To μπλόκο της Κοκκινιάς συνέβη στις 17 Αυγούστου 1944, λίγο πριν το τέλος της Κατοχής, από Γερμανικές δυνάμεις, σε συνεργασία με δοσιλογικές, των Ταγμάτων Ασφαλείας και Ειδικής Ασφάλειας. Είναι το μπλόκο με τις μεγαλύτερες ανθρώπινες απώλειες στην Αθήνα (με δεύτερο το μπλόκο σε Δουργούτι-Φάρο-Κατσιπόδι), κατά το οποίο διεξήχθησαν εκατοντάδες ομαδικές εκτελέσεις, συνελήφθησαν χιλιάδες άνθρωποι ως όμηροι και σημειώθηκαν εκτεταμένοι εμπρησμοί σπιτιών και βαρβαρότητες, ως αντίποινα για την παρατεταμένη Μάχης της Κοκκινιάς, που είχε προηγηθεί, αλλά και γιατί η ανατολική Αττική ήταν προπύργιο της Αντίστασης.
Οι Έλληνες ταγματασφαλίτες που πρωταγωνίστησαν στις εκτελέσεις δε διώχθηκαν μεταπολεμικά. Στον τόπο των εκτελέσεων έχει δημιουργηθεί το Μουσείο της Μάντρας του Μπλόκου Κοκκινιάς.
Γεγονότα
Γύρω στις 3 τα ξημερώματα της Πέμπτης 17 Αυγούστου 1944, δεκάδες μηχανοκίνητα και πεζοπόρα τμήματα του Γερμανικού Στρατού μαζί με 500 βαριά οπλισμένους Γερμανούς[εκκρεμεί παραπομπή] και 2000 Έλληνες ταγματασφαλίτες εισέβαλαν στη Νίκαια, από την περιοχή της Πέτρου Ράλλη, στο ύψος του Γ' Νεκροταφείου, και από το Περιβολάκι (Πλατεία Δαβάκη) και την περικύκλωσαν.[6]
Τις πρώτες πρωινές ώρες, οι ταγματασφαλίτες απαίτησαν από τους άνδρες, ηλικίας 14 έως 60 ετών, να συγκεντρωθούν στην κεντρική πλατεία (Πλατεία Οσίας Ξένης) προκειμένου να ελεγχθούν. Τότε, οι Γερμανοί εισέβαλαν στα σπίτια και όσους εντόπιζαν μέσα σ' αυτά ή στις γύρω γειτονιές, τους εκτελούσαν επί τόπου.
Έπειτα από μερικές ώρες, περίπου 20.000 Κοκκινιώτες βρίσκονταν στην πλατεία και εκεί ντόπιοι δωσίλογοι, φορώντας κουκούλες για να μην αναγνωρίζονται, ξεκίνησαν να υποδεικνύουν στους Ναζί τους κατοίκους της Κοκκινιάς που είχαν σχέση με το ΕΑΜ. Αυτοί οδηγούνταν στη Μάντρα της Κοκκινιάς, μερικά στενά μακριά από την πλατεία, και με την κατηγορία ότι ήταν κομμουνιστές εκτελούνταν ομαδικά. Ταυτόχρονα με τις ομαδικές εκτελέσεις, οι Γερμανοί λεηλάτησαν και έκαψαν σπίτια, ύστερα από αψιμαχίες με μεικτή ομάδα του ΕΛΑΣ και της ΟΠΛΑ στα «Αρμένικα» (Νεάπολη).
Στο τέλος της ημέρας, εκατοντάδες (υπολογίζονται σε 350) πτώματα μεταφέρθηκαν και θάφτηκαν στο Γ' Νεκροταφείο ενώ, περίπου 8.000 Κοκκινιώτες οδηγήθηκαν ως όμηροι στο στρατόπεδο Χαϊδαρίου ή/και διασπάρθηκαν στα ναζιστικά στρατόπεδα για καταναγκαστική εργασία. Πέρα από ένοπλα χτυπήματα στους δοσιλογικούς σχηματισμούς, ως αντίδραση στα μπλόκα του Αυγούστου, το ΕΑΜ κήρυξε την πανεθνική απεργία της «Εθνικής Σωτηρίας» με σκοπό να αποτραπεί η αποστολή των ομήρων στα ναζιστικά στρατόπεδα, στις 24 Αυγούστου, την οποία και χτύπησαν τα Ευζωνικά Τάγματα, με δεκάδες νεκρούς στη νότια Αθήνα. Ως τα τέλη Αυγούστου, έγιναν πολλές εκτελέσεις, από τα Τάγματα, στο Κουκάκι, την Καλλιθέα και τα Σφαγεία (το σημερινό Ταύρο).
Ο τόπος αυτός αφορά την κτιριακή εγκατάσταση ενός προπολεμικού ταπητουργείου, το οποίο ανήκε στην αγγλική εταιρεία “Οριένταλ Κάρπετ” και λειτουργούσε από το 1929 μέχρι τα πρώτα χρόνια της περιόδου της Κατοχής, οπότε και αδρανοποιήθηκε. Στο ανενεργό πλέον, ταπητουργείο, επί Κατοχής, Γερμανοί κατακτητές και ντόπιοι συνεργάτες τους, εκτέλεσαν συνολικά 75 Έλληνες πατριώτες, νεαρής κυρίως ηλικίας, 72 άνδρες και 3 γυναίκες.
Μετά τα γεγονότα, το ταπητουργείο δε λειτούργησε ξανά. Έμεινε γνωστό ως Μάντρα Μπλόκου της Κοκκινιάς ή απλά ως Μάντρα της Κοκκινιάς και σήμερα αποτελεί μνημειακό χώρο.
Δίκη
Μετά την απελευθέρωση, η ηγεσία των Ταγμάτων Ασφαλείας, συμπεριλαμβανομένων του διοικητή του ευζωνικού τάγματος, Ιωάννη Πλυντζανόπουλου, και των σημαντικότερων συνεργατών του, δικάστηκε για συμμετοχή σε περίπου 30 μπλόκα. Από τις πρώτες μέρες της διαδικασίας, οι δημοκρατικές εφημερίδες της εποχής επισήμαναν την παρουσία «οπαδών της δεξιάς» στο ακροατήριο και το φόβο που είχαν ορισμένοι μάρτυρες κατηγορίας, όπως στρατιώτες ,οι οποίοι κατέθεταν συνοδευόμενοι από τη στρατονομία). Η δικαστική διαδικασία για το μπλόκο της Κοκκινιάς επικεντρώθηκε στο αν ο Πλυτζανόπουλος είχε πυροβολήσει έναν συλληφθέντα, που αντιδρούσε στον απαγχονισμό του, και δεν ασχολήθηκε καθόλου με την κατηγορία για «πράξεις βίας εν συμπράξει μετά των οργάνων των αρχών κατοχής εις βάρος Ελλήνων, ένεκα της δράσεώς των κατά του εχθρού». Ο εισαγγελέας πρότεινε την ενοχή ενός κατηγορούμενου, που δρούσε στο μπλόκο ως καταδότης, χωρίς να φοράει κουκούλα. Τελικά, όλοι οι κατηγορούμενοι κηρύχθηκαν αθώοι, το Μάρτιο του 1947 και ο αθηναϊκός τύπος της εποχής έκανε μόνο μερικές ασήμαντες αναφορές στην απόφαση.
Δημόσια μνήμη
Τη δεκαετία του 1950, τοποθετήθηκε στη μάντρα μια πλάκα που ανέφερε ότι «εδώ οι Γερμανοί κατακτητές εκτέλεσαν Έλληνες πατριώτες». Στην επέτειο του μπλόκου τελούνταν ανεπίσημα μνημόσυνα, έως ότου η δημοτική αρχή οργάνωσε ένα μνημόσυνο, στην εικοστή επέτειο του μπλόκου, το 1964. Μετά το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου και την επιβολή στρατιωτικής δικτατορίας, τη διοργάνωση της τελετής, που προσέλαβε πλέον αντικομμουνιστικό χαρακτήρα, ανέλαβε η Στρατιωτική Διοίκηση Πειραιώς. Στην επίσημη ομιλία, τον Αύγουστο του 1967, αποσιωπήθηκε η συμμετοχή των ταγματασφαλιτών και προβλήθηκε ο ισχυρισμός ότι «κύριος αποκλειστικός στόχος» του μπλόκου ήταν μέλη της ΟΠΛΑ, καθώς και ότι οι κουκουλοφόροι καταδότες ήταν εντεταλμένα μέλη του ΚΚΕ. Στις 17 Αυγούστου 1968, έγιναν τα αποκαλυπτήρια μιας νέας αναμνηστικής πλάκας στη μάντρα, που έφερε την επιγραφή «Προδόται και μασκοφόροι κομμουνισταί εαμίται, ελασίται παρέδωσαν εις τους βάρβαρους κατακτητάς την 17ην Αυγούστου 1944 αγνούς πατριώτας αγωνιστάς της Εθνικής Αντιστάσεως, τέκνα ηρωικά της Νικαίας, οι οποίοι και εξετελέσθησαν εις τον χώρον τούτον». Στην ομιλία του, τον ίδιο μήνα, ο ταγματάρχης ε.α., Νικόλαος Πλυτζανόπουλος, ανιψιός του διοικητή των ταγματασφαλιτών που συμμετείχαν στο μπλόκο, που ήταν διορισμένος από τη Δικτατορία δήμαρχος Νίκαιας, επανέλαβε το ίδιο επιχείρημα, αναφερόμενος στους δράστες ως «μασκοφόρους προδότας κομμουνιστάς» και στα θύματα ως «αθώους εθνικόφρονας πολίτας της Νικαίας» και υπερασπιζόμενος την ανάγκη δράσης, το καλοκαίρι του 1944, κατά της «κόκκινης τρομοκρατίας». Η επιγραφή αφαιρέθηκε μετά την πτώση της δικτατορίας.
Το 1982, πραγματοποιήθηκε η αγορά της μάντρας της Κοκκινιάς, προκειμένου να διατηρηθεί ο ιστορικός αυτός χώρος. Τον Ιούνιο του 1986, περίπου 40 χρόνια μετά τα γεγονότα, ολοκληρώθηκαν τα έργα της διαμόρφωσης του χώρου και στις 18 Αυγούστου του ίδιου έτους, μία μέρα μετά την επέτειο, πραγματοποιήθηκαν τα εγκαίνια. Το 2004, πραγματοποιήθηκε η τελευταία ριζική ανανέωση του μουσείου, ενώ πρόκειται για το πρώτο Μουσείο Εθνικής Αντίστασης σε ολόκληρη την Ελλάδα.
Το Ηρώο των Πεσόντων του Μπλόκου της Κοκκινιάς βρίσκεται στην Πλατεία 17ης Αυγούστου (Πλατεία Οσίας Ξένης). Είναι ένα ορειχάλκινο άγαλμα του Γιώργου Ζογγολόπουλου, του 1956.
Στη Μάντρα της Κοκκινιάς, υπάρχει το μουσείο για το Μπλόκο της Κοκκινιάς.
Το Μνημείο των Πεσόντων του Μπλόκου της Κοκκινιάς βρίσκεται στον περιβάλλοντα χώρο του Γ' Νεκροταφείου Αθηνών.
Τα γεγονότα του Μπλόκου της Κοκκινιάς αναπαριστώνται στην ταινία «Το Μπλόκο» του 1965 του Άδωνι Κύρου.