16 Απριλίου 1914. Στην αίθουσα του Πενταμελούς Εφετείου Ναυπλίου, παρευρέθηκαν 110 μάρτυρες, 4 συνήγοροι υπεράσπισης και 12 κατηγορούμενοι.
Στο εδώλιο βρισκόταν και ο Αλέξανδρος Δελμούζος, παιδαγωγός, δηλωμένος δημοτικιστής και διευθυντής του Ανώτερου Δημοτικού Παρθεναγωγείου Βόλου.
Ο Δελμούζος κατηγορήθηκε από τον Μητροπολίτη Δημητριάδος, Γερμανό Μαυρομμάτη και άλλους οπαδούς της καθαρεύουσας για τη χρήση της δημοτικής γλώσσας και τις καινοτόμες παιδαγωγικές μεθόδους που εφάρμοσε.
Αθεΐα, αντεθνισμός και σοσιαλισμός ήταν μερικά μόνο από όσα κατηγόρησαν στον παιδαγωγό. Ο Δελμούζος και οι δημοτικιστές χαρακτηρίστηκαν υποτιμητικά “μαλλιαροί” και η υπόθεση απασχόλησε έντονα τον Τύπο.
Η πολύκροτη δίκη του Ναυπλίου, που κράτησε 12 ημέρες και οδήγησε σε αθώωση όλων των κατηγορουμένων, έμεινε στην ιστορία ως τα “Αθεϊκά του Βόλου“.
Ήταν, ουσιαστικά, μία ακόμη χαρακτηριστική περίπτωση πόλωσης γύρω από το γλωσσικό ζήτημα, μετά τις συγκρούσεις των Ευαγγελικών και των Ορεστειακών, το 1901 και 1903 αντίστοιχα.
Οι παιδαγωγικές καινοτομίες του Δελμούζου
Μετά την αποφοίτησή του από τη Φιλοσοφική Σχολή Αθηνών, ο Αλέξανδρος Δελμούζος πήγε στη Λειψία της Γερμανίας για μεταπτυχιακές σπουδές. Εκεί ήρθε σε επαφή με το νεωτεριστικό ευρωπαϊκό κλίμα της εποχής.
Το 1908, επέστρεψε στην Ελλάδα και γνωρίστηκε με τον Βολιώτη γιατρό και ιδρυτή του Παρθεναγωγείου Βόλου, Δημήτριο Σαράτση. Ο Σαράτσης πρότεινε στον 28χρονο τότε Δελμούζο να αναλάβει τη διεύθυνση του σχολείου.
Στο Παρθεναγωγείο Βόλου, εφάρμοσε τις αρχές του εκπαιδευτικού δημοτικισμού. Οι μαθήτριες μπορούσαν, πλέον, να γράφουν στις εκθέσεις τους “πιάτο” αντί για “πινάκιο”.
Για πρώτη φορά στα εκπαιδευτικά χρονικά, διδάχθηκαν κείμενα κλασσικών συγγραφέων σε νεοελληνική μετάφραση. Οι μαθήτριες συμμετείχαν ενεργά στο μάθημα και συνδιαλέγονταν με τον δάσκαλο. Δεν υπήρχαν φραγμοί στην προαγωγή από τάξη σε τάξη, δεν ίσχυε το βαθμολογικό σύστημα και δεν τηρούνταν απουσίες.
Εκτός από ιστορία, θρησκευτικά, φυσιογνωστικά-φυσικά και μαθηματικά, προστέθηκαν νέα μαθήματα, όπως ιστορία της τέχνης και υγιεινή και νοσηλευτική. Πριμοδοτήθηκε η εκμάθηση γαλλικών και αφιερώθηκε σημαντικό μέρος του προγράμματος στη μουσική, την κηπουρική και τα οικοκυρικά.
Οι μαθήτριες κατάρτιζαν χειρόγραφα βοηθήματα με βάση τις σημειώσεις που κρατούσαν κατά τη διδασκαλία. Το πρωί διδάσκονταν τα θεωρητικά και το απόγευμα τα πρακτικά. Η προσευχή δεν ήταν κομμάτι της καθημερινότητας των παιδιών.
Στα διαλείμματα έκαναν γυμναστικές ασκήσεις και παιχνίδι, ενώ, μία με δύο φορές την εβδομάδα, πήγαιναν εκπαιδευτικούς περιπάτους στην εξοχή.
Οι μύδροι εναντίον του Δελμούζου
Οι μέθοδοι διδασκαλίας που εφαρμόζονταν στο Παρθεναγωγείο προκάλεσαν τις σφοδρές αντιδράσεις των τοπικών παραγόντων. Ο δημοσιογράφος της εφημερίδας “Κήρυξ“, Δημοσθένης Κούρτοβικ διαδραμάτισε καταλυτικό ρόλο στη δυσφήμισή του.
Με τα άρθρα του καλλιέργησε κλίμα έντονης καχυποψίας και δίχασε την κοινή γνώμη για το ρόλο του σχολείου. Έκανε λόγο για “μαλλιαροσύνη“, “συμφυρμό γλωσσικών γούστων και προσωπικών εκτιμήσεων” και “πείραμα εκτελούμενον υπό ανθρώπων εντελώς αναρμόδιων” .
Σε ένα κείμενο, τον Οκτώβριο του 1908, ο Κούρτοβικ έγραψε:
“Δημιουργείτε πρότυπον καί πρωτότυπον εν όλη τήν οικουμένη παρθεναγωγείον, κατά τερατώδη τρόπον διευθυνόμενον από ένα νεανίαν […] διά νά διδάξη πώς πρέπει νά γίνουν οικοκυραί και μητέραι”.
Εκτός από υπόνοιες για το νεαρό της ηλικίας του Δελμούζου, κυκλοφορούσαν φήμες για “σκανδαλώδη” συμβάντα, όπως ότι οι μαθήτριες πήγαιναν εκδρομές και “εφαίνοντο τά πόδια τών” και δεν στοιχίζονταν.
Η λειτουργία του Παρθεναγωγείου συνεχίστηκε, αλλά το πλήγμα που δέχθηκε ήταν ισχυρό. Η εμπιστοσύνη πολλών γονέων κλονίστηκε, με αποτέλεσμα να διακόψουν τη φοίτηση των παιδιών τους.
“Τι σχολείο είναι αυτό; Γερμανικό καί φράγκικο τό εκάνατε;”
Η 10η Φεβρουαρίου 1911 σήμανε την αρχή του τέλους του Παρθεναγωγείου Βόλου. Ο Μητροπολίτης Δημητριάδος, Γερμανός Μαυρομμάτης, ένας από τους κύριους πολέμιούς του, έκανε αιφνιδιαστική επίσκεψη.
Μια επιστάτρια τον οδήγησε στην τάξη όπου έκανε μάθημα η φιλόλογος Πηνελόπη Χριστάκου. Ο δεσπότης ζήτησε από την καθηγήτρια να παραδώσει το μάθημα των θρησκευτικών.
Κατά τη διάρκεια της διδασκαλίας, ρώτησε την Χριστάκου αν γινόταν πρωινή προσευχή και η απάντηση της καθηγήτριας ήταν αρνητική. Ο Μητροπολίτης εξοργίστηκε λέγοντας “Τι σχολείο είναι αυτό; Γερμανικό καί φράγκικο τό εκάνατε;“.
Επιπλέον, ο δεσπότης προσβλήθηκε, επειδή η Χριστάκου δεν φίλησε το χέρι του, θεωρώντας ότι αυτές οι τυπικότητες συνιστούν υποκρισία.
Το επεισόδιο βρέθηκε αμέσως στα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων. Ο “Κήρυξ” κατήγγειλε πως “ο ελληνικός κλήρος απεκλήθη υπό τών διδασκάλων στίφος κολασμένων δαιμόνων“. Στην αντίπερα όχθη, η εφημερίδα “Θεσσαλία” ερμήνευσε το γεγονός ως παρεξήγηση του Μητροπολίτη.
Στις 2 Μαρτίου 1911, ο “Κήρυξ” κάλεσε τους κατοίκους του Βόλου να συμμετάσχουν σε συλλαλητήριο εναντίον του Παρθεναγωγείου. Ο κόσμος ανταποκρίθηκε και έφτασε στο σημείο να ζητήσει την πυρπόληση του σχολείου και του σπιτιού του Δελμούζου.
Την ίδια ημέρα, κάτω από την πίεση των αντιδράσεων, το δημοτικό συμβούλιο αποφάσισε το κλείσιμο του Παρθεναγωγείου, μετά από τρία χρόνια λειτουργίας.
“Εδίδασκαν ότι ο θεός είναι ένα αγγούρι, ότι η πατρίς είνε πόρνη και στρίγγλα μητριά καί η θρησκεία μαστρωπός”
Το λουκέτο που μπήκε στο Παρθεναγωγείο δεν ήταν αρκετό για τους πολέμιούς του. Θεωρούσαν τους πρωτεργάτες του σχολείου υπεύθυνους για σωρεία παραβάσεων κατά της επίσημης θρησκείας, της γλώσσας και της δημόσιας τάξης.
“Ο Δελμούζος κλονίζει με τη διδασκαλία του τη θρησκεία και διαφθείρει την ελληνική γλώσσα”, κατήγγειλε στη Βουλή ο βουλευτής Βόλου, Μιλτιάδης Μπουφίδης.
Την ίδια στιγμή, η σύνδεση του Δελμούζου και του Σαράτση με το Εργατικό Κέντρο Βόλου έκανε τα πράγματα ακόμη πιο δυσμενή για εκείνους. Ακολούθησε σειρά ανακρίσεων και διώξεων και, στις 16 Απριλίου 1914, ξεκίνησε στο Ναύπλιο η δίκη του Δελμούζου, του Σαράτση και άλλων 10 ατόμων που ήταν στελέχη των Εργατικών Κέντρων Βόλου και Λάρισας.
Στο κατηγορητήριο αναφερόταν:
“[…] εν τω Εργατικό Κέντρω και τω Ανωτέρω Παρθεναγωγείω Βόλου, προσεπάθησαν δια ζώσης, δια διδασκαλίας και δι’ εντύπων φυλλαδίων να ελκύσωσι προσηλύτους εις λεγόμενα θρησκευτικά δόγματα, τουτέστι την αθεΐαν, με τα οποία ενεργούμενα είναι ασυμβίβαστος η διατήρησις της πολιτικής τάξεως, διδάσκοντες ότι δεν υπάρχει θεός, ότι η θρησκεία αποτελεί την άρνησιν της σκέψεως, ότι προ παντός πρέπει να εκριζωθή η ρίζα του κακού η θρησκεία, ότι ο άνθρωπος εδημιουργήθη υπό πιθήκων, ότι ο θεός είναι ένα αγγούρι, ότι η πατρίς είνε πόρνη και στρίγγλα μητριά και η θρησκεία μαστρωπός”.
“Εις την συνείδησιν όλου του κόσμου μαλλιαρισμός, αναρχισμός, σοσιαλισμός, αθεϊσμός, μασονία είναι εν και το αυτό”, ήταν το δριμύ κατηγορώ που εξαπέλυσε ο Μητροπολίτης Δημητριάδος, Γερμανός Μαυρομάτης.
Στις 28 Απριλίου, μετά την αγόρευση και του τελευταίου συνηγόρου, το δικαστήριο αποσύρθηκε σε διάσκεψη και αποφάσισε την αθώωση όλων των κατηγορουμένων.
Σύμφωνα με το σκεπτικό της απόφασης, δεν προέκυπτε από τα στοιχεία πρόθεση των κατηγορουμένων να προσηλυτίσουν και να διασαλεύσουν τη δημόσια τάξη.
Το πλούσιο έργο του Δελμούζου
Το 1917, ο Δελμούζος συνεργάστηκε με τον Δημήτρη Γληνό και τον Μανόλη Τριανταφυλλίδη και υπηρέτησε τις εκπαιδευτικές πρωτοβουλίες της κυβέρνησης Βενιζέλου ως Ανώτερος Επόπτης Δημοτικής Εκπαίδευσης και ως μέλος της Συντακτικής Επιτροπής των αναγνωστικών του δημοτικού.
Ο Δελμούζος ήταν μεταξύ των συγγραφέων του “Αλφαβητάριου με τον ήλιο” που εκδόθηκε το 1918. Συνεισέφερε, επίσης, στη δημιουργία του διάσημου αναγνωστικού της Γ’ Δημοτικού “Τα ψηλά βουνά” του Ζαχαρία Παπαντωνίου.
Η ήττα του Βενιζέλου, στις εκλογές του 1920, ανέκοψε την εκπαιδευτική μεταρρύθμιση, η οποία θα πραγματωνόταν, τελικά, το 1929.
Το 1923, ο Δελμούζος έγινε διευθυντής του Μαρασλείου Διδασκαλείου και, πέντε χρόνια αργότερα, εκλέχθηκε καθηγητής παιδαγωγικής στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. Παραιτήθηκε από τη θέση αυτή κατά τη δικτατορία του Μεταξά.
Υπήρξε εκ των ιδρυτών του Εκπαιδευτικού Ομίλου στην Αθήνα, το 1910, από τον οποίο αποχώρησε το 1927, ύστερα από διαφωνίες με τον Γληνό. Το 1934, ίδρυσε Πειραματικό Σχολείο στη Θεσσαλονίκη, που ήταν ένα από τα όνειρά του.
Μέχρι το τέλος της ζωής του, το 1956, παρέμεινε μάχιμος, γράφοντας πλήθος άρθρων και βιβλίων για την εκπαίδευση.
Η παρακαταθήκη
20 χρόνια μετά το θάνατό του, η δημοτική καθιερώθηκε ως η επίσημη γλώσσα όλων των εκπαιδευτικών βαθμίδων. Ο Δελμούζος έμεινε στην ιστορία ως μία από τις σημαντικότερες προσωπικότητες στον χώρο της νεοελληνικής εκπαίδευσης.
Ο Ευάγγελος Παπανούτσος έγραψε ένα ολόκληρο βιβλίο αφιερωμένο στον παιδαγωγό. Δημοσιεύτηκε το 1978 και έγραφε μεταξύ άλλων:
“Εκείνος που θα γράψει την πνευματική ιστορία του Ελληνισμού κατά τα πρώτα πενήντα χρόνια του αιώνα μας, θα υποχρεωθεί να αφιερώσει ένα μεγάλο κεφάλαιο στις προσπάθειες που έγιναν για την ανάπλαση της ελληνικής παιδείας με το ζωογόνο πνεύμα τού Εκπαιδευτικού Δημοτικισμού, και να σταθεί με σεβασμό μπροστά σε μια μορφή που κατέχει ξεχωριστή θέση μέσα σ’ αυτή τη γενικότερα εθνική αναμορφωτική κίνηση: στον Αλέκο Δελμούζο […]
Ο άνθρωπος αυτός, γεμάτος παλμό και πίστη, έσκυψε με πάθος απάνω στα προβλήματα και στις πληγές της ελληνικής παιδείας και μόχθησε όσο κανένας άλλος να της χαράξει ένα καινούριο δρόμο […] Αυτό τον αγώνα ο Δελμούζος τον έκανε μέσα στην πράξη και με την πράξη. Δεν περιορίστηκε να διαγνώσει το κακό, θεωρητικά μόνο να θέσει τα προβλήματα και να διερευνήσει τις λύσεις τους, ή με άρθρα, ομιλίες και βιβλία να διαδώσει τις ιδέες του και να κερδίσει οπαδούς“.
https://www.mixanitouxronou.gr