρα του να τον πάρει από εκεί για να τον φροντίσει η ίδια. Τι φοβερή εικόνα! Η θεοσεβής γυναίκα που είχε βιώσει το σοκ της καταγγελίας από τον γιο της όλων όσων πίστευε η ίδια, τώρα, τρέφοντας πάντα την ίδια αγάπη γι’ αυτόν, τον δέχτηκε στην αγκαλιά της σαν μια άλλη Πιετά. Η μητέρα του όμως πέθανε το 1897, και έτσι η αδελφή του τον πήρε να ζήσει μαζί της στη Βαϊμάρη.
Ένα άγαλμά του φιλοτεχνημένο από τον Κράμερ δείχνει αυτό το δυνατό μυαλό σε αξιολύπητη τώρα κατάσταση, τσακισμένο, ανήμπορο και υποταγμένο στη μοίρα του. Όμως παρά τη δυστυχία του, είχε βρει πλέον τη γαλήνη και την ηρεμία που δεν βίωσε ποτέ όσο είχε τα λογικά του. Η Φύση τον λυπήθηκε αφότου τρελάθηκε. Κάποτε ο Νίτσε έπιασε την αδελφή του να κλαίει καθώς τον κοίταζε, και δεν μπορούσε να καταλάβει τα δάκρυά της: «Λίσμπετ» ρώτησε «γιατί κλαις; Δεν είμαστε ευτυχισμένοι;». Σε μια άλλη περίπτωση άκουσε να μιλούν για βιβλία, και το χλωμό του πρόσωπο φωτίστηκε: «Α!» είπε χαμογελώντας. «Έχω γράψει κι εγώ μερικά καλά βιβλία» - και μετά η στιγμή της διαύγειας πέρασε.
Πέθανε το 1900. Ελάχιστες φορές είχε τόσο μεγάλο τίμημα η ιδιοφυία.
***
Will Durant - Η περιπέτεια της φιλοσοφίας. Η ζωή και η σκέψη των μεγάλων φιλοσόφων.
Περισσότερα ενδιαφέροντα κείμενα εδώ.