Τον Νοέμβριο του 1981 ελήφθη η απόφαση για την κατάργηση του πολυτονικού συστήματος και τον Ιανουάριο του 1982 σε μια θυελλώδη συνεδρίαση ψηφίστηκε από τη Βουλή η απόφαση που ακόμη και σήμερα αμφισβητείται!
Είναι αρκετοί ακόμη και τώρα που θεωρούν ότι η καθιέρωση του μονοτονικού συστήματος έκανε ζημιά στη γλώσσα μας, έπληξε λένε την εθνική μας ταυτότητα…
Και όμως το μονοτονικό σύστημα είχε ήδη αρχίσει να χρησιμοποιείται από κάποιες εφημερίδες και να υιοθετείται από συγγραφείς και γλωσσολόγους στα κείμενά τους ακόμα και πριν από την επίσημη καθιέρωσή του. Είχε δηλαδή προετοιμαστεί το έδαφος για να γίνει δεκτό και οι όποιες αντιθέσεις που ίσως να υπήρχαν είχαν ατονήσει με τον καιρό.
Φυσικά, είναι προφανές ότι η καθιέρωση του μονοτονικού συστήματος ωφελούσε οικονομικά τους εκδοτικούς οίκους, τις υπηρεσίες του κράτους και τις εφημερίδες, καθώς το κόστος για την έκδοση κειμένων, βιβλίων και εγγράφων στο μονοτονικό σύστημα ήταν πολύ μικρότερο απ’ ό,τι στο πολυτονικό. Το μονοτονικό σύστημα διευκόλυνε όμως και τη ζωή των απλών ανθρώπων, αφού πλέον δε θα ήταν υποχρεωμένοι να μαθαίνουν τους κανόνες τονισμού. Το γεγονός αυτό φαίνεται πως περιόρισε τις όποιες αντιδράσεις μεταξύ των πολιτών της χώρας.
Στη Βουλή πάντως η μέρα ή μάλλον η…νύχτα της ψήφισης του νόμου έγινε μία μικρή…επανάσταση.
Από τα πρακτικά της Βουλής προκύπτουν τα εξής:
-Προς τα μεσάνυχτα της 11.1.1982 είχε ολοκληρωθεί η συζήτηση για την εγγραφή των μαθητών των Λυκείων, οπότε εντελώς αιφνιδίως εισάγεται προς ψήφιση η επιβολή του μονοτονικού. Μετά από ερώτηση του Ευάγγελου Αβέρωφ, ποιό είδος μονοτονικού σκέφτεται να εφαρμόσει η Κυβέρνηση, στην οποία έλαβε αμήχανη απάντηση από τον υπουργό, παρενέβη ο τότε κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος της αξιωματικής αντιπολίτευσης Κωνσταντίνος Μητσοτάκης και επεσήμανε, διαμαρτυρόμενος, τα ακόλουθα (σελ. 456 των Πρακτικών της Βουλής): Το άρθρο περί του μονοτονικού «προστίθεται σήμερα, την τελευταία ώρα αιφνιδιαστικώς. Αναφέρεται σε ένα μέγα θέμα…».
Ζητεί να μετατεθεί η συζήτηση του άρθρου περί μονοτονικού: «Δεν είναι δυνατόν να έχει η κυβέρνηση την απαίτηση να μάς φέρνει το θέμα αυτό το μέγα, αιφνιδιαστικά, και να απαιτεί να το ψηφίσουμε και μετά την 12ην (νυκτερινή). Η τροπολογία αναφέρεται σε ένα πολύ σοβαρό θέμα». Ανακοινώνει ότι αν η κυβέρνηση επιμείνει, η αξιωματική αντιπολίτευση είναι υποχρεωμένη να αποχωρήσει από την αίθουσα. Στη συνέχεια, δευτερολογεί και επισημαίνει τη σοβαρότητα του θέματος, ότι κακώς αυτό προτείνεται με τροπολογία, ότι κακώς καλείται η Βουλή να το συζητήσει μετά το μεσονύκτιο, ότι η αντιπολίτευση δεν έχει προλάβει να ενημερωθεί: «Δεν έχουμε κανένα φάκελο. Δεν έχει καμμιά σχέση με το συζητούμενο νομοσχέδιο. Είναι σαφές ότι είναι αντισυνταγματική η τροπολογία. Δώστε μας τον χρόνο να προετοιμαστούμε».
Από την πλευρά του ΚΚΕ, η Μαρία Δαμανάκη παρεμβαίνει δύο φορές (σελ. 457) και ζητεί αναβολή «γιατί το Σώμα έχει κουραστεί». Ο Κ. Μητσοτάκης επανέρχεται λέγοντας: «Εφόσον η κυβέρνησις και το προεδρείο επιμένουν εις αυτόν τον αντιδημοκρατικό και αντικοινοβουλευτικό τρόπο συζητήσεως αυτής της τροπολογίας, υπό τας συνθήκας αυτάς, λυπούμεθα ειλικρινώς, αλλά δεν δυνάμεθα να παρακολουθήσουμε τη συζήτηση και είμεθα υποχρεωμένοι να αποχωρήσουμε». Οι βουλευτές της ΝΔ αποχωρούν. Γύρω στις 2 μετά τα μεσάνυχτα ψηφίστηκε η τροπολογία για το μονοτονικό, από τριάντα παρόντες βουλευτές (κατά τη δήλωση τού Παναγιώτη Κανελλόπουλου).
Η ομάδα…
Πριν φτάσει η υπόθεση στη Βουλή στο πλαίσιο της ομάδας που συγκροτήθηκε το 1981 με πρωτοβουλία του τότε υπουργού Παιδείας Ελευθέριου Βερυβάκη, αναπτύχθηκαν δύο διαφορετικές τάσεις-συστήματα: Αυτό που ονομάστηκε «σύστημα της πλειοψηφίας», και το «αντίπαλο», αυτό δηλαδή που πήρε το όνομα «σύστημα της μειοψηφίας».
― Σύστημα της πλειοψηφίας: Πρόκειται για το είδος του μονοτονικού που συγκέντρωσε την υποστήριξη των περισσότερων μελών της ομάδας εργασίας που συγκρότησε το υπουργείο Παιδείας. Η εν λόγω πρόταση προέβλεπε:
• Κατάργηση των τόνων και των πνευμάτων.
• Χρήση του ενός σημαδιού στις λέξεις που κατά την ανάγνωση θα μπορούσαν να παρατονιστούν, δηλαδή σε όλες τις λέξεις που έχουν δύο και περισσότερες συλλαβές.
• Τα μονοσύλλαβα δε χρειάζονται τονικό σημάδι, γιατί το αν θα διαβαστούν τονισμένα ή άτονα εξαρτάται από το γλωσσικό πλαίσιο στο οποίο βρίσκονται.
• Είναι δύσκολο να βρεθούν και να εφαρμοστούν ένας ή περισσότεροι κανόνες για το πότε έχουν δυναμικό-πραγματικό τόνο κάποιες λέξεις.
• Εξαίρεση αποτελούν τα μονοσύλλαβα «πώς» και «πού» όταν είναι ερωτηματικά, και το διαζευκτικό «ή». Στις περιπτώσεις αυτές, και μόνο τότε, παίρνουν τόνο.
― Σύστημα της μειοψηφίας: Με ανάλογο τρόπο, όταν χρησιμοποιούμε τον όρο «σύστημα της μειοψηφίας», αναφερόμαστε στο σύστημα που υποστηρίχθηκε από μικρό αριθμό ατόμων στην εν λόγω ομάδα. Τα χαρακτηριστικά του συστήματος αυτού είναι τα εξής:
• Καταργούνται τα πνεύματα, αλλά διατηρούνται τα τονικά σημάδια σε όλες τις μονοσύλλαβες λέξεις.
• Εξαίρεση στον παραπάνω κανόνα αποτελούν τα άρθρα ο, η, οι, που δεν τονίζονται.
• Επιπλέον, τα «που» και «πως», όταν δεν είναι ερωτηματικά, δεν δέχονται τόνο.
• Τέλος, από τα μονοσύλλαβα τόνο δεν παίρνουν το μόριο «ως» και όλα τα εγκλιτικά.
Κάποια από τα κείμενα που γράφτηκαν την εποχή εκείνη για το μονοτονικό σύστημα αποτέλεσαν πεδίο για την ανάπτυξη πολιτικής αντιπαράθεσης. Συγκεκριμένα, στις εφημερίδες της συμπολίτευσης δημοσιεύτηκαν κείμενα στα οποία κυρίαρχο ήταν το στοιχείο της επιβράβευσης της πολιτικής που ακολούθησε το κυβερνών κόμμα στο συγκεκριμένο ζήτημα, καθώς και της κριτικής στην αντιπολίτευση για τη στάση της. Αντίστοιχα, οι αντιπολιτευτικές εφημερίδες χρησιμοποίησαν την περίπτωση του μονοτονικού συστήματος για να καυτηριάσουν την τακτική που υιοθέτησε η κυβέρνηση. Τα δημοσιεύματα των εφημερίδων τόσο της συμπολίτευσης όσο και της αντιπολίτευσης, αποτέλεσαν ουσιαστικά τη μεταφορά της διαμάχης που αναπτύχθηκε για το μονοτονικό σύστημα ανάμεσα στη κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ και στην αντιπολίτευση της ΝΔ, από τη Βουλή στον Τύπο και μέσω αυτού στο ευρύ κοινό.
Όμως, κυβέρνηση και αντιπολίτευση βρέθηκαν να διαφωνούν για τον τρόπο με τον οποίο θα προωθούνταν η «επίμαχη» μεταρρύθμιση και όχι για το αν θα έπρεπε ή όχι να καθιερωθεί το μονοτονικό σύστημα, καθώς κανένα από τα κόμματα του ελληνικού Κοινοβουλίου δε φάνηκε να έχει ενστάσεις. Αποτέλεσμα της αντιπαράθεσης αυτής ήταν η αποχώρηση της ΝΔ από τη διαδικασία, με το αιτιολογικό ότι η ώρα ήταν περασμένη και δεν έφτανε ο χρόνος προκειμένου να συζητηθεί ένα τόσο σημαντικό θέμα. Τελικά η τροπολογία 2, που περιλαμβανόταν στο νομοσχέδιο για τον τρόπο διεξαγωγής των εισαγωγικών εξετάσεων και προέβλεπε την καθιέρωση του μονοτονικού συστήματος, ψηφίστηκε από τους βουλευτές της συμπολίτευσης και τους βουλευτές της ελάσσονος αντιπολίτευσης.