Oι μαθητές και οι φοιτητές που χρησιμοποιούν μολύβι και χαρτί είναι αποδοτικότεροι στο να μαθαίνουν καινούργια πράγματα σε σύγκριση με όσους χρησιμοποιούν υπολογιστή και πληκτρολόγιο, σύμφωνα με νέα μελέτη ειδικών του Πανεπιστημίου Σταβάνγκερ στη Νορβηγία και του Πανεπιστημίου της Μασσαλίας στη Γαλλία.
Αυτό, όπως υποστηρίζουν οι ειδικοί, συμβαίνει επειδή όταν γράφουμε με το χέρι οι κινήσεις που κάνουμε αποτυπώνουν καλύτερα τα όσα καλούμαστε να μάθουμε σε μια περιοχή του εγκεφάλου που ονομάζεται περιοχή του Μπροκά (πρόκειται για μια περιοχή στην κάτω μετωπιαία έλικα του αριστερού ημισφαιρίου του εγκεφάλου που μελετήθηκε ενδελεχώς από τον γάλλο γιατρό Πολ Μπροκά, ο οποίος αποκάλυψε ότι αποτελεί το «κινητικό κέντρο του λόγου»).
Το να αγγίζουμε απλώς το πληκτρολόγιο προκειμένου να γράψουμε ενεργοποιεί ελάχιστα αυτή την περιοχή του εγκεφάλου, κάτι που, ως φαίνεται, δεν ενισχύει εξίσου τη διαδικασία της μάθησης.
Παράλληλα απαιτείται μεγαλύτερη νοητική προσπάθεια και περισσότερος χρόνος προκειμένου να γράψουμε στο χαρτί, γεγονός που βοηθά στην αποτύπωση των αναμνήσεων.
Οι ερευνητές κατέληξαν σε αυτά τα συμπεράσματα που δημοσιεύονται στο επιστημονικό περιοδικό «Αdvances in Ηaptics» έπειτα από παρακολούθηση εθελοντών, σε ορισμένους εκ των οποίων ζητήθηκε να γράψουν με μολύβι και χαρτί ενώ στους υπολοίπους σε υπολογιστή.
Και οι δύο ομάδες εθελοντών κλήθηκαν να μάθουν μια άγνωστη αλφάβητο.
Οι επιστήμονες κατέγραψαν την πορεία της μάθησης των εθελοντών στην τρίτη και στην έκτη εβδομάδα του πειράματος και, όπως είδαν, τα άτομα που χρησιμοποιούσαν την «παραδοσιακή» μέθοδο του μολυβιού και του χαρτιού είχαν καλύτερες επιδόσεις στην εκμάθηση της νέας αλφαβήτου.
Παράλληλα απεικονίσεις του εγκεφάλου έδειξαν ότι στα άτομα που είχαν χρησιμοποιήσει μολύβι και χαρτί υπήρχε πολύ πιο έντονη δραστηριότητα της περιοχής του Μπροκά. (Πηγή: tovima.gr)
Έχοντας δουλέψει 28 χρόνια με παιδιά από την ηλικία των 2 ετών μέχρι πολύ μεγαλύτερα, με ποικιλία διαταραχών, δείκτη νοημοσύνης, περιβαλλοντικά ερεθίσματα, η κλινική μου εμπειρία επιβεβαιώνει τα παραπάνω ευρήματα.
Η λεπτή κινητικότητα, όταν εξασκείται, πέρα από άλλες δραστηριότητες, στη γραφή συγκεκριμένα, δίνει μεγάλη ώθηση στην πορεία προόδου, τόσο στην αντίληψη, όσο και στην επεξεργασία, την εμπέδωση, την ανάλυση της γλωσσικής πληροφορίας.
Η εξάσκηση πρέπει να είναι καθημερινή, συνεπής και σταθερή, να ξεκινά, όχι από την χρονολογική ηλικία του παιδιού, αλλά από το πραγματικό του επίπεδο σε μια σειρά από γλωσσικές και κινητικές δεξιότητες και να εξελίσσονται παράλληλα με την γενικότερη και ειδικότερη ροή του.
Οι δραστηριότητες, ειδικά αν το παιδία παρουσιάζει ιδιαίτερες ανάγκες, πρέπει να κλιμακώνονται με σπουδή και γνώση, και όχι τυχαία και με πειραματισμούς χωρίς υποδομή.
Όπως ένα παιδί, όταν παίζει πιάνο από μικρό, πέρα από την ευκινησία των δακτύλων, αποκτά άλλη κατανόηση της μελωδίας και του ρυθμού, έτσι και με το γράψιμο, συμβαίνει σε σχέση με τη γλώσσα, και την όποια πληροφορία αυτή αποτυπώνει.
Μαρία Ρουσοχατζάκη
Σύμβουλος Ψυχικής Υγείας και Επικοινωνίας
Λογοπαθολόγος M.S., C.C.C. – Συγγραφέας Παιδικών Βιβλίων