Ο ορισμός της νοητικής υστέρησης που έχει γίνει σήμερα αποδεκτός από τους περισσότερους ειδικούς και τείνει να καθιερωθεί, είναι αυτός που διατυπώθηκε το 1959 από τον Αμερικανικό Σύνδεσμο Νοητικής Καθυστέρησης (A.A.M.D - American Association on Mental Deficiency). Ο ορισμός που πρότεινε η Επιτροπή αυτή, είναι ο εξής: "Νοητική καθυστέρηση είναι μια παθολογική κατάσταση που εμφανίζεται στην περίοδο της ανάπτυξης, χαρακτηρίζεται από νοητική ικανότητα κάτω από το μέσο όρο και συνοδεύεται από μειωμένη ικανότητα προσαρμογής".
Σύμφωνα με τον ορισμό, η νοητική καθυστέρηση είναι μια ανεπάρκεια που χαρακτηρίζεται από σημαντικούς περιορισμούς τόσο στη νοητική λειτουργία όσο και στην προσαρμοστική συμπεριφορά που εξειδικεύεται σε εννοιολογικές, κοινωνικές και πρακτικές δεξιότητες.
Αίτια της νοητικής καθυστέρησης
Τα αίτια της νοητικής καθυστέρησης ταξινομούνται σε γενετικά και περιβαλλοντικά:
Α. Γενετικά αίτια: οφείλονται κυρίως σε ανωμαλίες των χρωμοσωμάτων και σε κληρονομικές ασθένειες του μεταβολισμού.
Β. Περιβαλλοντικά αίτια: μπορούν να διαχωριστούν σε:
α) Αίτια που δρουν κατά την περίοδο της εγκυμοσύνης: Διάφορα φάρμακα, μολυσματικές ασθένειες, κακή διατροφή, αλκοόλ, ακτινοβολίες, τραυματισμοί στην κοιλιακή χώρα.
β) Αίτια που δρουν κατά τον τοκετό: ανοξία, τραυματισμοί του εγκεφάλου, πρόωρος τοκετός κ.ά..
γ) Αίτια που δρουν κατά την παιδική ηλικία: μολυσματικές ασθένειες, (π.χ: εγκεφαλίτιδα, μηνιγγίτιδα κλπ.), τραύματα στο κεφάλι, δηλητηριάσεις από διάφορες χημικές ουσίες ελαττωματικά αισθητήρια όργανα, ακατάλληλο συναισθηματικό και κοινωνικό περιβάλλον (ιδρυματοποίηση, στερημένο εκπαιδευτικό περιβάλλον, συναισθηματική αποστέρηση κ.ά.).
Ταξινόμηση της νοητικής καθυστέρησης
Eίναι δύσκολο να προσδιορίσουμε με αριθμητικά δεδομένα τα άτομα με νοητική καθυστέρηση δεδομένου ότι και η ταξινόμηση αποτελεί 145 δύσκολη και πολύπλοκη υπόθεση. Τα νοητικά καθυστερημένα άτομα ανέρχονται γύρω στα 3% του συνόλου του πληθυσμού και αποτελούν μια ανομοιογενή ομάδα. Διαφορές υπάρχουν ως προς την αιτία και το βαθμό νοητικής καθυστέρησης, ως προς το πλήθος και το είδος των διαταραχών που συνυπάρχουν, ως προς το είδος των απαιτούμενων εκπαιδευτικών προγραμμάτων κ.ά..
Για την ταξινόμηση των νοητικώς καθυστερημένων ατόμων έχουν προταθεί κατά καιρούς διάφορα κριτήρια (ιατρικής αιτιολογίας, ψυχολογικά κ.ά.). Σύμφωνα με τον Αμερικάνικο Σύνδεσμο Νοητικής Καθυστέρησης (American Association of Mental Deficiency) για την ταξινόμηση των παιδιών με νοητική καθυστέρηση, γίνεται νοομετρικός έλεγχος, που περιλαμβάνει τη χορήγηση σταθμισμένων τεστ από ειδικά εκπαιδευμένους ψυχολόγους. Η ταξινόμηση με βάση το βαθμό βαρύτητας της νοητικής υστέρησης περιλαμβάνει τέσσερις κατηγορίες: ελαφρά, μέτρια, βαριά και βαρύτατη (βαθιά).
➢ Ελαφρά νοητική υστέρηση: Αφορά τα άτομα που ο δείκτης νοημοσύνης κυμαίνεται από 50-55 μέχρι 70 και αποτελούν το 80% περίπου του πληθυσμού των νοητικώς υστερούντων.
➢ Μέτρια νοητική υστέρηση: Στα άτομα της κατηγορίας αυτής ο δείκτης νοημοσύνης κυμαίνεται από 35-40 μέχρι 50-55. Αποτελούν το 12% περίπου του πληθυσμού των νοητικώς υστερούντων.
➢ Βαριά νοητική υστέρηση: Αφορά τα άτομα που ο δείκτης νοημοσύνης κυμαίνεται από 20-25 μέχρι 40 και αποτελούν το 7% περίπου του πληθυσμού των νοητικώς υστερούντων.
➢ Βαρύτατη (βαθιά) νοητική υστέρηση: Στα άτομα της κατηγορίας αυτής ο δείκτης νοημοσύνης κυμαίνεται κάτω από 20-25 και αποτελούν το 1-2% του συνόλου των νοητικά καθυστερημένων.
Η ταξινόμηση που έχει γίνει καθαρά για εκπαιδευτικούς σκοπούς, έχει προταθεί από τον Kirk και περιλαμβάνει:
α) Τα εκπαιδεύσιμα άτομα. Έχουν ελαφρά νοητική καθυστέρηση και δείκτη νοημοσύνης 50-70.
β) Τα ασκήσιμα άτομα. Έχουν μέτρια νοητική καθυστέρηση, με δείκτη νοημοσύνης 30-50.
γ) Τους ιδιώτες. Είναι πλήρως εξαρτώμενα άτομα με βαριά και βαρύτατη νοητική καθυστέρηση και δείκτη νοημοσύνης κάτω του 30.