Σε αυτό το άρθρο δε θα μιλήσουμε για μεγάλους αυτοκράτορες ή κάποιες από τις πολλές δολοπλοκίες που ελάμβαναν χώρα στην Βυζαντινή Αυτοκρατορία. Αυτή την φορά θα μιλήσουμε για κάτι πιο πρακτικό. Όπως είναι γνωστό η Βυζαντινή Αυτοκρατορία ήταν μια από τις στρατιωτικές υπερδυνάμεις της εποχής της, και για πολλούς αιώνες αποτελούσε φόβητρο για όλους τους εχθρούς της. Αυτό όμως που δεν είναι πολύ γνωστό είναι το γεγονός πως αυτή η στρατιωτική υπεροχή δεν υπήρχε τυχαία ή μόνο λόγω του πλούτου της αυτοκρατορίας. Οι Βυζαντινοί, ως συνέχεια της προηγούμενης υπερδύναμης, της Ρωμαικής Αυτοκρατορίας δηλαδή, είχαν κληρονομήσει τις επιτυχημένες τους στρατιωτικές πρακτικές αιώνων και είχαν επενδύσει πολύ στην εξέλιξη τους, δημιουργώντας μια παράδοση έρευνας και ανάπτυξης όπως θα λέγαμε σήμερα. Αυτή η παράδοση δημιούργησε και το πιο μυστηριώδες και αποτελεσματικό υπερόπλο, για το οποίο και θα μιλήσουμε σήμερα, που για αιώνες εξασφάλιζε την άμυνα της Κωνσταντινούπολης ενάντια σε κάθε εχθρό. Ο λόγος, για το γνωστό μας, υγρόν πυρ.
Πρώτα πρώτα να πούμε τι ήταν το υγρόν πυρ. Όπως λέει και το όνομα του, ήταν ένα εμπρηστικό όπλο, υγρής ή παχύρευστης μορφής, της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, που εφευρέθηκε περίπου κατά τον 7ο αιώνα μ.Χ. Στην διεθνή βιβλιογραφία αναφέρεται σχεδόν πάντα ως ελληνικό πύρ (Λατ. ignis graecus, αγγλ. Greek fire) και περιβαλλόταν με άκρα μυστικότητα. Μάλιστα υπήρχαν δικλείδες ασφαλείας ώστε να μην διαρρεύσει η σύσταση του στους εχθρούς. Όπως έχει γράψει ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος ο Πορφυρογέννητος "το υγρόν πυρ από το Θεό μέσω αγγέλων στον μεγάλο και πρώτο Χριστιανό άγιο Κωνσταντίνο (εννοώντας τον Μέγα Κωνσταντίνο) φανερώθηκε και διδάχτηκε'' και Μάλιστα ο Πορφυρογέννητος γράφει ότι ο ίδιος ο Μέγας Κωνσταντίνος έγραψε κατάρες πάνω στην αγία τράπεζα εναντίον όποιου τολμήσει να προδώσει το μυστικό σε άλλο έθνος.
Τα εμπρηστικά όπλα βέβαια ήταν γνωστά και από πιο πριν, υπάρχουν αναφορές ακόμη και στην Ιλιάδα του Ομήρου αλλά και στον Θουκυδίδη για χρήση ενός τύπου φλογοβόλων κατά την πολιορκία του Δηλίου το 424 π.Χ. Η μοναδικότητα όμως του υγρού πυρός ήταν πως δεν αποτελούσε απλώς μια εύλεκτη ουσία. Ήταν ένα ολοκληρωμένο οπλικό σύστημα με συγκεκριμένο τρόπο παραγωγής και συγκεκριμένο τρόπο εκτόξευσης κυρίως από πλοία αλλά και από την στεριά καθώς και από πεζούς στρατιώτες με την χρήση χειροβομβίδων.
Αρχικά, ας δούμε πως παρασκευαζόταν το υγρό πύρ που αναφέρεται επίσης και με άλλα ονόματα όπως πυρ θαλάσσιον, μηδικόν πυρ, πολεμικόν πυρ ή πυρ λαμπρόν. Η ακριβής σύσταση του, λόγω της μυστηκότητας των Βυζαντινών παραμένει άγνωστη σε μας. Έχουμε όμως κάποιες καταγραφές για τις ιδιότητες του, που μπορούν να μας καθοδηγήσουν. Πρώτα πρώτα, έχει καταγραφεί πως κατά την εκτόξευση του δημιουργούσε πολύ θόρυβο και πολύ καπνό. Επίσης όταν ερχόταν σε επαφή με το νερό στην θάλασσα αντί να σβήνει, έκαιγε περισσότερο, και μόνος τρόπος για να σβήσει ήταν η κάλυψη του με άμμο, δυνατό ξύδι ή ούρα προφανώς λόγω κάποιας χημικής αντίδρασης. Στο παρελθόν είχαν προταθεί από κάποιους χημικούς κάποιες ιδέες περί της σύστασης του, όμως άπο πειράματα που έγιναν αυτές οι ιδέες εγκαταλήφθηκαν. Οι πιο σύχρονες μελέτες, με πιο ευρέως αποδεκτή αυτή του J. R. Partington στο βιβλίο του ''History of Greek Fire and Gunpowder'', αναφέρει ότι τα συστατικά του ήταν: ακατέργαστο πετρέλαιο, νέφτι, φλεγόμενη πίσσα, θειάφι, ρετσίνι, ασβέστης και κατράμι, όλα αυτά όμως σε συγκεκριμένες αναλογίες και τρόπο παρασκευής, που είναι πολύ δύσκολο να φανταστούμε.
Όσον αφορά τώρα στον τρόπο εκτόξευσης του το υγρό πυρ ριχνόταν ''μετά ή διά των σιφώνων'' αντλιών ή σωλήνων δηλαδή, που ήταν τοποθετημένοι στα πολεμικά πλοία. Οι σίφωνες ήταν τοποθετημένοι στην πλώρη και ''έμπροσθεν χαλκού ημφιεσμένοι''. Μπορούσε όμως να εκτοξεύεται κατά των εχθρικών πλοίων ακόμη και μέσα σε δοχεία που έσπαγαν μετά την ρίψη αλλά ακόμη και με το χέρι, με τους λεγόμενους ''χειροσίφωνες''. Επίσης η εκτόξευση του υγρού πυρός δεν μπορούσε να γίνει οποιαδήποτε στιγμή. Έπρεπε τα εχθρικά πλοία να είναι σε κοντινή απόσταση, η θάλασσα να μην έχει τρικυμία, να μην πνέουν αντίθετοι άνεμοι και να μην χρησιμοποιείται κατά τη διάρκεια κυκλωτικών κινήσεων γιατί τότε θα κινδύνευαν τα φίλια πλοία.
Μια πολύ χαρακτηριστική καταγραφή έχει σωθεί από την Άννα την Κομνηνή στο έργο της Αλεξιάς, και περιγράφει την χρήση υγρού πυρός στη ναυμαχία της Ρόδου το 1099, μεταξύ Βυζαντινών και Ιταλών από την Πίζα. Όπως μας λέει: Ήξερε (εννοώντας τον αυτοκράτορα Αλέξιο τον Α') πως οι Πισσαίοι ήταν πεπειραμένοι στον κατά θάλασσα πόλεμο και φοβόταν τη σύγκρουση μαζί τους, γι' αυτό και κατασκεύασε σ' όλες τις πλώρες των πλοίων χάλκινα και σιδερένια κεφάλια λεόντων και άλλων χερσαίων ζώων κάθε λογής με τα στόματα ανοιχτά και τα στόλισε με χρυσάφι, ώστε και μόνο με τη θέα τους να σκορπίζει τον τρόμο. Το υγρόν πυρ που επρόκειτο να εξακοντίζεται κατά των εχθρών φρόντισε να περνάει από τα στόματά τους, έτσι ώστε να φαίνεται ότι το ξερνούσαν τα λιοντάρια και τ' άλλα άγρια ζώα''. Τρομοκρατημένοι οι βάρβαροι, θες από τη φωτιά που εκτοξευόταν εναντίον τους (γιατί ήταν ασυνήθιστοι από τέτοια μηχανήματα και από φλόγες που αντί να πηγαίνουν κατά τη φύση τους προς τα πάνω κατευθύνονταν όπου ήθελε αυτός που τις εξαπέλυε, συχνά προς τα κάτω κι άλλοτε προς τις δύο κατευθύνσεις), θες από τη μανία των κυμάτων, πανικοβλήθηκαν και τράπηκαν σε φυγή''.
Το υγρό πυρ χρησιμοποιήθηκε κατα κόρων εναντίων των Αράβων αλλά και κατά των Ρως στις επιδρομές τους προς την Κωνσαντινούπολη, πάντα με θεαματικά αποτελέσματα. Η συνεχόμενη χρήση του όμως έκανε σταδιακά τους μουσουλμάνους εχθρούς της αυτοκρατορίας να κατανοήσουν καλύτερα τα πλεονεκτήματα και τις αδυναμίες του. Έτσι προσάρμοσαν τη στρατηγική τους και έμαθαν να κρατούν την απαραίτητη απόσταση από τα βυζαντινά πλοία ενώ παράλληλα δημιούργησαν και μεθόδους προστασίας για τα πλοία τους, όπως για παράδειγμα καλύμματα από προβιές βουτηγμένες στο ξύδι.
Η χρήση του υγρού πυρός μειώθηκε σταδιακά κυρίως μετά την άλωση της πόλης από τους Λατίνους το 1204, δεν εγκαταλήφθηκε εντελώς όμως, αφού ακόμη και κατά την πολιορκία της Κωνσταντινούπολης το 1453 υπάρχει αναφορά για χρήση του κάτω από τα τείχη της πόλης.
Τέλος να πούμε ότι στη γνωστή σειρά "Games of Thrones",υπάρχει μια εντυπωσιακή σκηνή ναυμαχίας, όπου γίνεται χρήση εκρηκτικού υλικού που αναφέρεται ως wild fire, για την οποία ο συγγραφέας των βιβλίων και σεναριογράφος της σειράς δήλωσε ότι την έχει εμπνευστεί από το υγρό πυρ των Βυζαντινών.