Εδώ και σαράντα χρόνια, ίσως και περισσότερα, κυρίαρχο ήταν το όνειρο των ελληνικών οικογενειών: να προχωρήσουν τα παιδιά τους στο Δημοτικό, Γυμνάσιο, Λύκειο χωρίς μεγάλη προσπάθεια. Οι γονείς πίεζαν για υψηλούς βαθμούς χωρίς πραγματικό αντίκρισμα και οι δάσκαλοι και καθηγητές υποχωρούσαν όλο και περισσότερο. Τελικός στόχος, με τη σημαντική συνδρομή του φροντιστηρίου και των ιδιαίτερων, τα παιδιά να μπουν σε κάποιο πανεπιστημιακό τμήμα, άσχετα αν το ήθελαν, το άντεχαν ή τους πήγαινε.
Επειτα από προσπάθειες αρκετών χρόνων, αν βέβαια παρέμεναν και επέμεναν, αποφοιτούσαν, αδιάφορο αν είχαν εμπεδώσει γνώσεις ή ήθελαν να ασχοληθούν με το συγκεκριμένο αντικείμενο, για το οποίο είχαν αναλώσει κάποια από τα πιο σημαντικά χρόνια της ζωής τους. Στη συνέχεια με τις γνωστές διαδικασίες συνήθως τα κατάφερναν να μπουν σε κάποια υπηρεσία του ευρύτερου δημοσίου τομέα, όπως το Δημόσιο, την Τοπική Αυτοδιοίκηση, τις ΔΕΚΟ ή τις πολλές άλλες παλαιότερα κρατικοδίαιτες εταιρείες.
Από εκεί και ύστερα άρχιζαν τα εύκολα. Κοινωνική θέση, σίγουρος μισθός, σίγουρη σύνταξη, και ίσως και κάτι παραπάνω, αν το επέτρεπε η θέση, η κομματική ή άλλη ένταξη ή ανέλιξη και τελευταία η συνείδηση. Οι προαγωγές ήταν θέμα χρόνου, συναναστροφών και γνωριμιών. Κυρίως δεν έπρεπε να φέρνεις αντίρρηση και να περιφέρεσαι στους διαδρόμους της κάθε εξουσίας λιβανίζοντας και εξυπηρετώντας τα ρουσφέτια των υψηλά ιστάμενων. Αυτό ήθελε ο μέσος Ελληνας και οι πολιτικοί δεν είχαν κανένα λόγο να του το αρνηθούν. Εφόσον το κύριο θέμα ήταν η ψήφος στις επόμενες εκλογές και όχι το καλό και η προκοπή του τόπου μακροχρόνια. Κανείς δεν υπολόγιζε αξίες, δεξιότητες, ευσυνειδησία ή απόδοση στην εργασία. Αλλωστε «η αριστεία πάντα ήταν… ρετσινιά»!
Το αποτέλεσμα ήταν αναμενόμενο:
1. Τα Δημοτικά, τα Γυμνάσια, τα Λύκεια υποβαθμίστηκαν, γιατί τελικά έπαιζαν δευτερεύοντα ρόλο στην κοινωνική «προκοπή» και ανέλιξη.
2. Τα φροντιστήρια, τα ιδιαίτερα, η παραπαιδεία γενικότερα γιγαντώθηκαν, γιατί εξυπηρετούσαν τον βασικό σκοπό, να μπει ο κάθε μαθητής σε κάποιο πανεπιστήμιο.
3. Τα πανεπιστημιακά τμήματα σκόρπισαν σε κάθε γωνία της χώρας για να εξυπηρετήσουν όλους τους υποψήφιους μελλοντικούς πτυχιούχους, μαζί με την τοπική αγορά, ενοικιαζόμενα δωμάτια, εστίαση και διασκέδαση.
4. Τα πανεπιστήμια μετατράπηκαν σε φόρουμ πολιτικών και κυρίως σκληρών κομματικών αντιπαραθέσεων φοιτητών, διοικητικών αλλά και καθηγητών αντί για φορείς παραγωγής και μετάδοσης της γνώσης.
5. Το ευρύτερο Δημόσιο ξεχείλισε χωρίς σχέδιο, χωρίς στόχους κυρίως με όλους όσοι έμπαιναν με πολιτικό μέσον.
6. Για κάθε νεόφερτο έπρεπε να δημιουργηθούν κάποιες αρμοδιότητες, σφραγίδες, υπογραφές. Με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί μια δαιδαλώδης γραφειοκρατία, που κανένας συνετός και λογικός πολιτικός προϊστάμενος δεν μπορούσε να κατανοήσει άρα και να λειτουργήσει.
7. Ολα τα άλλα επαγγέλματα, που χρειάζεται η αγορά, η πραγματική οικονομία έμειναν ορφανά. Ελάχιστοι ασχολήθηκαν σοβαρά με τα σημαντικά και αναγκαία επαγγέλματα για την ορθή και παραγωγική λειτουργία της οικονομίας.
Η κατάσταση αναπτύχθηκε και εδραιώθηκε σαν ένα κάποιο ιδιαίτερο δικαίωμα των Ελλήνων. Μέχρι που εμφανίστηκε ο μαύρος κύκνος: η Κρίση, που κανένας δεν περίμενε. Ξαφνικά και μέσα σε λίγα χρόνια εμφανίστηκε η προοπτική χρεοκοπίας με μνημόνια και η «Μεγάλη Πύλη», αυτή του Δημοσίου, έκλεισε απότομα και οριστικά. Με αποτέλεσμα όλοι αυτοί που μπήκαν και βγήκαν από κάποιο πανεπιστήμιο να στοιχίζονται πίσω από μια ατελείωτη, άπειρη ουρά.
Οι επιστημονικές, τεχνολογικές, αλλά και πολιτικές εξελίξεις στον διεθνή χώρο επιβάλλουν την επίσπευση των ριζικών αλλαγών σε νοοτροπίες, στρατη- γικές και οράματα ατομικά και συλλογικά.
Οσοι είχαν το κουράγιο αλλά κυρίως τις αναγκαίες δεξιότητες αναχώρησαν για το εξωτερικό, ενώ οι περισσότεροι στράφηκαν σε υποδεέστερα επαγγέλματα. Ομως η ουρά γίνεται όλο και μακρύτερη, γιατί κάθε χρόνο προστίθεται μια καινούργια φουρνιά αποφοίτων με πτυχία χωρίς κανένα αντίκρισμα στη ζώσα και δρώσα αγορά εντός και εκτός συνόρων.
Το αποτέλεσμα πονάει σε πολλά επίπεδα:
1. Οι απόφοιτοι αισθάνονται προδομένοι, γατί δεν βρίσκουν δουλειά αντάξια με τις προσδοκίες και τους αρχικούς σχεδιασμούς τους.
2. Οι οικογένειες, που στήριξαν τις σπουδές, πιέζονται, γιατί τα παιδιά τους αντί να πάρουν τον δρόμο τους είναι ακόμη οικονομικά εξαρτημένα από γονείς και παππούδες!
3. Η επιχείρηση, η βιομηχανία, η οικονομία γενικότερα στην κυριολεξία μαραζώνουν μη βρίσκοντας το κατάλληλο ανθρώπινο δυναμικό.
4. Πολλοί περιμένουν μια κάποια λύση, όπως να ξαναρχίσει το βιολί του Δημοσίου, που όμως φαντάζει ένα πραγματικό όνειρο θερινής νυκτός.
Οι περισσότεροι Ελληνες ψάχνουν κάποιον να φορτώσουν την ευθύνη για την κατάσταση, όσο δυνατόν πιο μακριά από τους εαυτούς τους. Φταίνε οι ξένοι με τα μνημόνια, οι τραπεζίτες, το κεφάλαιο, η αγορά, τα μονοπώλια, οι πολιτικοί, τα κόμματα, τα πανεπιστήμια, οι καθηγητές, κ.λπ. Προς Θεού… όχι εμείς!
Πριν όμως αρχίσουμε να ψάχνουμε για τις λύσεις πρέπει να παραδεχτούμε: δεν φταίει κανείς ειδικά και όλοι μαζί φταίμε. Γιατί διαιωνίσαμε μια κατάσταση, που κατά τον κοινό νου δεν είχε καμία ευοίωνη προοπτική. Οπως χρειάστηκαν δεκαετίες να εδραιωθεί αυτή η νοοτροπία θα χρειαστούν ακόμη αρκετά χρόνια για να αλλάξει η κατάσταση. Με μεγάλη προσπάθεια από όλους – ανεξάρτητα από πολιτικές και κόμματα. Εμείς μπήκαμε στο λούκι και εμείς πρέπει να βοηθήσουμε να ξαναβγούμε απ’ αυτό.
Συγχρόνως πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι οι επιστημονικές, τεχνολογικές, αλλά και πολιτικές εξελίξεις στον διεθνή χώρο επιβάλλουν την επίσπευση των ριζικών αλλαγών σε νοοτροπίες, στρατηγικές και οράματα ατομικά και συλλογικά. Το πώς και ποια είναι τα βήματα θα αποτελέσουν το αντικείμενο επόμενων άρθρων.
* Ο κ. Διονύσης Τσιχριτζής είναι ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου της Γενεύης.
** Ο κ. Νικόλαος Μ. Σταυρακάκης είναι ομότιμος καθηγητής του ΕΜΠ, πρόεδρος της ΠΡΩ.ΠΑΙΔΕΙ.Α.
Περισσότερα ενδιαφέροντα κείμενα εδώ.