Ο Νικόλαος Σιλήβεργος διατέλεσε υπουργός οικονομικών στα χρόνια της βασιλείας του Όθωνα μεταξύ 1842-1843. Τότε χρειάστηκε να διαχειριστεί την πρώτη σοβαρή οικονομική κρίση που χτύπησε την Ελλάδα.
Το 1843, ανακάλυψε ότι δεν υπήρχαν χρήματα στο κρατικό ταμείο, για να πληρώσει εκείνη τη χρονιά τα χρεολύσια των δανείων που η χώρα είχε πάρει από τους μεγαλοτραπεζίτες Ρότσιλντ του Λονδίνου με την εγγύηση των Μεγάλων Δυνάμεων.
Το πρώτο μνημόνιο
Ο Σιλήβεργος παρακάλεσε τότε τον Μάξ Ρότσιλντ να μεσολαβήσει, για να πάρει η Ελλάδα νέο δάνειο από τις διεθνείς αγορές προκειμένου να πληρώσει τα χρεολύσια των παλαιότερων δανείων. Αντί γι’ αυτό, οι Μεγάλες Δυνάμεις επενέβησαν και επέβαλαν αυστηρά δημοσιονομικά μέτρα στην Ελλάδα.
Συμπεριλαμβάναν μεταξύ άλλων την απόλυση του ενός τρίτου των δημοσίων υπαλλήλων, τη μείωση των μισθών, τη σημαντική μείωση των δημοσίων δαπανών στην άμυνα, υγεία και παιδεία, την παύση πληρωμής συντάξεων κ.ά.
Ήταν ουσιαστικά το πρώτο μνημόνιο που επιβλήθηκε στην Ελλάδα από ξένους δανειστές.
Ο Σιλήβεργος που για περίπου ένα χρόνο διαχειριζόταν αυτή τη σοβαρή οικονομική κρίση παραιτήθηκε την επόμενη ημέρα που επιβλήθηκε το «μνημόνιο».
Φαίνεται ότι η δραματική αυτή κατάσταση τον επηρέασε ψυχολογικά, σε τέτοιο σημείο που οι σύγχρονοι να επισημαίνουν ότι η συμπεριφορά άρχισε να γίνεται παράλογη. Κάποιοι μάλιστα τον χαρακτήριζαν ακόμη και «παράφρονα» ή «τρελό»!
Υπάρχουν αναφορές ότι και χρόνια πριν, το 1834, ως νομάρχης Αρκαδίας είχε εκδηλώσει συμπτώματα ψυχασθένειας και ότι δεν είχε αναρρώσει όταν ανέλαβε υπουργός Οικονομικών.
Παρά ταύτα, μετά την παραίτησή του ο Όθωνας τον διόρισε πρόεδρο του Ελεγκτικού Συνεδρίου.
Το γεγονός ότι κάποιος που φαίνεται ότι είχε σοβαρά ψυχολογικά προβλήματα «ανακυκλωνόταν» σε διάφορες σημαντικές δημόσιες θέσεις είχε να κάνει με το γεγονός ότι ο Σιλήβεργος διατηρούσε στενές σχέσεις με ξένους διπλωμάτες, κυρίως τον Γάλλο πρέσβη.
Ο Όθωνας φοβόταν ότι τυχόν αποπομπή του από τα δημόσια πράγματα θα δυσαρεστούσε τη Γαλλία, μία από τις Μεγάλες Δυνάμεις που ήταν σημαντικός δανειστής της Ελλάδας.
Ήταν μία από τις πολλές αποδείξεις ότι η χώρα ήταν ένα προτεκτοράτο των Μεγάλων Δυνάμεων. Όμως, στα τέλη της βασιλείας του Όθωνα, η Ελλάδα βίωσε ακόμη και στρατιωτική κατοχή από την Αγγλία και τη Γαλλία, οι οποίες είχαν αποβιβάσει στρατεύματά τους στον Πειραιά, προκειμένου να εμποδίσουν την Ελλάδα να επιτεθεί στην Τουρκία, στη διάρκεια του Κριμαϊκού Πολέμου.
Στα τρία αυτά χρόνια οι Αγγλογάλλοι εξανάγκαζαν τον Όθωνα να διορίζει ελληνικές κυβερνήσεις που ήταν της απολύτου εμπιστοσύνης τους.
Ακόμη και ο τελευταίος υπουργός έπρεπε να έχει την έγκριση των πρεσβευτών της Αγγλίας και της Γαλλίας.
Στις 22 Σεπτεμβρίου 1855 συγκροτήθηκε μία τέτοια «κατοχική» κυβέρνηση με πρωθυπουργό τον Δημήτριο Βούλγαρη.
Ο Όθωνας, τότε, διόρισε ως βασικό υπουργό αυτής της κυβέρνησης τον Νικόλαο Σιλήβεργο ο οποίος πήρε τα χαρτοφυλάκια της οικονομίας και των εξωτερικών. Είχαν παρέλθει 12 χρόνια από την τελευταία του υπουργοποίηση και ο Όθωνας ήλπιζε ότι είχε πια ξεπεράσει τα ψυχολογικά του προβλήματα.
Όμως, τη δεύτερη κιόλας μέρα που ανέλαβε και πάλι υπουργός, ο Σιλήβεργος έδειξε ότι δεν ίσχυε κάτι τέτοιο. Μόλις έφθασε στο υπουργείο Οικονομικών αποκάλεσε «Μπασιμπουζούκους» τους υπαλλήλους που ήταν εκεί και τους απόλυσε όλους, γιατί «δεν είχαν ευρωπαϊκούς τρόπους».
Μετά από αυτό, ο πρωθυπουργός Δημήτριος Βούλγαρης πήγε εσπευσμένα στον Όθωνα και τον παρακάλεσε να απολύσει τον Σιλήβεργο, για να εισπράξει την αμίμητη απάντηση του βασιλιά:
«Θα διελθώσιν αι στιγμαί της παραφροσύνης του (Σιλήβεργου) και θα καταστεί ωφελιμότατος εις την οικονομικήν υπηρεσίαν και την εξωτερικήν δια τας μετά του γάλλου πρέσβεως σχέσεις του..».
Η αισιοδοξία του Όθωνα δεν κράτησε πολύ. Λίγες μέρες αργότερα έφθασε στην Αθήνα ένας υψηλόβαθμος διπλωμάτης των ΗΠΑ (κάποιες πηγές τον αναφέρουν ως «πρώτο πρεσβευτή των ΗΠΑ στην Ελλάδα», κάτι που όμως που δεν ισχύει).
Ο παράφρων Σιληβέργος
Ο Νικόλαος Σιλήβεργος ως υπουργός Εξωτερικών ανέλαβε να τον ενημερώσει για το πρωτόκολλο της ελληνικής αυλής, όταν ο Αμερικανός διπλωμάτης θα συναντούσε στα ανάκτορα τον Όθωνα και την Αμαλία. Ο Αμερικανός το θεώρησε φυσικό, σκεπτόμενος ότι ο Σιλήβεργος ήθελε να τον βοηθήσει αφού προερχόταν από μία χώρα όπου δεν υπήρχε βασιλεία κα έτσι δεν θα γνώριζε την εθιμοτυπία σε μία βασιλική αυλή.
Όμως, ο Σιλήβεργος του είπε ένα σωρό παλαβά πράγματα για το πως θα φερόταν μπροστά στο βασιλικό ζεύγος και μάλιστα προθυμοποιήθηκε να του δώσει τα δικά του ρούχα αν δεν είχε επίσημο κουστούμι να φορέσει!
Όταν μάλιστα συνόδεψε τον Αμερικανό διπλωμάτη στον Όθωνα και την Αμαλία συμπεριφέρθηκε με εντελώς παράλογο τρόπο, όπως έχει καταγράψει στα απομνημονεύματά του ο σύγχρονος με τα γεγονότα Δημήτρης Δημητράκης (έχει διατηρηθεί η ορθογραφία της εποχής):
«Την άλλη μέρα, εκεί που παρουσίαζε τον ίδιο πρέσβυ στο Παλάτι, γυρίζει κατά τη Βασίλισσα κι’ αρχίζει τα παλαβά του:
-Αμφιβάλλω αν τα γάντια της Μεγαλειότητάς Σας είναι τόσον εκλεκτά όσον τα ιδικά μου (και της τα δείχνει)· αν ευαρεστείται η Μεγαλειότης Σας, θα Σας δώσω το όνομα του καταστήματος εις το Παρίσι, οπόθεν προμηθεύομαι τα γάντια μου, διά να προμηθεύεσθε και τα ιδικά Σας.
Και η μούρλια όλο φουντώνει:
-Μεγαλειότατε, λέει στο Βασιλέα (μόλις αποχώρησε ο Αμερικανός πρέσβυς) οι προκάτοχοί Σας αυτοκράτορες του Βυζαντίου είχον κανονίσει, κατά την παρουσίασιν των πρέσβεων, ο τελετάρχης να χορεύῃ το μενουέτον· πρέπει και η Μεγαλειότης Σας να εισαγάγητε την συνήθειαν αυτήν, αφού μάλιστα εγώ γνωρίζω τον χορόν αυτόν καί ημπορώ να τον διδάξω… Κι’ αρχίζει ο υπουργός ένα χορό τρελλό…».
Ο Όθωνας τελικά πείστηκε ότι ο υπουργός του ήταν παράφρονας και τον απόλυσε στις 5 Νοεμβρίου 1855.
Έτσι ο Νικόλαος Σιλήβεργος έκανε δεύτερη φορά υπουργός για κάτι λιγότερο από ενάμιση μήνα.
Aρχική φωτογραφία: Ο Όθων και η Αμαλία παρακολουθούν τη θεία λειτουργία στον καθεδρικό ναό της Αθήνας μαζί με τους αυλικούς και ξένους επισήμους. Αγγλική λιθογραφία του 1854. Αρχείο Κωνσταντίνου Λαγού
Για τον διάλογο του Σιλήβεργου με τον Όθωνα και την Αμαλία, βλ. Δημήτριος Δημητρακάκης, Απομνημονεύματα Η΄ Ενθυμήματα και Διηγήσεις ενός Κοινοβουλευτικού του 19ου αιώνα, Έκδοση του Πολιτιστικού Συλλόγου Καστορείου Λακεδαίμονος Ο Πολυδεύκης, Αθήνα 2013, σελ. 375-376