Οι συμβουλές των ειδικών δεν βρίσκουν πάντα εφαρμογή στο ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα. Αποτέλεσμα; Οι γονείς καταλήγουν να κάνουν τα μαθήματα μαζί με τα παιδιά τους. Πώς θα βοηθήσουμε τα παιδιά, ώστε να μην μας έχουν ανάγκη;
Δεν θα ξεχάσω ποτέ την πρώτη μέρα της κόρης μου στο δημοτικό σχολείο. Είχα διαβάσει ένα σωρό άρθρα για το ότι δεν πρέπει να βοηθάμε τα παιδιά μας στα μαθήματα του σχολείου. Είχα στις δικές μου αποσκευές μια παιδική ηλικία που σχεδόν ποτέ κανένας δεν με βοήθησε. Ήμουν σίγουρη ότι έτσι θα γινόταν και τώρα.
Αντιθέτως, αυτό που κατάλαβα από την πρώτη συνάντηση με τη δασκάλα ήταν ότι όχι μόνο θα έπρεπε να τη βοηθήσω, αλλά και ότι δεν γίνεται αλλιώς. Οι εργασίες των επόμενων ημερών, μηνών και σχολικών ετών απλώς το επιβεβαίωσαν. Τελικά πρέπει ή όχι να βοηθάμε τα παιδιά στα μαθήματα του σχολείου; Πόσο «συμφωνεί» το ελληνικό σύστημα εκπαίδευσης με τους ειδικούς; Και πώς πρέπει να ισορροπήσουμε εμείς ως γονείς για να βοηθήσουμε ουσιαστικά τα παιδιά;
Γιατί τα παιδιά πρέπει να διαβάζουν μόνα τους τα μαθήματα
Οι ειδικοί υποστηρίζουν ότι δεν πρέπει να βοηθάμε τα παιδιά στα μαθήματα που έχουν για το σπίτι. Το σχολείο σηματοδοτεί την είσοδο του παιδιού στον έξω κόσμο, μακριά από την ασφάλεια του σπιτιού. Στο σχολείο, το παιδί καλείται να διαχειριστεί μόνο του πολλές καινούργιες εμπειρίες. Μία από αυτές είναι το διάβασμα. Τι μήνυμα του δίνουμε αν διαχειριζόμαστε εμείς τις δικές του υποχρεώσεις;
«Η είσοδος στο δημοτικό εντείνει και την είσοδο στην υπευθυνότητα, στην αυτορρύθμιση, στη διαχείριση του χρόνου, των συναισθημάτων και της συμπεριφοράς», εξηγεί η παιδοψυχολόγος Έλλη Γιαννοπούλου. «Αν είμαστε δίπλα στο παιδί ανά πάσα στιγμή για να το βοηθήσουμε, εκείνο λαμβάνει το μήνυμα ότι δεν μπορεί να τα καταφέρει μόνο του. Αυτό επηρεάζει και την αυτοπεποίθησή του, αλλά και τη διάθεσή του να προσπαθεί».
Χειρότερη συνέπεια είναι η απώλεια της σχέσης γονιού παιδιού. «Ο γονιός, επιστρέφοντας από την εργασία του, νιώθει ότι έχει ο ίδιος διάβασμα. Αγχώνεται και ασυναίσθητα μεταφέρει το άγχος στο παιδί. Έχει μεγαλύτερες προσδοκίες για τις επιδόσεις του παιδιού, αφού επενδύει και ο ίδιος τον χρόνο και την προσπάθειά του. Δημιουργούνται πολλές συγκρούσεις, ο γονιός μπορεί να νιώσει θυμό και ενοχές. Συχνά, το παιδί αισθάνεται ότι οι γονείς του ενδιαφέρονται κυρίως για τις επιδόσεις του και όχι για το ίδιο».
Η σχολική μελέτη στο ελληνικό σχολείο
Στην ελληνική πραγματικότητα, το να διαβάζει το παιδί χωρίς τη βοήθεια κάποιου ενήλικα συχνά μοιάζει μη ρεαλιστικό. Η κ. Γιαννοπούλου θυμάται ακόμη την πρώτη της ομιλία σε γονείς και εκπαιδευτικούς με θέμα Σχέση σχολείου και οικογένειας: «Πολύ γρήγορα η συζήτηση επικεντρώθηκε στη μελέτη των παιδιών στο σπίτι. Όταν είπα ότι τα παιδιά είναι καλό να ενθαρρύνονται να διαβάζουν μόνα τους, οι δάσκαλοι αντέδρασαν έντονα. Υποστήριξαν ότι αν οι γονείς δεν βοηθούν τα παιδιά, τότε οι μαθητές θα πηγαίνουν στο σχολείο αδιάβαστοι».
Γιατί συμβαίνει αυτό; Γνωρίζουμε όλοι πολλούς δασκάλους που ξέρουν ποιο είναι το σωστό. Συχνά όμως δεν το εφαρμόζουν στην πράξη και ζητάνε την αρωγή των γονέων. Μια δασκάλα στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, μητέρα η ίδια μαθητών δημοτικού, δίνει τη δική της εξήγηση: «Η διδακτέα ύλη έχει διαφοροποιηθεί σε σχέση με το παρελθόν. Τα παιδιά εισάγονται σε ορισμένες έννοιες σε μικρότερη ηλικία από ό,τι εμείς. Έχουν προστεθεί μαθήματα, όπως για υπολογιστές και ξένες γλώσσες. Τις πιο πολλές φορές, όμως, είναι οι γονείς που εμπλέκονται στη μελέτη. Θέλοντας τα παιδιά να μάθουν όσα περισσότερα γίνεται ώστε να έχουν εφόδια, παρακολουθούν επισταμένως τη μελέτη τους. Αυτό επηρεάζει και τους δασκάλους, που δίνουν περισσότερες ή πιο απαιτητικές εργασίες».
Με την τηλεκπαίδευση που επέβαλε η πανδημία, οι γονείς κλήθηκαν να εμπλακούν με έναν πρωτόγνωρο τρόπο στη μαθησιακή διαδικασία. Αρχικά για τεχνικούς λόγους, να ρυθμίζουν δηλαδή τον υπολογιστή, την κάμερα, το μικρόφωνο κ.λπ., αλλά και για πιο ουσιαστικούς. Τα παιδιά ήταν δύσκολο να κάθονται τόσες ώρες απερίσπαστα στην οθόνη, οπότε η προσοχή τους μειώθηκε. Κατά συνέπεια και η δυνατότητα κατανόησης.
Οι γονείς κλήθηκαν να εξηγούν από την αρχή πολλές φορές όσα ο δάσκαλος παρέδωσε, να εκτυπώνουν τις ανάλογες εργασίες, να βοηθούν τα παιδιά να τις ολοκληρώσουν και να στέλνουν e-mail.
Πώς θα βοηθήσουμε ουσιαστικά τα παιδιά με τη σχολική μελέτη;
«Όπως σε όλα τα στάδια της ανάπτυξης, τα υποστηρίζουμε χωρίς να εμποδίζουμε την αυτονομία τους», συμβουλεύει η ειδικός. «Κάποτε τα κρατούσαμε από τα δύο χέρια για να κάνουν τα πρώτα του βήματα, μετά από το ένα, στη συνέχεια ήμασταν διακριτικά πίσω τους και μετά τα βλέπαμε να τρέχουν και να απομακρύνονται. Ανάλογη πρέπει να είναι η υποστήριξή μας στο διάβασμα, σεβόμενοι βέβαια πάντα τον ρυθμό και τις ιδιαιτερότητες του κάθε παιδιού».
Πιο συγκεκριμένα:
- Είμαστε δίπλα στο παιδί στην αρχή του δημοτικού για να του δείξουμε τον τρόπο να μελετά. Ενθαρρύνουμε το παιδί, δίνουμε παραδείγματα, επεξηγούμε, απλοποιούμε, και μετά το αφήνουμε μόνο του να ολοκληρώσει τα καθήκοντά του.
- Δημιουργούμε θετικό κλίμα και όμορφο περιβάλλον. Πρέπει να είμαστε γελαστοί, υπομονετικοί και ενθαρρυντικοί, όταν προσφέρουμε βοήθεια. Δείχνουμε στο παιδί πώς να κάνει μικρά διαλείμματα με διατάσεις, χορευτικές κινήσεις, κάποιο ενεργειακό σνακ. Όλα αυτά βοηθάνε στην εκτόνωση και στη συγκέντρωση.
- Είναι πολύ σημαντικό να αξιολογήσουμε πρώτα τις δυνατότητες και τις ενδεχόμενες αδυναμίες του παιδιού μας σε συνεργασία με τη δασκάλα του. Αν ένα παιδί λύνει άνετα τις ασκήσεις των μαθηματικών στην τάξη, αλλά στο σπίτι αρνείται λέγοντας ότι δεν καταλαβαίνει, τότε δεν πρόκειται για αντιληπτική αλλά για συναισθηματική δυσκολία.
5 πρακτικές συμβουλές για το διάβασμα στο σπίτι
- Στην πρώτη δημοτικού, τον πρώτο καιρό, καλό είναι να καθόμαστε μαζί με το παιδί. Να του διαβάζουμε τι ζητάει η άσκηση (εφόσον δεν ξέρει ακόμη να διαβάζει). Να το καθοδηγούμε στον τρόπο που θα την κάνει, αφού όμως πρώτα ακούσουμε από το ίδιο τι έχει πει ο δάσκαλος/ η δασκάλα. Έτσι, θα ενισχύσουμε όχι μόνο την εμπιστοσύνη στον/στην εκπαιδευτικό, αλλά και τη σχέση του μαζί της/του. Εκείνη/ον πρέπει να συμβουλεύεται για τα μαθήματα, όχι εμάς.
- Όσον αφορά τις διορθώσεις, καλό είναι να το διευκρινίσουμε με τον δάσκαλο ή τη δασκάλα. Άλλοι ζητάνε να επεμβαίνουμε και να διορθώνουμε τον τρόπο γραφής και άλλοι όχι.
- Ανάλογα με την ετοιμότητα του παιδιού και εφόσον η διδασκαλία της αλφαβήτου έχει ολοκληρωθεί, ο γονιός θα μπορούσε να αποσυρθεί ακόμη και στην πρώτη δημοτικού από το δωμάτιο.
- Η απομάκρυνση πρέπει να γίνει σταδιακά. Στην αρχή, αφήνουμε το παιδί να ολοκληρώσει μια άσκηση μόνο του, στη συνέχεια περισσότερες. Δηλώνουμε πάντα ότι είμαστε διαθέσιμοι για απορίες, αλλά πλέον δεν βρισκόμαστε στον ίδιο χώρο. Συνεχίζουμε να το υποστηρίζουμε με την παρουσία μας σε πιο δύσκολες στιγμές, όπως επαναλήψεις κεφαλαίων για διαγωνίσματα στις επόμενες τάξεις. Σταδιακά, το αφήνουμε μόνο του.
- Σταδιακή είναι και η απομάκρυνση από τον έλεγχο των καθηκόντων. Στην πρώτη δημοτικού μοιάζει ανέφικτο να μην τον έχουμε. Από τη δευτέρα, όμως, αυτό μπορεί να αλλάξει.
Πώς διαχειρίζεται ένα παιδί τον χρόνο του;
Ένα συνηθισμένο πρόβλημα είναι η αναβλητικότητα πολλών παιδιών να ξεκινήσουν τη μελέτη. Τόσο αυτή όσο και ο υπερβολικός χρόνος πάνω από τα βιβλία υποδεικνύουν μια συναισθηματική δυσκολία.
«Το κάθε παιδί έχει τον δικό του ρυθμό και τις δικές του ανάγκες. Επίσης η κάθε τάξη έχει διαφορετικές απαιτήσεις, αλλά και η κάθε ηλικία έχει τις δικές της… αντοχές. Για ένα παιδί της πρώτης τάξης του δημοτικού σχολείου, 15–20 λεπτά συγκέντρωσης είναι το μέγιστο των δυνατοτήτων του. Αν η μελέτη του απαιτεί περισσότερο χρόνο, φροντίζουμε να κάνει διάλειμμα.
»Στις μεγαλύτερες τάξεις του δημοτικού, από την τρίτη κι έπειτα, 2 ώρες συνήθως είναι αρκετές. Συζητήστε με τον εκπαιδευτικό πόσες ώρες μελέτης απαιτούνται και μιλήστε του για τυχόν δυσκολίες. Πολύ σημαντικό είναι να εντοπίσουμε ποιες ώρες το παιδί λειτουργεί καλύτερα. Συνήθως, όσο νωρίτερα στη διάρκεια της ημέρας, τόσο καλύτερα. Βοηθητικό είναι να υπάρχει μια σταθερή ώρα μελέτης», σχολιάζει η ειδικός.
Χρειάζεται και το παιχνίδι
Το παιχνίδι αποτελεί το κλειδί της επιτυχίας και για τη σχολική μελέτη. Χρειάζεται καθημερινά, ώστε να μπορεί το παιδί να συγκεντρώνεται αποτελεσματικά. Σύμφωνα με τους ειδικούς, το παιχνίδι δεν είναι απλώς ένα αναπτυξιακό επίτευγμα ή ένα μέσο για να περάσει το παιδί την ώρα του. Είναι σημαντικό, γιατί απηχεί τις προσπάθειες του παιδιού να συμφιλιωθεί με τα συγκινησιακά του βιώματα. Το παιχνίδι πρέπει να βρίσκει πάντα χρόνο μέσα στην ημέρα. Καλλιεργεί σημαντικές δεξιότητες της ζωής και αποφορτίζει. Μην το αμελείτε!
Περισσότερα θέματα για γονείς εδώ.