“Ένιωθα πως αν μιλούσα θα στεναχωρούσα και τον Τζεφ και τους γονείς μου. Δεν ήθελα να πληγώσω κανέναν”.
Με αυτή τη φράση ο Τζόντι, αρκετά χρόνια μετά τον βιασμό του από τον προπονητή του, Τζεφ, εξήγησε γιατί δεν μίλησε στους γονείς του από την πρώτη στιγμή που υποψιάστηκε ότι “κάτι πάει λάθος”.
Τον Μάρτιο του 1984, ο 11χρονος Τζόντι, από τη Λουιζιάνα των ΗΠΑ, έπεσε θύμα σεξουαλικής κακοποίησης και απαγωγής από τον 25χρονο προπονητή του, Τζεφ Ντουσέτ. Λίγες ώρες μετά την εξαφάνισή του, οι γονείς του ειδοποίησαν την αστυνομία και αμέσως ξεκίνησε η επιχείρηση εντοπισμού του.
Για δέκα μέρες ο 11χρονος Τζόντι αγνοούταν. Μέχρι την ημέρα που ο Τζεφ αποφάσισε να επικοινωνήσει με την οικογένεια Πλασέ και να τους πει ότι το παιδί τους είναι μαζί του. Η αστυνομία εντόπισε το τηλεφώνημα και μέσα στα επόμενα λεπτά ο Τζεφ είχε συλληφθεί.
Την επόμενη εβδομάδα, ο πατέρας του Τζόντι, Γκάρι Πλασέ, καθώς έπινε το ποτό του σε ένα μπαρ της γειτονιάς του, άκουσε στις ειδήσεις ότι ο 25χρονος προπονητής, συνοδευόμενος από άνδρες της αστυνομίας, μεταφέρεται στη Λουιζιάνια για να δικαστεί. Όπως μετέδωσε ο δημοσιογράφος, η πτήση επρόκειτο να προσγειωθεί στις 21:08 ακριβώς.
Ο Γκάρι έφτασε στο αεροδρόμιο πριν από την προγραμματισμένη ώρα άφιξης. Στην τσέπη του είχε κρύψει το 38αρι περίστροφό του. Μόλις εντόπισε τον Τζεφ, πλησίασε και πυροβόλησε.
Η σφαίρα βρήκε τον 25χρονο προπονητή στο κεφάλι. Σκοτώθηκε ακαριαία.
Άνδρες της αστυνομίας έπεσαν πάνω στον Γκάρι και τον αφόπλισαν. Ρεπόρτερ και εικονολήπτες που είχαν συγκεντρωθεί στο σημείο για να καταγράψουν την άφιξη του κατηγορούμενου προπονητή, μετέδωσαν σε απευθείας σύνδεση το φονικό.
Ο Γκάρι οδηγήθηκε στο αστυνομικό τμήμα και από εκεί στη φυλακή, μέχρι να οριστεί δικάσιμος και να αξιολογηθεί η πράξη του στο δικαστήριο.
Ο προπονητής “ήταν ο καλύτερος φίλος μου”
Το 1983, όταν ο Τζόντι ήταν 10 χρονών, ξεκίνησε να παρακολουθεί μαθήματα καράτε. Ιδιοκτήτης της σχολής Hapkido και προπονητής ήταν ο πρώην πεζοναύτης, Τζεφ Ντουσέτ.
Ήδη από τους πρώτους μήνες ο 10χρονος Τζούντι φαινόταν να απολαμβάνει το νέο του χόμπι. Συμμετείχε σε τουρνουά, κέρδιζε αγώνες και μετά από κάθε προπόνηση επέστρεφε σπίτι χαρούμενος.
Παράλληλα, ο Τζεφ φαινόταν ως ο ιδανικότερος προπονητής. Ενδιαφερόταν για τους μαθητές του, επισκεπτόταν την οικογένεια Πλασέ, για να τους ενημερώσει για την εξέλιξη του παιδιού ενώ ο μικρός Τζόντι έλεγε πως είναι “ο καλύτερος φίλος του“.
Ο προπονητής επεδίωκε να περνάει όσο το δυνατόν περισσότερο χρόνο με το παιδί και όχι μόνο τις ώρες προπόνησης. Μια μέρα είπε στον Τζόντι ότι θα έπρεπε να μάθει να οδηγεί αυτοκίνητο. Ο μικρός ενθουσιάστηκε με την ιδέα.
Ο Τζεφ τον οδήγησε σε ένα ερημικό μέρος και μόλις ήταν σίγουρος ότι δεν τους κοιτάει κανείς, έβαλε τον 10χρονο Τζόντι να καθίσει στο τιμόνι. Καθώς του εξηγούσε τι πρέπει να κάνει του έπιασε το γόνατα. Όπως αποκάλυψε ο Τζόντι μερικά χρόνια αργότερα, εκείνη ήταν η πρώτη φορά που ένιωσε ότι “κάτι πάει λάθος”.
Ωστόσο, ήταν μόλις 10 χρονών και δεν έδωσε σημασία. Θεώρησε ότι έγινε τυχαία. Όμως, όπως κάθε παιδοβιαστής, έτσι και ο Τζεφ, έλεγχε τα όρια του παιδιού και σε κάθε τους συνάντηση διεκδικούσε όλο και μεγαλύτερη επαφή.
Η απαγωγή του μικρού και η σύλληψη του δράστη
Ο Τζόντι κακοποιούταν από τον προπονητή του ακόμα και μετά το μάθημα. Αλλά δεν μιλούσε σε κανέναν. Φοβόταν ότι θα στεναχωρήσει τους γονείς του και ότι θα έχανε τον φίλο του.
Δεν μπορούσε να εξηγήσει “γιατί ένας φίλος του μπορεί να ήθελε να του κάνει κακό“.
Μέχρι που ένα πρωινό στις αρχές Μαρτίου του 1984, ο Τζεφ είπε στον μικρό Τζόντι ότι έχει κανονίσει να πάνε οι δυο τους ένα ταξίδι στην Καλιφόρνια. Νωρίτερα, είχε πάει στο σπίτι του μικρού και είχε ενημερώσει τη μητέρα του ότι θα τον έπαιρνε μαζί του για λίγη ώρα, για μία βόλτα, να δουν μαζί ένα χαλί που ήθελε να αγοράσει.
Η μητέρα του Τζόντι δεν έφερε αντίρρηση. Άλλωστε ο προπονητής είχε κερδίσει την απόλυτη εμπιστοσύνη της οικογένειας Πλασέ.
Δεν ήταν απλώς ο προπονητής του παιδιού τους αλλά ένας οικογενειακός φίλος.
Ο Τζεφ με τον μικρό Τζόντι πήγαν αρχικά σε ένα μοτέλ, όπου ο Τζεφ ξυρίστηκε, κουρεύτηκε και έβαψε μόνος του τα μαλλιά του καστανά, για να μην τον αναγνωρίζουν και έπειτα έφυγαν για Καλιφόρνια. Εκεί έμειναν σε ένα φτηνό μοτέλ, κοντά στην Disneyland.
Η οικογένεια Πλασέ μάταια περίμενε τον μικρό να επιστρέψει από την βόλτα με τον προπονητή του. Μετά από λίγες ώρες ανησύχησαν και κάλεσαν την αστυνομία. Μετά την πρώτη ημέρα εξαφάνισής του σήμανε συναγερμός στις Αρχές και ξεκίνησε μεγάλη επιχείρηση εντοπισμού.
Μετά από δέκα ημέρες αγωνίας, ο μικρός Τζόντι ζήτησε από τον Τζεφ να καλέσει τους γονείς του. Εκείνος του το επέτρεψε και μίλησε και ο ίδιος μαζί τους, επιβεβαιώνοντας πως είναι μαζί. Η αστυνομία κατάφερε να βρει την τοποθεσία της κλήσης και μέσα σε λίγη ώρα κατέφτασε στο μοτέλ. Συνέλαβε τον 25χρονο προπονητή και μετέφερε το 11χρονο αγόρι στο νοσοκομείο.
Εκεί διαπιστώθηκε η κατ’ εξακολούθηση σεξουαλική κακοποίησή του. Αμέσως μετά, ο Τζόντι, συνοδευόμενος από άνδρες της ασφάλειας επιβιβάστηκε στο αεροπλάνο και οδηγήθηκε στο σπίτι του, στη Λουιζιάνα.
Η εκτέλεση on camera
Ο Τζόντι επέστρεψε σπίτι αλλά ο πατέρας του δεν μπορούσε να ησυχάσει. Ένιωθε ως υποχρέωσή του να εκδικηθεί για όσα βίωσε το παιδί του.
Το απόγευμα της 16ης Μαρτίου καθώς τα σκεφτόταν όλα αυτά και έπινε το ποτό του σε ένα γειτονικό μπαρ, άκουσε στις ειδήσεις ότι ο κατηγορούμενος προπονητής θα επέστρεφε στη Λουιζιάνα για να δικαστεί. Χωρίς δεύτερη σκέψη, πήγε σπίτι, πήρε το 38αρι περίστροφό του και πήγε στο αεροδρόμιο.
Μόλις είδε κάμερες και πλήθος δημοσιογράφων συγκεντρωμένους σε μία από τις πύλες άφιξης ήξερε ότι από εκεί θα εμφανιζόταν ο Τζεφ. Και όντως έτσι έγινε. Μόλις ο Τζεφ εμφανίστηκε, ο Γκάρι πλησίασε και τον πυροβόλησε μία φορά στο κεφάλι. Ο προπονητής έπεσε νεκρός.
Ο βοηθός σερίφη που γνώριζε την ιστορία βιασμού και ήταν παρών στο σημείο έπεσε αμέσως πάνω στον Γκάρι για να τον αφοπλίσει. “Γιατί το έκανες αυτό;”, του φώναζε. Ο Γκάρι απάντησε:
“Αν κάποιος το έκανε αυτό στο παιδί σου θα έκανες και εσύ το ίδιο”
“Όλοι το ίδιο θα κάναμε”
Ο Γκάρι μπορεί να σκότωσε έναν παιδοβιαστή αλλά αυτό δεν αναιρούσε το αξιόποινο της πράξης του. Οδηγήθηκε στη φυλακή περιμένοντας να εκδικαστεί η υπόθεσή του. Καθ’ όλη τη διάρκεια της κράτησής του δέχτηκε ένα αμέριστο κύμα συμπαράστασης. Συγγενείς, γνωστοί και φίλοι τον υποστήριζαν λέγοντας πως “όλοι το ίδιο θα κάναμε στη θέση σου“.
Ακόμα και άγνωστος κόσμος τον υποστήριζε.
“Θα τον πυροβολούσα κι εγώ, αν έκανε αυτό που λένε ότι έκανε στα παιδιά μου. Μόνο που εγώ θα τον πυροβολούσα τρεις ή τέσσερις φορές και θα υπέφερε πριν πεθάνει” δήλωσε η Linda Boyd, μια εργαζόμενη στο αεροδρόμιο, στην Washington Post περίπου δύο εβδομάδες μετά τον πυροβολισμό.
Ο μόνος στάθηκε απέναντί του ήταν ο γιος του, Τζόντι. Ο ίδιος δήλωσε μερικά χρόνια αργότερα,
“Μετά τον πυροβολισμό, ήμουν πολύ αναστατωμένος με αυτό που έκανε ο πατέρας μου. Δεν ήθελα να σκοτωθεί ο Τζεφ. Ένιωθα ότι θα πήγαινε στη φυλακή και αυτό ήταν αρκετό για μένα”.
Τελικά το δικαστήριο αποφάσισε την απελευθέρωση του Γκάρι Πλασέ. Ο δικαστής έκρινε ότι δεν αποτελούσε κίνδυνο για τη δημόσια ασφάλεια και τον καταδίκασε σε επτά χρόνια με αναστολή, πέντε χρόνια επιτήρηση και 300 ώρες κοινωφελούς εργασίας.
Μετά από χρόνια ο Τζόντι “συγχώρεσε” τον πατέρα του.
“Μπόρεσα να το ξεπεράσω και τελικά να δεχτώ τον πατέρα μου πίσω στη ζωή μου, και κατά κάποιο τρόπο επιστρέψαμε στην κανονική μας ζωή. Δεν είναι σωστό να αφαιρείς τη ζωή κάποιου, αλλά όταν κάποιος είναι τόσο κακός άνθρωπος, με τα χρόνια δεν σε ενοχλεί και τόσο”.
Το 2011 ο Γκάρι υπέστη εγκεφαλικό και τρία χρόνια αργότερα, το 2014, πέθανε σε οίκο ευγηρίας σε ηλικία 68 ετών.
Το 2019, ο Τζόντι εξέδωσε ένα βιβλίο με τίτλο: “Why Gary, Why? The Jody Plauche story”, στο οποίο περιέγραφε όσα βίωσε στην ηλικία των 10–11 χρονών.
Όταν τελείωσε τις σπουδές του στο πανεπιστήμιο της Λουϊζιάνα, άρχισε να ασχολείται με τα θύματα σεξουαλικών επιθέσεων. Έγινε μέλος της οργάνωσης “Men Against Violence” και εργάστηκε στο “Victim Services Center of Montgomery County”.