Κάθε τέσσερα χρόνια για ένα μήνα, τα βλέμματα δισεκατομμυρίων ποδοσφαιρόφιλων στρέφονται στο Παγκόσμιο Κύπελλο, γνωστό ως Μουντιάλ.
Ωστόσο, λίγοι γνωρίζουν τον εμπνευστή της διοργάνωσης, η οποία, στο πέρασμα των ετών, εξελίχθηκε σε ένα άκρως δημοφιλές αθλητικό προϊόν.
Ο λόγος για τον Ζιλ Ριμέ, έναν Γάλλο νομικό και παράγοντα που διέβλεψε την τεράστια δυναμική του ποδοσφαίρου και έθεσε τα θεμέλια για την παγκοσμιοποίησή του.
Όπως είχε πει ο εγγονός του, Ιβ Ριμέ, ο παππούς του ήταν “ιδεαλιστής και ανθρωπιστής” και πίστευε ότι μπορούσε να ενώσει τα έθνη διαμέσου του “βασιλιά των σπορ”. Με επιμονή και πίστη, κατάφερε να δώσει στο όραμά του σάρκα και οστά.
Η ίδρυση του ποδοσφαιρικού συλλόγου Red Star
Ο Ριμέ γεννήθηκε στις 14 Οκτωβρίου 1873, στο χωριό Theuley-les-Lavoncourt της ανατολικής Γαλλίας. Σε ηλικία 11 ετών, μετακόμισε στο Παρίσι με την οικογένειά του και, αφότου ολοκλήρωσε το σχολείο, έλαβε υποτροφία και σπούδασε νομικά.
Μολονότι δεν διέθετε κανένα ποδοσφαιρικό παρελθόν, είτε ως παίκτης είτε ως προπονητής, ο Ριμέ ήταν φίλαθλος και οραματιστής.
Αν και θα μπορούσε να διαπρέψει στο χώρο της νομικής και των γραμμάτων, ο Ριμέ αποφάσισε να αφιερώσει τη ζωή του στην προώθηση της “στρογγυλής θεάς”.
Το Φεβρουάριο του 1897, ο Ριμέ, μαζί με μια παρέα ομοϊδεατών, ίδρυσε το ποδοσφαιρικό σωματείο Red Star. Επρόκειτο για ένα κλαμπ, το οποίο απηχούσε τη νοοτροπία του Ριμέ περί απουσίας ταξικών διακρίσεων.
Ως εκ τούτου, ο σύλλογος αντιμαχόταν την αντίληψη των Παριζιάνων της “υψηλής κοινωνίας” ότι το ποδόσφαιρο ήταν άθλημα των κατώτερων κοινωνικοοικονομικών στρωμάτων.
Η Red Star ήταν μεταξύ των ιδρυτικών ομάδων της Ligue 1, δηλαδή της πρώτης κατηγορίας του γαλλικού ποδοσφαίρου. 19 φορές πήρε μέρος στην Ligue 1 και κατέκτησε συνολικά 5 Κύπελλα Γαλλίας.
Εδώ και χρόνια, αγωνίζεται στις χαμηλότερες κατηγορίες, αλλά αναγνωρίζεται ως μία από τις παλαιότερες και ιστορικότερες ομάδες.
Πρόεδρος της Γαλλικής και της Παγκόσμιας Ποδοσφαιρικής Ομοσπονδίας
Το 1904, ο Ριμέ αποτέλεσε ένα από τα ιδρυτικά μέλη της Παγκόσμιας Ομοσπονδίας Ποδοσφαίρου (FIFA). Το 1919, και αφού μεσολάβησε η υπηρεσία του στο γαλλικό στρατό, στο πλαίσιο του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, ο Ριμέ έγινε ο πρώτος πρόεδρος στην ιστορία της Γαλλικής Ποδοσφαιρικής Ομοσπονδίας (FFF).
Το 1921, ο Γάλλος νομικός ανέλαβε την προεδρία της FIFA. Στη θέση αυτή, παρέμεινε για 33 χρόνια, και, μέχρι σήμερα, αποτελεί το μακροβιότερο πρόεδρο στην ιστορία της ομοσπονδίας. Ήταν, πλέον, ο κυρίαρχος παράγοντας τόσο στα γαλλικά όσο και στα διεθνή ποδοσφαιρικά δρώμενα.
Το πρώτο Παγκόσμιο Κύπελλο της ιστορίας
Η ιδέα για ένα παγκόσμιο ποδοσφαιρικό τουρνουά δεν έφυγε ποτέ από το μυαλό του Ριμέ. Το 1926, όρισε μία ειδική πενταμελή επιτροπή που θα εξέταζε την πιθανότητα διεξαγωγής ενός Μουντιάλ.
Στο Συνέδριο της FIFA στο Άμστερνταμ το 1928, αποφασίστηκε ότι το Παγκόσμιο Κύπελλο θα πραγματοποιείται κάθε τέσσερα χρόνια, όπως συμβαίνει μέχρι σήμερα.
Ένα χρόνο μετά, στο Συνέδριο της Βαρκελώνης, επελέγη η Ουρουγουάη ως διοργανώτρια χώρα. Οι Ουρουγουανοί δεσμεύτηκαν ότι θα κατασκεύαζαν ένα σύγχρονο γήπεδο, χωρητικότητας 90.000 θεατών, με αφορμή την επέτειο των 100 χρόνων της ανεξαρτησίας τους.
Επιπλέον, ήταν οι μόνοι που προθυμοποιήθηκαν να καλύψουν τα τεράστια έξοδα μεταφοράς και διαμονής των συμμετεχουσών χωρών.
Εκείνη την εποχή, τα θαλάσσια ταξίδια κρατούσαν έως και είκοσι ημέρες, γεγονός που αποτελούσε αποτρεπτικό παράγοντα για πολλές ευρωπαϊκές χώρες που προσπαθούσαν να επουλώσουν τις πληγές του Α’ Π. Π. και του κραχ του 1929.
Την ίδια στιγμή, η παραδοσιακή αντίπαλος της Γαλλίας, Αγγλία αρνήθηκε να συμμετάσχει, εκφράζοντας τη διαφωνία της για την ανάληψη του τουρνουά από χώρα της Λατινικής Αμερικής.
Εν τέλει, εκτός από την οικοδέσποινα Ουρουγουάη και τη Γαλλία, τα κράτη που πήραν μέρος στο Μουντιάλ ήταν μόλις έντεκα: η Γιουγκοσλαβία, η Ρουμανία και το Βέλγιο από την Ευρώπη και οι ΗΠΑ, η Αργεντινή, η Βραζιλία, το Μεξικό, η Βολιβία, η Χιλή, το Περού και η Παραγουάη από την Αμερική.
Έστω και λειψό, το πρώτο Μουντιάλ ήταν πλέον γεγονός και νικήτρια αναδείχθηκε η Ουρουγουάη, επικρατώντας στον τελικό της Αργεντινής με σκορ 4-2.
“Σημασία έχει ότι έγινε η αρχή. Τέθηκαν τα θεμέλια και είμαι βέβαιος ότι, αργά ή γρήγορα, το Παγκόσμιο Κύπελλο θα γίνει η μεγάλη γιορτή του ποδοσφαίρου“, είχε πει ο Ριμέ και η ιστορία τον δικαίωσε.
Η ταραχώδης ιστορία του τροπαίου Ζιλ Ριμέ
Το 1934, το Μουντιάλ διεξήχθη στη φασιστική Ιταλία. Ο Ριμέ δέχθηκε επικρίσεις ότι αγνόησε την πολιτική κατάσταση της χώρας. Ωστόσο, το κύρος της οργάνωσης είχε παγιωθεί.
Το επιστέγασμα των πολύχρονων προσπαθειών του για τη δημιουργία του Μουντιάλ ήρθε το 1946. Στη γιορτή που διεξήχθη για τα 25 χρόνια παρουσίας του στο “τιμόνι” της FIFA, το τρόπαιο του Μουντιάλ έλαβε το όνομά του.
Το τρόπαιο Ζιλ Ριμέ αναπαριστούσε την αρχαία θεά Νίκη. Ήταν φτιαγμένο από επιχρυσωμένο ασήμι με βάση από ημιπολύτιμο λίθο. Ο κανονισμός προέβλεπε ότι η ομάδα που θα το κατακτούσε τρεις φορές θα το κρατούσε για πάντα.
Η ιστορία του τροπαίου ήταν ταραχώδης και περιπετειώδης. Το 1966, τέσσερις μήνες πριν ξεκινήσει το Μουντιάλ της Αγγλίας, το κύπελλο εξαφανίστηκε. Το εντόπισε ένας σκύλος ονόματι Πικλς θαμμένο σε ένα κήπο.
Το 1970, η Βραζιλία κατέκτησε το τρίτο Μουντιάλ στην ιστορία της και το τρόπαιο Ζιλ Ριμέ περιήλθε μόνιμα στην κατοχή της. Βρισκόταν στην έδρα της Βραζιλιάνικης Ποδοσφαιρικής Συνομοσπονδίας στο Ρίο ντε Τζανέιρο έως το 1983, όταν τα “ίχνη” του χάθηκαν οριστικά.
Μέχρι σήμερα, κανείς δεν ξέρει πού βρίσκεται. Υπήρξαν πολλές εικασίες για τη “μοίρα” του, όπως ότι οι κλέφτες το έλιωσαν για να πουλήσουν το χρυσό.
Το 1966, αφότου χάθηκε το αυθεντικό κύπελλο, δημιουργήθηκε κρυφά από την Αγγλική Ποδοσφαιρική Ομοσπονδία ένα πιστό αντίγραφό του, το οποίο σήμερα εκτίθεται στο Εθνικό Ποδοσφαιρικό Μουσείο, στο Μάντσεστερ.
Το τρόπαιο του Μουντιάλ πήρε την τωρινή του μορφή το 1974 και μετονομάστηκε σε FIFA World Cup. Σύμφωνα με τους κανονισμούς, το αυθεντικό τρόπαιο παραμένει στην κατοχή της FIFA και ο εκάστοτε νικητής παραλαμβάνει ένα αντίγραφό του.
“Σήμερα θα ήταν απογοητευμένος”
Ο Ζιλ Ριμέ παραιτήθηκε από την προεδρία της FIFA το 1954. Το 1956, προτάθηκε για το Νόμπελ Ειρήνης και, στις 16 Οκτωβρίου του ίδιου έτους, δύο ημέρες μετά τα 83α γενέθλιά του, έφυγε από τη ζωή, στο Suresnes του Παρισιού.
“Σε αντίθεση με πολλούς άλλους στην εποχή του, συνειδητοποίησε ότι, για να είναι ο διεθνής αθλητισμός πραγματικά δημοκρατικός και να εμπλέξει τις μάζες, έπρεπε να είναι επαγγελματικός.
Παρ’ όλ’ αυτά, ο παππούς μου θα ήταν απογοητευμένος με το ποδόσφαιρο σήμερα που έχει γίνει μια επιχείρηση κυριαρχούμενη από το χρήμα. Δεν ήταν αυτό το όραμά του“, με βάση τα λόγια του εγγονού του Ριμέ, Ιβ.