Γράφει ο Βασίλης Κ. Γούναρης*
Όλοι οι υπουργοί Παιδείας νομοθέτησαν για το καλό της δημόσιας εκπαίδευσης και ειδικότερα για τα ΑΕΙ. Δεν αμφισβητώ καμιάς και κανενός τις αγαθές προθέσεις. Μπορεί να είχαν και άλλα κίνητρα, αλλά κανείς δεν ήθελε να βλάψει την εκπαίδευση. Κι όμως όλες οι μεταρρυθμίσεις την έχουν οδηγήσει συνολικά σε χειρότερη θέση. Είναι μια διαπίστωση γενική και αποδεδειγμένη με πολλούς τρόπους. Δεν αφορά τις υποδομές, που όντως βελτιώθηκαν, αλλά την εκπαιδευτική ουσία.
Καθώς διαβάζω τα νέα σχέδια για τα ΑΕΙ, τα αναλυτικά προγράμματα για τη Μέση Εκπαίδευση αλλά και τις μυριάδες καλοπροαίρετες παρεμβάσεις, ειδικών και μη, φοβούμαι πως ούτε τώρα θα σταματήσει η καθοδική πορεία.
Παραβλέπω τα σοβαρά προβλήματα που δημιουργεί παγκοσμίως στην εκπαίδευση η κυριαρχία της εικόνας σε βάρος του λόγου, του γραπτού και του προφορικού. Μας ξεπερνούν. Παραβλέπω τον εξισωτισμό των Ελλήνων και την καχυποψία της αριστείας. Παραβλέπω επίσης πως, έπειτα από δεκαετίες πειραματισμών, είναι αμφίβολο αν διαθέτουμε καν το προσωπικό που θα εφαρμόσει ακόμη και την τελειότερη εκπαιδευτική μεταρρύθμιση.
Εστιάζω μόνο στη δυσαρμονία ανάμεσα στις εκπαιδευτικές ανάγκες αφενός και τις επιθυμίες της κοινωνίας αφετέρου. Μολονότι αρκετοί γκρινιάζουν, π.χ., για την έλλειψη στοιχειωδών εγκυκλοπαιδικών γνώσεων ή για την αδυναμία έκφρασης, είμαι βέβαιος ότι για το μεγαλύτερο μέρος της κοινωνίας μας –για την ελληνική οικογένεια δηλαδή– περισσότερο από οτιδήποτε βαρύνει η απρόσκοπτη και δωρεάν πορεία των παιδιών τους από το νηπιαγωγείο στο πανεπιστήμιο και ειδικά η είσοδος σε οποιοδήποτε Τμήμα. Στην πορεία αυτή πολλά είμαστε πρόθυμοι να παραβλέψουμε, αρκεί να προσκομιστεί το τελικό «χαρτί». Η πανεπιστημιακή εκπαίδευση εκλαμβάνεται ως μια τελετή διάβασης από την εφηβική στην ενήλικη ζωή, με την ανάλογη κοινωνική καταξίωση για την οικογένεια, όπου οι περισσότεροι νέοι απολαμβάνουν πλεονεκτήματα και των δύο φάσεων και υποχρεώσεις καμίας. Το ζήτημα της σωστής κατάρτισης και της μελλοντικής εξεύρεσης ανάλογης εργασίας –αν και δεν είναι αφανές ως πρόβλημα στις μέρες μας– είναι πλήρως αποσυνδεδεμένο από τη φοίτηση, γιατί καταστρέφει την εικόνα της ανέμελης πανεπιστημιακής ζωής των παιδιών.
Από την άλλη, τα τεράστια ζητήματα που αφήνουν οι εκπαιδευτικές εκκρεμότητες, από τις κενές θέσεις στα σχολεία και τις αποσπάσεις έως την ασφάλεια των ΑΕΙ και τις εκλογές των καθηγητών, δίνουν ένα ευρύ περιθώριο άσκησης πολιτικής, είτε κατευνασμού είτε αντιπαράθεσης, σύμφωνα με τις ανάγκες της πολιτικής συγκυρίας και τις πιέσεις της πελατείας.
Το ζήτημα της σωστής κατάρτισης και της μελλοντικής εξεύρεσης ανάλογης εργασίας –αν και δεν είναι αφανές ως πρόβλημα στις μέρες μας– είναι πλήρως αποσυνδεδεμένο από τη φοίτηση.
Κοντολογίς το εκπαιδευτικό σύστημα που έχουμε μπορεί να μην ανταποκρίνεται στις ανάγκες των καιρών, την αγορά εργασίας, την εξέλιξη της επιστήμης, τα ευρωπαϊκά ή διεθνή πρότυπα, ούτε καν στις φιλοδοξίες όσων μας κυβερνούν, είναι όμως αυτό που θέλουμε, ακόμη κι αν δεν μας αξίζει: Μια ακριβοπληρωμένη διαδικασία –για να μη χρησιμοποιήσω κάποιον άκομψο όρο– εικονικής πραγματικότητας, στην οποία τείνουν να συμπεριληφθούν και οι μεταπτυχιακές σπουδές. Μέσα στο Matrix αυτό είναι ικανοποιημένοι σχεδόν όλοι.
Πώς θα αλλάξουμε την ελληνική νοοτροπία, αν δεν μπορούμε να παρέμβουμε στην εκπαίδευση; Πώς θα αλλάξουμε την εκπαίδευση με λάθος νοοτροπία; Ας μην εκληφθεί το παρόν κείμενο ως προτροπή ακινησίας ή έκφραση προτίμησης προς τα ιδιωτικά πανεπιστήμια. Ηθελα απλώς να υποδείξω ότι, παρ’ όλα όσα γράφονται με αφορμή τις διαφαινόμενες συγκλίσεις για την αντιμετώπιση της βίας, δεν διαβλέπω γενικευμένη κοινωνική πίεση για εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις, που θα αναθεωρήσουν τα «κεκτημένα» όλων των εμπλεκομένων.
* Ο κ. Βασίλης Κ. Γούναρης είναι καθηγητής της Φιλοσοφικής Σχολής του ΑΠΘ.
Περισσότερα ενδιαφέροντα κείμενα εδώ.