Πριν από ενενήντα δύο χρόνια, το 1930 την Ελλάδα της φτώχειας που προσπαθούσε να συνέλθει από τη Μικρασιατική Καταστροφή, συντάραξε η υπόθεση ενός απατεώνα, κομπογιαννίτη αγιορείτη καλόγερου από τη μονή Μεγίστης Λαύρας, του Γυμνάσιου που αντάλλασσε με αβγά , κοτόπουλα και χρυσές λίρες (ανάλογα με το πουγκί του αρρώστου) γιατροσόφια, έμπλαστρα, και ξόρκια τα οποία έφτιαχνε κοπανώντας στο γουδί του βότανα, αλεσμένα κεφάλια σκύλων, μύτες γουρουνιών και σκαντζόχειρων κι ότι άλλο αηδιαστικό μπορεί να χωρέσει κάθε διεστραμμένος νους.
Ο Γεώργιος Τζανετής (αυτό ήταν το κοσμικό του όνομα) γεννήθηκε στην τουρκοκρατούμενη τότε Θάσο το 1865. Νεαρός μπαρκάρισε σε ένα πλοίο και ταξίδεψε στην Αγγλία. Εκεί γνώρισε ένα φακίρη που πούλαγε βότανα φτιαγμένα με ινδικές συνταγές. Το 1919 πήγε στο Άγιον Όρος και έγινε καλόγερος στη Μεγίστη Λαύρα. Στα τελευταία χρόνια της δεκαετίας του ’30 επέστρεψε στη Θάσο. Εκεί άρχισε να πλασάρει τα γιατροσόφιά του και επιτήδεια να διαδίδει πως τα βότανά του γιατρεύουν κάθε αρρώστια. Σύντομα σ’ όλο το νησί κυκλοφόρησε η φήμη πως είχε «γιατρέψει» ένα νέο που είχε αγιάτρευτη πληγή στα πόδια.
Ο πρόεδρος του χωριού του, του Θεολόγου βλέποντας πως ο Γυμνάσιος με τα γιατροσόφιά του μπορεί να φέρει και μεγάλη κονόμα στην κοινότητα έδωσε σπίτι στο Γυμνάσιο και χωράφι για να καλλιεργεί τα βότανά του. Παράλληλα έβγαλε ντελάληδες στα άλλα χωριά για τις «θαυματουργές ρετσέτες» του Γυμνάσιου. Μέσα σε λίγες μέρες χιλιάδες άρρωστοι, ψυχασθενείς δεμένοι σε κρεβάτια, παραλυτικοί πάνω σε φορεία, τυφλοί, χωλοί,σημαδεμένοι από κάθε είδους αρρώστια όχι μόνο από τη Θάσο αλά και από άλλες περιοχές, συνέρρεαν στο Θεολόγο με τους συγγενείς τους και ζούσαν σε πρόχειρους καταυλισμούς με τσαντήρια κάτω από τις ελιές περιμένοντας να τους δει ο Γυμνάσιος και να τους δώσει τα μαντζούνια του.
Η κατάσταση ξέφυγε από κάθε έλεγχο (χαρακτηριστικά είναι τα δημοσιεύματα των εφημερίδων «Μακεδονικά Νέα», «Κήρυξ» κ.α. του Ιουλίου του 1930).Τα πλήθη συνέρρεαν ακατάπαυστα.
Μάλιστα ως πονηρός πολιτευτής ο κοινοτάρχης έβαλε και πρόγραμμα για τις επισκέψεις στον Γυμνάσιο:
-Τη Δευτέρα και την Τρίτη θα γινόταν «θεραπεία» των ντόπιων.
-Τετάρτη, Πέμπτη και Παρασκευή «θεραπεία» των «ξένων».
Το Σάββατο ήταν αφιερωμένο στη συλλογή από των καλόγερο των αναγκαίων υλικών για τα γιατροσόφιά του.
-Την Κυριακή ο ευσεβής Γυμνάσιος εκκλησιαζόταν και αναπαυόταν.
Όταν τα πράγματα έφτασαν στο απροχώρητο ο νομάρχης και ο εισαγγελέας Καβάλας αποφάσισαν να πάρουν μέτρα. Έστειλαν το διοικητή Χωροφυλακής με ισχυρή δύναμη συνέλαβαν το Γυμνάσιο και τον μετέφεραν στην Καβάλα.
Στην Καβάλα ο Γυμνάσιος ανακρίθηκε αλλά δεν του απαγγέλθηκαν κατηγορίες γιατί υποστήριξε πως δεν έπαιρνε χρήματα. Η αλήθεια είναι πως ο θεομπαίχτης καλόγερος είχε ισχυρούς προστάτες στην Αθήνα με πρώτο τον υπουργό Εσωτερικών της κυβέρνησης του Ελευθερίου Βενιζέλου Γ. Σιδέρη. Αυτοί μεσολάβησαν, αφέθηκε ελεύθερος και εγκαταστάθηκε στο Παλιό Τσιφλίκι. Εκεί άρχισε τα ίδια, μέχρις ότου και κάτω από τη γενική κατακραυγή ο υπουργός-Γενικός Διοικητής Θράκης Γ. Κακουλίδης διέταξε να μαζέψουν το Γυμνάσιο και να τον στείλουν στο Άγιον Όρος.
Όμως οι εν Χριστώ αδελφοί» αγιορείτες του Γυμνάσιου ούτε να τον δουν ούτε να τον ακούσουν ήθελαν. Έτσι του έδωσαν απολυτήριο ( για την ακρίβεια τον ξαπόστειλαν) και επέστρεψε στην Καβάλα απ’ όπου με αστυνομική συνοδεία οδηγήθηκε στην Αθήνα και στο Δρομοκαίτειο. Ωστόσο κι εκεί μαζεύονταν κόσμος και κοσμάκης και περίμενε να ρίξει ο Γυμνάσιος από το 2ο όροφο που κρατείτο τις θαυματουργές συνταγές του
Εκεί όμως έπεσαν και πάλι τα «μεγάλα μέσα» του Σιδέρη και ο καλόγερος επέστρεψε στη Θάσο, για να ξαναγυρίσει στην κρυφά Αθήνα το 1933 και να μοιράζει τις «συνταγές» του με μεσάζοντα ένα ανιψιό του που εισέπραττε και τις αμοιβές. Δυο χρόνια μετά, το 1935, ο Γυμνάσιος πέθανε. Όμως και όσο ζούσε , αλλά και μετά το θάνατό του δεν έλειψαν διάφοροι έμποροι της αμάθειας να κυκλοφορούν βιβλία με τις συνταγές του καλόγερου και να κονομάνε χρήμα με ουρά…
***
Γ.Καραγιάννης