Ο Έρικ Χομπουργκερ Έρικσον (γερμανικά: Erik Homburger Erikson, γεννημένος Έρικ Σαλόμονσεν, γερμανικά: Erik Salomonsen, 15 Ιουνίου 1902 - 12 Μαΐου 1994) ήταν Αμερικανός αναπτυξιακός ψυχολόγος και ψυχαναλυτής γεννημένος στη Γερμανία, γνωστός για τη θεωρία του σχετικά με την ψυχοκοινωνική ανάπτυξη των ανθρώπων. Έγινε διάσημος για την επινόηση της φράσης κρίση ταυτότητας. Ο γιος του, Κάι Τ. Έρικσον, είναι διάσημος Αμερικανός κοινωνιολόγος.
Αν και ο Έρικσον δεν είχε πτυχίο, εργάστηκε ως καθηγητής σε εξέχοντα ιδρύματα όπως το Χάρβαρντ και το Γέιλ. Μια ανασκόπηση της Review of General Psychology, που δημοσιεύτηκε το 2002, κατέταξε τον Ερίκσον ως τον 12ο πιο αναφερόμενο ψυχολόγο του 20ου αιώνα. Η θεωρία της ψυχοκοινωνικής ανάπτυξης που δημιουργήθηκε από τον Erik Erikson είναι ίσως μία από τις πιο γνωστές θεωρίες προσωπικότητας. Η θεωρία διαφέρει από πολλές άλλες, δεδομένου ότι ασχολείται με την ανάπτυξη καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής, από τη γέννηση μέχρι το θάνατο.
Σε κάθε στάδιο, το άτομο διαπραγματεύεται μια κρίση που λειτουργεί ως κομβικό σημείο στην ανάπτυξη του. Όταν η κρίση έχει επιλυθεί επιτυχώς, το άτομο είναι σε θέση να αναπτύξει την ψυχοκοινωνική ποιότητα που σχετίζεται με το συγκεκριμένο στάδιο ανάπτυξης.
Γνωρίστε περισσότερα για τα ψυχοκοινωνικά στάδια της θεωρίας του Erik Erikson, συμπεριλαμβανομένης της κρίσης με την οποία έρχεται κανείς αντιμέτωπος σε κάθε στάδιο και τα σημαντικά γεγονότα που συμβαίνουν κατά τη διάρκεια κάθε σημείου της ανάπτυξης.
Στάδιο 1ο: Εμπιστοσύνη Εναντίον Αμφιβολίας Η κρίση «Εμπιστοσύνη εναντίον Αμφιβολίας» είναι το πρώτο ψυχοκοινωνικό στάδιο που παρουσιάζεται κατά τη διάρκεια του πρώτου έτους περίπου της ζωής ενός παιδιού. Κατά τη διάρκεια αυτής της κρίσιμης φάσης της ανάπτυξης, ένα βρέφος εξαρτάται εντελώς από τους φροντιστές του.
Όταν οι γονείς ή οι φροντιστές ανταποκρίνονται στις ανάγκες ενός παιδιού με συνέπεια και με τρόπο που αποπνέει ζεστασιά, το παιδί, στη συνέχεια, μαθαίνει να εμπιστεύεται τον κόσμο και τους ανθρώπους γύρω του.
Στάδιο 2ο: Αυτονομία Εναντίον Ντροπής Το δεύτερο στάδιο περιλαμβάνει την ψυχοκοινωνική κρίση ανάμεσα στην αυτονομία και την ντροπή ή την αμφιβολία. Καθώς το παιδί εισέρχεται στα νηπιακά χρόνια, το κέρδος μίας μεγαλύτερης αίσθησης του προσωπικού ελέγχου γίνεται όλο και πιο σημαντικό.
Καθήκοντα όπως να μαθαίνει πώς να χρησιμοποιήσει την τουαλέτα, να επιλέγει τροφές και παιχνίδια, είναι τρόποι με τους οποίους τα παιδιά αποκτούν μια μεγαλύτερη αίσθηση της ανεξαρτησίας.
Στάδιο 3ο: Πρωτοβουλία Εναντίον Ενοχής Το τρίτο ψυχοκοινωνικό στάδιο εμφανίζεται στις ηλικίες μεταξύ περίπου των τριών και πέντε ετών και επικεντρώνεται στην ανάπτυξη μιας αίσθησης της αυτο-πρωτοβουλίας.
Τα παιδιά που ενθαρρύνονται να συμμετέχουν σε παιχνίδια με αυτοσκηνοθεσία, συνεχίζουν στη ζωή με μια αίσθηση ισχυρής πρωτοβουλίας, ενώ όσα έχουν αποθαρρυνθεί από αυτές τις δραστηριότητες μπορεί να αρχίσουν να αισθάνονται μια αίσθηση ενοχής για τις δραστηριότητες που ξεκινούν οι ίδιοι.
Στάδιο 4ο: Εργατικότητα Εναντίον Αισθήματος Κατωτερότητας Κατά τη διάρκεια της μέσης παιδικής ηλικίας μεταξύ των ηλικιών περίπου έξι και έντεκα ετών, τα παιδιά εισέρχονται στο ψυχοκοινωνικό στάδιο που είναι γνωστό ως «Εργατικότητα έναντι Αισθήματος Κατωτερότητας». Καθώς τα παιδιά συμμετέχουν στην κοινωνική αλληλεπίδραση με τους φίλους και τις ακαδημαϊκές δραστηριότητες στο σχολείο, αρχίζουν να αναπτύσσουν μια αίσθηση υπερηφάνειας και ολοκλήρωσης στην εργασία και τις ικανότητές τους.
Τα παιδιά που επαινούνται και ενθαρρύνονται αναπτύσουν μια αίσθηση επάρκειας, ενώ εκείνα τα οποία αποθαρρύνονται μένουν με ένα αίσθημα κατωτερότητας.
Στάδιο 5ο: Ταυτότητα Εναντίον Σύγχυσης των ρόλων Στο πέμπτο ψυχοκοινωνικό στάδιο, ο σχηματισμός μιας προσωπικής ταυτότητας γίνεται κρίσιμος. Κατά τη διάρκεια της εφηβείας, οι έφηβοι εξερευνούν διαφορετικές συμπεριφορές, ρόλους και ταυτότητες.
Ο Erikson πίστευε ότι αυτό το στάδιο ήταν ιδιαίτερα κρίσιμο και ότι η σφυρηλάτηση μιας ισχυρής ταυτότητας χρησιμεύει ως βάση για την εξεύρεση της μελλοντικής κατεύθυνσης στη ζωή.
Εκείνοι που βρίσκουν μια αίσθηση ταυτότητας αισθάνονται ασφαλείς, ανεξάρτητοι και έτοιμοι να αντιμετωπίσουν το μέλλον, ενώ όσοι παραμένουν σε σύγχυση μπορεί να αισθάνεται χαμένοι, ανασφαλείς και αβέβαιοι για τη θέση τους στον κόσμο.
Στάδιο 6ο: Οικειότητα Εναντίον Απομόνωσης Το έκτο ψυχοκοινωνικό στάδιο επικεντρώνεται στον σχηματισμό οικείων σχέσεων αγάπης με τους άλλους ανθρώπους. Οι γνωριμίες, ο γάμος, η οικογένεια και οι φιλίες είναι σημαντικές κατά τη διάρκεια του σταδίου της οικειότητας εναντίον της απομόνωσης, η οποία διαρκεί περίπου από την ηλικία των 19 μέχρι των 40 ετών.
Με τη διαμόρφωση επιτυχών σχέσεων αγάπης με άλλους ανθρώπους, τα άτομα είναι σε θέση να βιώσουν την αγάπη και να απολαύσουν την οικειότητα. Εκείνοι που αποτυγχάνουν να σχηματίσουν σταθερές σχέσεις μπορεί να αισθάνονται απομονωμένοι και μόνοι.
Στάδιο 7ο: Παραγωγικότητα Εναντίον Απραξίας Μόλις οι ενήλικες εισέλθουν στο στάδιο, που εμφανίζεται κατά τη διάρκεια της μέσης ηλικίας, η ψυχοκοινωνική κρίση επικεντρώνεται στην ανάγκη δημιουργίας ή γαλούχησης πράγματων που θα επιβιώσουν περισσότερο από το άτομο.
Η ανατροφή μιας οικογένειας, η εργασία και η συμβολή στην κοινότητα είναι όλοι τρόποι με τους οποίους οι άνθρωποι αναπτύσσουν μια αίσθηση του σκοπού. Όσοι αδυνατούν να βρουν τρόπους για να συμβάλουν μπορεί να αισθάνονται αποκομμένοι και άχρηστοι.
Στάδιο 8ο: Πληρότητα του Εγώ εναντίον Απελπισίας Το τελικό ψυχοκοινωνικό στάδιο ξεκινά γύρω από την ηλικία των 65 ετών και διαρκεί μέχρι το θάνατο. Κατά τη διάρκεια αυτής της χρονικής περιόδου, το άτομο κοιτάζει πίσω στη ζωή του. Το μείζον ζήτημα κατά τη διάρκεια αυτού του σταδίου είναι: «Έζησα τελικά μια ζωή με νόημα;».
Όσοι έχουν ζήσει μια ζωή με νόημα θα νιώσουν μια αίσθηση ειρήνης, σοφίας και πληρότητας, ακόμα και όταν αντιμετωπίζουν τον θάνατο. Για όσους κοιτάζουν πίσω στη ζωή τους και βλέπουν πικρία και λύπη, τότε θα νιώσουν συναισθήματα απελπισίας.
Η βρεφική και νηπιακή ηλικία σύμφωνα με τον Erikson
Βασική εμπιστοσύνη- Βασική δυσπιστία
«Η πρώτη ένδειξη κοινωνικής εμπιστοσύνης στο βρέφος είναι η
ευκολία με την οποία τρώει, η βαθύτητα του ύπνου του και η χαλάρωση των εντέρων
του. Η εμπειρία μιας αμοιβαίας ρύθμισης των αυξανόμενα δεκτικών του ικανοτήτων
με τις μητρικές μεθόδους τροφοδότησης το βοηθά σταδιακά να ισορροπήσει την
έλλειψη άνεσης που προξενείται από την ανωριμότητα της ομοιόστασης με την οποία
γεννήθηκε. Στις ολοένα αυξανόμενες ώρες της εγρήγορσής του αντιλαμβάνεται ότι
όλο και περισσότερες περιπέτειες των αισθήσεων του διεγείρουν ένα αίσθημα
οικειότητας, ότι έχουν συμπέσει με ένα αίσθημα εσωτερικής καλοσύνης. Οι
διάφορες μορφές άνεσης, και οι άνθρωποι που συνδέονται με αυτές, γίνονται τόσο
γνώριμες όσο και η βασανιστική δυσκολία των εντέρων. Το πρώτο κοινωνικό
κατόρθωμα του νηπίου, λοιπόν, είναι η προθυμότητα του να αφήσει τη μητέρα του
να εξαφανιστεί χωρίς υπερβολικό άγχος ή οργή- γιατί η μητέρα έχει γίνει
εσωτερική βεβαιότητα καθώς και εξωτερικά προβλεπτή. Αυτή η συνέπεια, η συνέχεια
και η ομοιότητα (ταυτότητα) εμπειρίας παρέχει κάποια στοιχειώδη αίσθηση
ταυτότητας του εγώ που εξαρτάται, πιστεύω, από την αναγνώριση ότι υπάρχει ένας
εσωτερικός κόσμος ενθυμούμενων και προσδοκώμενων εντυπώσεων και εικόνων που
συσχετίζονται σταθερά με τον εξωτερικό κόσμο οικείων και προβλέψιμων προσώπων
και πραγμάτων».
«Αλλά ακόμη και στις πιο ευνοϊκές συνθήκες, το στάδιο αυτό
φαίνεται να εισάγει στην ψυχική ζωή (και γίνεται πρωτοτυπικό για) μια αίσθηση
εσωτερικού διχασμού και μια καθολική νοσταλγία για κάποιο χαμένο παράδεισο.
Ενάντια σ’ αυτόν ακριβώς τον ισχυρό συνδυασμό της αίσθησης ότι το άτομο έχει
στερηθεί, έχει διχαστεί κι έχει εγκαταλειφθεί πρέπει να διατηρηθεί σ’ όλη τη
διάρκεια της ζωής η βασική εμπιστοσύνη»
Αυτονομία- ντροπή και αμφιβολία
«Περιγράφοντας την ανάπτυξη και τις κρίσεις που υφίσταται ο
άνθρωπος σαν να ήταν μια σειρά από εναλλακτικές βασικές στάσεις όπως η
εμπιστοσύνη έναντι στη δυσπιστία, καταφεύγουμε στον όρο ‘αίσθηση’, παρόλο που
σαν την ‘αίσθηση υγείας’ ή σαν την ‘αίσθηση μη- υγείας’, οι ‘αισθήσεις’ αυτού
του είδους διαπερνούν την επιφάνεια και το βάθος, τη συνείδηση και το
ασυνείδητο. Είναι λοιπόν ταυτόχρονα τρόποι εμπειρίας επιδεκτικοί σε αυτόελεγχο,
τρόποι συμπεριφοράς, που είναι δυνατόν να παρατηρηθούν από τους άλλους και
ασυνείδητες εσωτερικές καταστάσεις που είναι δυνατόν να προσδιοριστούν με τεστ
και ανάλυση».
«Ο εξωτερικός έλεγχος σε αυτό το στάδιο πρέπει να είναι αυστηρά καθησυχαστικός. Το νήπιο πρέπει να αισθάνεται ότι η βασική πίστη στην ύπαρξη που είναι ο μόνιμος θησαυρός που διασώθηκε από τη λυσσαλέα οργή του στοματικού σταδίου, δεν θα κινδυνεύσει από αυτό το ανολοκλήρωτο πρόσωπό του, από την ξαφνική βίαιη επιθυμία να μπορεί να διαλέγει, να οικειοποιείται απαιτητικά και να εκκενώνει με πείσμα. Η σταθερότητα πρέπει να τον προστατέψει από την δυνητική αναρχία της μη διαπαιδαγωγημένης ακόμη αίσθησης διάκρισης που το χαρακτηρίζει, δηλαδή από την ανικανότητά του να κρατάει και να αφήνει με σύνεση. Μια και το περιβάλλον του το ενθαρρύνει να ‘σταθεί στα ίδια του τα πόδια’ πρέπει να το προστατέψει από τις χωρίς νόημα και αυθαίρετες εμπειρίες της ντροπής και της πρώιμης αμφιβολίας».
«Η αμφιβολία είναι αδελφή της ντροπής. Ενώ η ντροπή
εξαρτάται από την συνείδηση ότι είναι κανείς ευθύς, τίμιος και εκτεθειμένος, η
αμφιβολία, καταλήγω να πιστεύω ύστερα από τις κλινικές παρατηρήσεις μου, έχει
άμεση σχέση με τη συνείδηση ότι το άτομο έχει ένα μπρος και ένα πίσω- και
ιδιαίτερα, έχει ‘οπίσθια’. Γιατί αυτή η αντίστροφη περιοχή του σώματος, με την
επιθετική και λιμπιντική της συγκέντρωση στους σφιγκτήρες και τους γλουτούς,
δεν είναι δυνατόν να είναι θεατή για το παιδί και παρόλα αυτά μπορεί να
κυριαρχηθεί από τη θέληση των άλλων».
Πρωτοβουλία- ενοχή
«Ξέρω ότι για πολλούς η λέξη ‘πρωτοβουλία’ έχει καθαρά
αμερικανική και παραγωγική σημασία. Και όμως, η πρωτοβουλία είναι αναγκαίο
μέρος κάθε πράξης και ο άνθρωπος νοιάζεται την αίσθηση πρωτοβουλίας για
οτιδήποτε μαθαίνει και κάνει, από το μάζεμα των φρούτων μέχρι κάποιο
επιχειρησιακό σύστημα.
Το κινητικό στάδιο και το στάδιο της νηπιακής γεννητικότητας
προσθέτουν στον κατάλογο των βασικών κοινωνικών ιδιοτήτων την ιδιότητα της
‘διαμόρφωσης’ με τη σημασία του ‘όντος εν διαμορφώσει’. Δεν υπάρχει απλούστερη
και ισχυρότερη λέξη για αυτό το πράγμα. Υποδηλώνει ευχαρίστηση για έφοδο και
κατάκτηση. Στο αγόρι, η έμφαση παραμένει στους φαλλικούς- εισχωρητικούς
τρόπους, στο κορίτσι στρέφεται σε τρόπους ‘σύλληψης’ με τις πιο επιθετικές
μορφές της απόσπασης ή με την ηπιότερη μορφή της ελκυστικότητας και της
στοργής».
Βιβλιογραφία
Έρικσον, Έρικ. (1976). Η Παιδική ηλικία και η Κοινωνία. Αθήνα: Καστανιώτης, σελ. 251-271.