ΓΛΩΣΣΑ Γ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ- ΕΝΟΤΗΤΑ 3
από την Αργυρώ Διαμαντοπούλου
ΚΡΙΤΗΡΙΟ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ 1
Α. ΚΕΙΜΕΝΟ
«Η ΠΙΚΡΗ ΓΝΩΡΙΜΙΑ ΜΕ ΤΟ ΡΑΤΣΙΣΜΟ»
Δεν είναι εύκολο να είναι κανείς διαφορετικός, ιδίως όταν είναι παιδί. Τα προβλήματα του μεγαλώματος επιτείνονται, αν ανακαλύψουμε ότι αποκλίνουμε από το μέσο όρο.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η οικογένειά μου ήταν διαφορετική. Οι γονείς μου μιλούσαν αγγλικά με βαριά ιταλική προφορά. Το στυλ της ζωής μας ήταν ολότελα διαφορετικό, ένα μικρό κομμάτι της Μεσογείου στις ακτές της Αμερικής .Τρώγαμε διαφορετικά φαγητά. Οι συζητήσεις μας ήταν πιο ζωντανές κι οι φωνές μας λίγο πιο δυνατές, οι κινήσεις μας πιο έντονες. Ο κόσμος στον οποίο ζούσαμε ήταν σίγουρα πιο ξένος.
Ήταν συνηθισμένο εκείνο τον καιρό να μας κολλάνε τις ταμπέλες «μακαρονάς» και «μετανάστης». Ποτέ δεν ήμουν απολύτως σίγουρος για το τι σήμαιναν αυτές οι δυο λέξεις, παρ’ όλ’ αυτά ένιωθα το κεντρί τους. Πρωτόνιωσα αυτό τον πόνο μια μέρα καθώς έφευγα απ’ το σχολείο . Βρέθηκα περικυκλωμένος από μια ομάδα παιδιών που μου φώναζαν αυτά τα λόγια.
Ένα από τα παιδιά μου πέταξε ένα κέικ. Η κρέμα και η ζάχαρή του έσκασαν πάνω στο πρόσωπο, τα μαλλιά και τα ρούχα μου. «Βρωμομετανάστη», φώναζαν. «Ο πατέρας σου είναι γκάγκστερ στο Σικάγο κι η μητέρα σου μασάει σκόρδα κι εσύ είσαι γιος μακαρονά! Γιατί δεν τα μαζεύετε να πάτε από κει που ήρθατε »;
Μου φάνηκε ότι πέρασε μια αιωνιότητα ώσπου να απελευθερωθώ από τον κύκλο τους, αφού είχα φάει αρκετές σπρωξιές και μπουνιές. Ταπεινωμένος και κλαίγοντας έσπασα τον κλοιό και όρμησα σπίτι μου . Καθώς έτρεχα γεμάτος θυμό και πικρία, ανακάλυψα ότι δεν είχα κάνει την παραμικρή προσπάθεια να τους ανταποδώσω τα χτυπήματα.
Μόλις έφτασα στο σπίτι κλειδώθηκα στο μπάνιο για να μη με δουν. Παρά την επίπονη προσπάθεια, δεν μπορούσα να σταματήσω τα κλάματα και τα δάκρυά μου ανακατεύονταν με το αίμα στο πρόσωπό μου. Δεν μπορούσα να πιστέψω αυτό που μου συνέβη. Όλα φαίνονταν τόσο λάθος , κι όμως τελικά ήμουν ανίκανος να κάνω οτιδήποτε γι’ αυτό.
Τελικά ο πατέρας χτύπησε την πόρτα . «Τι κάνεις εκεί μέσα; Τι σου συμβαίνει;» με ρώτησε. Του εξήγησα. Τελείωσα την ιστορία και περίμενα. Περίμενα ότι ο πατέρας μου θα έκανε ένα σχόλιο που θα με γιάτρευε αυτομάτως , ή ότι με κάποια ενέργεια θα με γαλήνευε και θα έλυνε το πρόβλημα. Αλλά ο πατέρας μου δεν κουνήθηκε.
«Εντάξει,», είπε ήσυχα, « έγινε κι αυτό. Σε βρήκαν κι εσένα άνθρωποι που μας πληγώνουν και μας κάνουν να κλαίμε .Δεν μας ξέρουν, κι όμως μας μισούν. Οι δειλοί, που κάνουν τους δυνατούς μόνο όταν είναι πολλοί και τα βάζουν μαζί μας, γιατί ξέρουν ότι δεν είμαστε σε θέση να τους αντιμετωπίσουμε ». «Μισώ που είμαι Ιταλός » του εξομολογήθηκα θυμωμένα, «θα ήθελα να είμαι οτιδήποτε άλλο! »
Ο πατέρας μου με κράτησε σφιχτά κι η φωνή του τώρα ήταν δυνατή κι απειλητική. « Να μη σε ξανακούσω να το λες αυτό ποτέ! Έπρεπε να είσαι περήφανος γι’ αυτό που είσαι. Σκέψου λιγάκι ότι η Αμερική ανακαλύφθηκε και πήρε το όνομά της από έναν Ιταλό! Οι Ιταλοί κάνουν γλυκιά μουσική, τραγουδούν υπέροχα, ζωγραφίζουν τους ωραιότερους πίνακες , γράφουν αριστουργήματα και χτίζουν όμορφα κτήρια . Πώς μπορεί να μην είσαι περήφανος που είσαι Ιταλός ;
« Όλ’ αυτά όμως δεν τα ξέρουν οι άλλοι », του αντιμίλησα, «θα προτιμούσα να είμαι σαν όλους τους άλλους » . «Ε λοιπόν, δεν είσαι! Ο Θεός δεν θέλησε να μας κάνει όλους ίδιους .Μας έκανε διαφορετικούς για να μπορεί ο καθένας να είναι ο εαυτός του . Ποτέ μη φοβάσαι τις διαφορές. Η διαφορά είναι καλό. Θα σου άρεσε να είσαι σαν τα παιδιά που σ’ έδειραν και σου φώναζαν αυτά τα πράγματα ; Δε χαίρεσαι που διαφέρεις απ’ αυτούς ; Να λυπάσαι αυτούς τους ανθρώπους , αλλά να μην τους φοβάσαι . Αν νιώθουμε δυνατοί και περήφανοι γι’ αυτό που είμαστε, τότε κανείς δεν θα μπορεί να μας κάνει κακό» .
Αν και δε βρήκα την εξήγηση του πατέρα μου πολύ ικανοποιητική, κατά κάποιο τρόπο μ’ έκανε να νιώσω καλύτερα. Ίσως το γεγονός ότι με πήρε στην αγκαλιά του, με άκουσε και με αγαπούσε να ήταν αρκετό.
Αργότερα η εμπειρία μου μού δίδαξε ότι δεν ήμουν μόνος, ότι αυτές οι επώδυνες συγκρούσεις και ακόμη χειρότερες , είχαν συμβεί και στους Εβραίους φίλους μου, τους Μεξικανούς φίλους μου, τους Μαύρους, τους Καθολικούς, και τους ανάπηρους φίλους μου. Ο πατέρας μου είχε δίκιο, όταν μου μάθαινε ότι όσο υπάρχει άγνοια θα υπάρχει και αδικία, όσο υπάρχουν αυτοί που ασυνείδητα μισούν τον εαυτό τους θα υπάρχουν και διώξεις. Έτσι είναι δυστυχώς η ζωή, οι αποδιοπομπαίοι τράγοι ανήκουν συνήθως σε μια μειονότητα.
Λεό Μπουσκάλια, «Ο πατέρας μου» (από το βιβλίο Έκφραση Έκθεση για το ενιαίο Λύκειο, ΟΕΔΒ , διασκευή)
Β. ΑΣΚΗΣΕΙΣ
- Ποια στοιχεία διαφορετικότητας και ποια στερεότυπα οδήγησαν τα άλλα παιδιά στη συγκεκριμένη αντιμετώπιση του συμμαθητή τους ;
- Με ποια επιχειρήματα προσπάθησε ο πατέρας του να τον πείσει για την αξία της διαφορετικότητας και της διατήρησης της εθνικής του ταυτότητας;
- Να μεταφέρετε σε πλάγιο λόγο το παρακάτω απόσπασμα του κειμένου : «Μισώ που είμαι Ιταλός … που είσαι Ιταλός ;»
- Να γράψετε μια συνώνυμη για κάθε υπογραμμισμένη λέξη με βάση τη σημασία που έχει μέσα στο κείμενο.
- Δεν υπάρχει αμφιβολία … πιο ξένος: να αναφέρετε με ποιον ή ποιους τρόπους έχει αναπτυχθεί η 2η παράγραφος του κειμένου.
- Να υπογραμμίσετε τις δευτερεύουσες πλάγιες ερωτηματικές προτάσεις, να βρείτε το συντακτικό τους ρόλο και να προσδιορίσετε αν είναι ΟΛΙΚΗΣ ή ΜΕΡΙΚΗΣ άγνοιας:
- Δεν είναι βέβαιο πότε θα τον συναντήσω.
- Απόρησα γιατί δεν μας ακολούθησε.
- Ο αστυνομικός τον ρώτησε αν γνώριζε κάτι για την υπόθεση.
- Αυτό δεν καταλαβαίνω γιατί συμπεριφέρονται τόσο απερίσκεπτα.
- Οι γονείς του απόρησαν αν είναι ευχαριστημένος με τους βαθμούς του.
Γ. ΠΑΡΑΓΩΓΗ ΛΟΓΟΥ:
Όλοι μας λίγο πολύ έχουμε γίνει μάρτυρες ρατσιστικής αντιμετώπισης συνανθρώπων μας στο στενότερο ή το ευρύτερο κοινωνικό περιβάλλον. Να καταγράψετε ένα τέτοιο περιστατικό περιγράφοντας ταυτόχρονα και τα συναισθήματα που σας προκάλεσε ο εχθρικός και σκληρός τρόπος με τον οποίο αντιμετωπίστηκε κάποιος ή κάποιοι συνάνθρωποί μας.
Περισσότερο υλικό για το Γυμνάσιο εδώ.