Κλίση του ρήματος «αἱρῶ / αἱροῦμαι» σε όλους τους χρόνους και όλες τις εγκλίσεις

Αποστόλης Ζυμβραγάκης
0

Ενεργητική φωνή

ρέω/αρ = πιάνω, κυριεύω)
 
Ενεστώτας
Οριστική
αρ, αρες, αρε, αρομεν, αρετε, αροσι(ν)
Υποτακτική
αρ, αρς, αρ, αρμεν, αρτε, αρσι(ν)
Ευκτική
αρομι, αρος, αρο ή αροίην, αροίης, αροίη, αρομεν, αροτε, αροεν
Προστακτική
---, αρει, αρείτω, ---, αρετε, αρούντων ή αρείτωσαν
Απαρέμφατο
αρεν
Μετοχή
αρν, αροσα, αρον
 
Παρατατικός
ρουνρεις, ρει, ρομεν, ρετε, ρουν
 
Μέλλοντας
Οριστική
αρήσω, αρήσεις, αρήσει, αρήσομεν, αρήσετε, αρήσουσι(ν)
Ευκτική
αρήσοιμι, αρήσοις, αρήσοι, αρήσοιμεν, αρήσοιτε, αρήσοιεν
Απαρέμφατο
αρήσειν
Μετοχή
αρήσων, αρήσουσα, αρήσον
 
Αόριστος Β΄
Οριστική
ελον, ελες, ελε, ελομεν, ελετε, ελον
Υποτακτική
λω, λς, λλωμεν, λητε, λωσι(ν)
Ευκτική
λοιμι, λοις, λοι, λοιμεν, λοιτε, λοιεν
Προστακτική
---, λε, λέτω, ---, λετε, λόντων ή λέτωσαν
Απαρέμφατο
λεν
Μετοχή
λν, λοσα, λόν
 
Παρακείμενος
Οριστική
ρηκαρηκας, ρηκε, ρήκαμεν, οράκατε, οράκασι(ν)
 
Υποτακτική
ρηκώς-ρηκυα-ρηκός 
ρηκώς-ρηκυα-ρηκός ς
ρηκώς-ρηκυα-ρηκός 
ρηκότες-ρηκυαι-ρηκότα μεν
ρηκότες-ρηκυαι-ρηκότα τε
ρηκότες-ρηκυαι-ρηκότα σι(ν)
 
Ευκτική
ρηκώς-ρηκυα-ρηκός εην
ρηκώς-ρηκυα-ρηκός εης
ρηκώς-ρηκυα-ρηκός εη
ρηκότες-ρηκυαι-ρηκότα εημεν/ εμεν
ρηκότες-ρηκυαι-ρηκότα εητε/ ετε
ρηκότες-ρηκυαι-ρηκότα εησαν/ εεν
 
Προστακτική
---
ρηκώς-ρηκυα-ρηκός σθι
ρηκώς-ρηκυα-ρηκός στω
---
ρηκότες-ρηκυαι-ρηκότα στε
ρηκότες-ρηκυαι-ρηκότα στων
 
Απαρέμφατο
ρηκέναι
 
Μετοχή
ρηκώς, ρηκυα, ρηκός
 
Υπερσυντέλικος
ρήκεινρήκεις, ρήκει, ρήκεμεν, ρήκετε, ρήκεσαν
 
Μέση φωνή
ρομαι = εκλέγω, προτιμώ)
 
Ενεστώτας
Οριστική
αρομαι, αρε / αρ, αρεται, αρούμεθα, αρεσθε, αρονται
Υποτακτική
αρμαι, αρ, αρται, αρώμεθα, αρσθε, αρνται
Ευκτική
αροίμην, αροο, αροτο, αροίμεθα, αροσθε, αροντο
Προστακτική
--- αρο, αρείσθω, --- αρεσθε, αρείσθων ή αρείσθωσαν
Απαρέμφατο
αρεσθαι
Μετοχή
αρούμενος, αρουμένη, αρούμενον
 
Παρατατικός
ρούμηνρορετο, ρούμεθα, ρεσθε, ροντο
 
Μέλλοντας
Οριστική
αρήσομαι, αρήσ / αρήσει, αρήσεται, αρησόμεθα, αρήσεσθε, αρήσονται
Ευκτική
αρησοίμην, αρήσοιο, αρήσοιτο, αρησοίμεθα, αρήσοισθε, αρήσοιντο
Απαρέμφατο
αρήσεσθαι
Μετοχή
αρησόμενος
αρησομένη
αρησόμενον
 
Παθητικός Μέλλοντας
Οριστική
αρεθήσομαι, αρεθήσ / αρεθήσει, αρεθήσεται, αρεθησόμεθα, αρεθήσεσθε, αρεθήσονται
Ευκτική
αρεθησοίμην, αρεθήσοιο, αρεθήσοιτο, αρεθησοίμεθα, αρεθήσοισθε, αρεθήσοιντο
Απαρέμφατο
αρεθήσεσθαι
Μετοχή
αρεθησόμενος
αρεθησομένη
αρεθησόμενον
 
Αόριστος Β΄
Οριστική
ελόμην, ελου, ελετο, ελόμεθα, ελεσθε, ελοντο
Υποτακτική
λωμαι, λληται, λώμεθα, λησθε, λωνται
Ευκτική
λοίμην, λοιο, λοιτο, λοίμεθα, λοισθε, λοιντο
Προστακτική
---, λολέσθω, ---, λεσθε, λέσθων ή λέσθωσαν
Απαρέμφατο
λέσθαι
Μετοχή
λόμενος, λομένη, λόμενον
 
Παθητικός Αόριστος
Οριστική
ρέθηνρέθης, ρέθη, ρέθημεν, ρέθητε, ρέθησαν
Υποτακτική
αρεθ, αρεθς, αρεθ, αρεθμεν, αρεθτε, αρεθσι(ν)
Ευκτική
αρεθείην, αρεθείης, αρεθείη, αρεθείημεν / αρεθεμεν, αρεθείητε / αρεθετε, αρεθείησαν / αρεθεεν
Προστακτική
---, αρέθητι, αρεθήτω, ----, αρέθητε, αρεθέντων ή αρεθήτωσαν
Απαρέμφατο
αρεθναι
Μετοχή
αρεθείς, αρεθεσα, αρεθέν
 
Παρακείμενος
Οριστική
ρημαιρησαι, ρηται, ρήμεθα, ρησθε, ρηνται
 
Υποτακτική
ρημένος-ρημένη-ρημένον 
ρημένος-ρημένη-ρημένον ς
ρημένος-ρημένη-ρημένον 
ρημένοι-ρημέναι-ρημένα μεν
ρημένοι-ρημέναι-ρημένα τε
ρημένοι-ρημέναι-ρημένα σι(ν)
 
Ευκτική
ρημένος-ρημένη-ρημένον εην
ρημένος-ρημένη-ρημένον εης
ρημένος-ρημένη-ρημένον εη
ρημένοι-ρημέναι-ρημένα εημεν/ εμεν
ρημένοι-ρημέναι-ρημένα εητε/ ετε
ρημένοι-ρημέναι-ρημένα εησαν/ εεν
 
Προστακτική
---, ρησο, ρήσθω, ---, ρησθε, ρήσθων
 
Απαρέμφατο
ρσθαι
 
Μετοχή
ρημένος, ρημένη, ρημένον
 
Υπερσυντέλικος
ρήμηνρησο, ρητο, ρήμεθα, ρησθε, ρηντο






Δημοσίευση σχολίου

0Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου (0)