Στις 9 Απριλίου 2000, διεξήχθησαν οι πιο αμφίρροπες εκλογές στην νεότερη ελληνική ιστορία. Τα δύο μεγάλα κόμματα, το ΠΑΣΟΚ του Κώστα Σημίτη και η Νέα Δημοκρατία του Κώστα Καραμανλή, έδωσαν “μάχη στήθος με στήθος” και, μετά από μία νύχτα με ανατροπές στο αποτέλεσμα, το ΠΑΣΟΚ νίκησε με διαφορά μόλις 1,1%: 43,8% έναντι 42,7%!
Η διαφορά στις ψήφους ήταν 73.133! Το ΠΑΣΟΚ κέρδισε 3.008.081 ψήφους, ενώ η ΝΔ 2.934.948. Το κόμμα του Σημίτη κέρδισε 158 έδρες, χάρη στο μπόνους εδρών που έπαιρνε το πρώτο κόμμα, και σχημάτισε αυτοδύναμη κυβέρνηση, ενώ το κόμμα του Καραμανλή κατέλαβε 125 έδρες. Ο δικομματισμός έφτασε στο αποκορύφωμά του: 86,5%.
“Με ένα πρωτοφανές εκλογικό θρίλερ, που έφερε τον δικομματισμό στα ύψη και καθήλωσε όλους τους Έλληνες στους δέκτες των τηλεοράσεων, ο κ. Σημίτης πήρε στην κυριολεξία στο νήμα την πρωθυπουργία από τον κ. Καραμανλή“, έγραψε η εφημερίδα “Καθημερινή“.
“Το ΠΑΣΟΚ …έπεσε από την Ακρόπολη και στάθηκε όρθιο, στην πιο δραματική αναμέτρηση που γνώρισε τα τελευταία χρόνια η χώρα!“, έγραψαν από τη μεριά τους τα “Νέα” για τις τελευταίες εκλογές που πραγματοποιήθηκαν με δραχμή.
Μία δημοφιλής φράση εκείνων των ημερών ήταν: “Κοιμηθήκαμε με κυβέρνηση ΝΔ και ξυπνήσαμε με ΠΑΣΟΚ“.
Τα exit polls και οι πρόωροι πανηγυρισμοί
Όταν ανακοινώθηκαν τα exit polls στις 7 το απόγευμα, τα περισσότερα έδιναν οριακό προβάδισμα στη ΝΔ, όπως φαίνεται στο ακόλουθο γράφημα της εφημερίδας “Τα Νέα“.
Ουσιαστικά, επιβεβαιώθηκαν οι δημοσκοπήσεις όλων των προηγούμενων μηνών, οι οποίες προανήγγειλαν μία αναμέτρηση που θα κρινόταν ψήφο ψήφο.
Τα exit polls, που ήταν αδύνατο να εκτιμήσουν το θρίλερ που ακολούθησε, ώθησαν πολλούς οπαδούς της “γαλάζιας” παράταξης να βγουν στους δρόμους και να αρχίσουν τους πανηγυρισμούς, θεωρώντας τη νίκη δεδομένη.
Ήταν η εποχή που οι πολίτες νόμιζαν πως τα exit polls, ήταν τα τελικά αποτελέσματα. Έτσι, ακόμη και πολιτικοί της ΝΔ, κατηγορήθηκαν ότι άρχισαν να μετακινούνται το ίδιο βράδυ συνοδεία περιπολικών, επειδή θα γίνονταν υπουργοί δημοσίας τάξεως.
Οι περισσότεροι οπαδοί στους δρόμους, κρατούσαν σημαίες της ΝΔ, κόρνες και καπνογόνα, αλλά υπήρχαν και μερικοί που κρατούσαν κηδειόχαρτα που έγραφαν: “Κηδεύομεν σήμερα το λατρευτό μας ΠΑΣΟΚ…“. Κάτι όχι και τόσο πρωτότυπο, καθώς τα μετεκλογικά κηδειόχαρτα ήταν μια πλάκα πολλών δεκαετιών.
Έξω από τη Ρηγίλλης, όπου βρίσκονταν τα γραφεία της ΝΔ, επικρατούσε πανδαιμόνιο και όλοι ανέμεναν τον Κώστα Καραμανλή ως “θριαμβευτή”. “Ήρθε η ώρα του Καραμανλή“, ήταν το σύνθημα που έγινε πραγματικότητα, αλλά μετά από τέσσερα χρόνια.
Ανάλογη εικόνα επικρατούσε και στην πλατεία Συντάγματος, όπως επίσης και στην πλατεία Τσιμισκή της Θεσσαλονίκης, όπου οι υποστηρικτές της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ περιφρουρούνταν από αστυνομικές δυνάμεις.
Στην αντίπερα όχθη, οι οπαδοί του ΠΑΣΟΚ είχαν συγκεντρωθεί στην πλατεία Κλαυθμώνος και έξω από τα γραφεία του κόμματος στη Χαριλάου Τρικούπη.
Η εικόνα ήταν εκ διαμέτρου αντίθετη. Οι ψηφοφόροι του παρακολουθούσαν “μουδιασμένοι” τα exit polls και κυριαρχούσαν η κατήφεια, ο προβληματισμός και η αγωνία.
Μια κυβερνητική αλλαγή δεν ήταν απλή υπόθεση. Προσλήψεις, μεταθέσεις, διακοπές συμβάσεων, διορισμοί στελεχών… Διακυβεύονταν πολλά, συν ότι ο κόσμος είχε ισχυρότερη συναισθηματική σύνδεση με τα δύο κυρίαρχα κόμματα.
Η αγωνία ήταν έκδηλη στα πρόσωπα των στελεχών της “πράσινης” παράταξης, όπως επίσης και του Κώστα Σημίτη. Σύμφωνα με τα ρεπορτάζ, “στους διαδρόμους, η απογοήτευση ήταν μεγάλη. Μέχρι και συζητήσεις για το “πού και πότε” θα γίνει το έκτακτο συνέδριο του ΠΑΣΟΚ είχαν ξεκινήσει“.
Ο μόνος που δεν απογοητευόταν ήταν ο Κώστας Λαλιώτης, ο οποίος συνέστησε σε όλους να περιμένουν, γιατί “η νύχτα είναι μεγάλη“.
Η ανατροπή και η ψυχρολουσία
Κι ενώ ο Κώστας Καραμανλής προετοίμαζε, μαζί με το στενό του συνεργάτη και εκπρόσωπο Τύπου της ΝΔ, Άρη Σπηλιωτόπουλο, τον νικητήριο λόγο του, η “ψαλίδα” έκλεινε.
Άρχισαν να ενσωματώνονται τα αποτελέσματα της τεράστιας περιφέρειας της Β’ Αθηνών, τα οποία “έγειραν την πλάστιγγα” υπέρ του κόμματος του Κώστα Σημίτη. Οι λαϊκές περιοχές της Αττικής ήταν μια καθοριστική εκλογική ένεση.
Η εναλλαγή συναισθημάτων και πανηγυρισμών συνεχίστηκε για αρκετές ώρες, διότι η διαφορά των δύο κομμάτων δεν ξεπερνούσε το 0,2 με 0,5%.
“Υπήρξαν μάλιστα στιγμές που ολόκληρη η Ελλάδα έμοιαζε να πανηγυρίζει και όλοι ένιωθαν νικητές“, σύμφωνα με τα δημοσιεύματα της εποχής.
Όμως, μετά τις 11-12 το βράδυ, έγινε φανερό ότι το ΠΑΣΟΚ θα κέρδιζε. Οι οπαδοί της ΝΔ υπέστησαν ψυχρολουσία, ενώ του ΠΑΣΟΚ έστησαν γιορτή με μουσική, χορό, βεγγαλικά και συνθήματα στη Χαριλάου Τρικούπη.
Ο Σημίτης γνώρισε την αποθέωση και, ακολούθως, μετέβη στο Ζάππειο, στις 2 τα ξημερώματα. Από αποδιοπομπαίος τράγος έγινε ο αήττητος ηγέτης.
Το επιτελείο της ΝΔ εξέφρασε την ικανοποίησή του για την αύξηση του ποσοστού σε σύγκριση με τις εκλογές του ’96, αλλά, συγχρόνως, και τη λύπη του για την οριακή ήττα.
Όπως έλεγαν, “φτάσαμε στην πηγή, αλλά δεν ήπιαμε νερό“. Το ερώτημα ήταν “γιατί;”, αλλά αυτό δεν ένοιαζε τους νικητές.
Ο Καραμανλής δεν αμφισβήτησε την οριακή διαφορά των 73.000 ψήφων, την ίδια ώρα που ο δεξιός Τύπος άφηνε αιχμές για νοθεία μέσα από “χιλιάδες παράνομες ελληνοποιήσεις” Ρωσοπόντιων και μουσουλμάνων. Καταγγελία που δεν αποδείχθηκε ποτέ.
Η “μάχη” των περιφερειών
Σύμφωνα με τις εταιρείες δημοσκοπήσεων, ένα ποσοστό της τάξεως του 13% των ψηφοφόρων αποφάσισε τις τελευταίες ημέρες ή ακόμη και την ύστατη στιγμή ποιο κόμμα θα ψηφίσει.
Εκλογικοί αναλυτές άρχισαν τις “μετά Χριστόν προφητείες”. Ισχυρίστηκαν ότι η συγκέντρωση του ΠΑΣΟΚ στο Πεδίον του Άρεως και η μετακίνηση ψηφοφόρων του Συνασπισμού προς το κυβερνών κόμμα ως τις παραμέτρους που καθόρισαν το αποτέλεσμα.
Όσον αφορά τις περιφέρειες, δόθηκε αγώνας για γερά νεύρα, με τη μισή Ελλάδα να είναι μπλε και την άλλη μισή πράσινη.
Η ΝΔ ήταν νικήτρια στην Α’ Αθηνών, Α’ Πειραιώς και Β’ Θεσσαλονίκης, ενώ το ΠΑΣΟΚ κατάφερε να επικρατήσει στις περιφέρειες της Β’ Αθηνών, της Α’ Θεσσαλονίκης και της Β’ Πειραιώς.
H ΝΔ ήταν κυρίαρχη στη Θεσσαλία, τη Βόρεια Ελλάδα και το μεγαλύτερο μέρος της Πελοποννήσου και της Στερεάς Ελλάδας, ενώ το ΠΑΣΟΚ θριάμβευσε στην Κρήτη, τα Επτάνησα και τα Δωδεκάνησα.
Όσον αφορά τα μικρότερα κόμματα, το ΚΚΕ εξασφάλισε ποσοστό 5,5% (11 έδρες) και ο Συνασπισμός της Αριστεράς και της Προόδου 3,2% (6 έδρες). Αντιθέτως, το Δημοκρατικό Κοινωνικό Κίνημα (ΔΗ.Κ.ΚΙ.) του Δημήτρη Τσοβόλα δεν κατάφερε να “σπάσει” το φράγμα του 3% και, με ποσοστό 2,6%, έμεινε εκτός Βουλής.
Όπως φαίνεται στο ακόλουθο γράφημα, το ΠΑΣΟΚ, παρά την κυβερνητική φθορά, έχασε μόνο τέσσερις έδρες σε σύγκριση με τις εκλογές του 1996, ενώ η ΝΔ βγήκε ενισχυμένη με 17 επιπλέον έδρες. Το ΚΚΕ δεν υπέστη απώλειες, σε αντίθεση με τον Συνασπισμό.
Η πολωμένη προεκλογική περίοδος
Κατά τη διάρκεια των προεκλογικών εκστρατειών τους, ΝΔ και ΠΑΣΟΚ προσπάθησαν να πετύχουν τη μέγιστη δυνατή συσπείρωση.
O Κώστας Σημίτης είχε ήδη μια θητεία ως πρωθυπουργός, ενώ ο Κώστας Καραμανλής ήταν πρόεδρος της ΝΔ από το 1997, όταν διαδέχθηκε τον Μιλτιάδη Έβερτ.
Η πόλωση οδήγησε σε λαϊκιστικές εκφράσεις. Ο Καραμανλής για τους αντιπάλους του ήταν ο “χοντρός” και ο Σημίτης κατηγορήθηκε ότι δεν ήταν παρά ο “λογιστής“.
Στο βασικό ζήτημα της εξωτερικής πολιτικής, που ήταν η ένταξη της Ελλάδας στην ΟΝΕ, τα δύο κόμματα δεν διαφωνούσαν, οπότε ο αγώνας δόθηκε για την προσέγγιση του λεγόμενου κεντρώου χώρου και των αναποφάσιστων.
Στις ευρωεκλογές του 1999, το ΠΑΣΟΚ ηττήθηκε με διαφορά 3,1% από τη ΝΔ και δεν ήταν λίγοι εκείνοι που θεώρησαν το αποτέλεσμα ως πρόκριμα για τις βουλευτικές εκλογές.
Ωστόσο, το κυβερνών κόμμα κατάφερε να ανακάμψει, χάρη στην άνοδο του Χρηματιστηρίου, τις προεκλογικές εξαγγελίες Σημίτη για οικονομική ενίσχυση των μικρομεσαίων στρωμάτων και την επίσκεψη του Αμερικανού προέδρου, Μπιλ Κλίντον, το Νοέμβριο του ίδιου έτους.
Το Φεβρουάριο του 2000, ο πρωθυπουργός κήρυξε πρόωρες εκλογές, με το επιχείρημα πως “ο τόπος χρειάζεται μία ισχυρή κυβέρνηση με νωπή λαϊκή εντολή, για να χειριστεί το θέμα της ένταξης στην ΟΝΕ“.
Στις ομιλίες του, ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ διακήρυττε πως η ΝΔ “δεν έχει πρόγραμμα, ευθύνη και θέσεις” και έκανε λόγο για “φιλελεύθερη λαίλαπα“.
Έδωσε έμφαση στην απουσία κυβερνητικής πείρας του Κώστα Καραμανλή και υπερτόνιζε “τη σταθερότητα και την ασφάλεια που εγγυάται το ΠΑΣΟΚ“.
Στον αντίποδα, ο πρόεδρος της ΝΔ κατάφερε να συσπειρώσει τους οπαδούς της Δεξιάς και να προσεγγίσει αρκετούς του Κέντρου, με το επιχείρημα ότι η παράταξή του “συνδυάζει τον οικονομικό φιλελευθερισμό με την κοινωνική αλληλεγγύη“.
Επίσης, χαρακτήρισε την κυβέρνηση Σημίτη ως “παρακμή” και την κατηγόρησε για “αλαζονεία” και “διεύρυνση του χάσματος πλουσίων και φτωχών“.
Στις 30 Μαρτίου, οι δύο πολιτικοί αντίπαλοι “διασταύρωσαν τα ξίφη” τους σε τηλεοπτικό ντιμπέιτ. Οι φιλοκυβερνητικές εφημερίδες μιλούσαν για “σαφή υπεροχή” Σημίτη, ενώ οι αντιπολιτευόμενες έγραψαν για “βραδινό περίπατο” και “καθαρή νίκη” του Κώστα Καραμανλή.
Επρόκειτο για μια τηλεμαχία που επικράτησαν οι χαμηλοί τόνοι και οι δύο υποψήφιοι προσπάθησαν να διαφυλάξουν τα νώτα τους. Καθώς έμπαιναν στην τελική ευθεία, πραγματοποίησαν πολυπληθείς συγκεντρώσεις και ομιλίες σε όλη την επικράτεια.
Ο Καραμανλής μίλησε ενώπιον δεκάδων χιλιάδων οπαδών του στο ΟΑΚΑ, ενώ στο Πεδίον του Άρεως, όπου μιλούσε ο Σημίτης, ο θεατής αντίκριζε μία απέραντη λαοθάλασσα.
Στην πραγματικότητα, η εποχή των μεγάλων συγκεντρώσεων είχε περάσει ανεπιστρεπτί και η προεκλογική μάχη διεξαγόταν με τηλεοπτικούς όρους.
Στις συγκεντρώσεις, ο Κώστας Καραμανλής ζητούσε από τους οπαδούς του “να σηκώσουν ψηλά τις ελληνικές σημαίες και όχι τις κομματικές“, ενώ ο Κώστας Σημίτης είπε πως η μεγαλειώδης συγκέντρωση στο Πεδίον του Άρεως ““κλείδωσε” τη νίκη για το ΠΑΣΟΚ“.
Όπως και τα προηγούμενα χρόνια, έτσι και σε αυτήν την προεκλογική περίοδο οι αφίσες αποτέλεσαν βασικό “όπλο” στη “φαρέτρα” των κομμάτων. Φυσικά στο “παιχνίδι” είχαν μπει γερά και τα πολιτικά σποτ, τα οποία προβλήθηκαν κατ’ εξακολούθηση από τα κανάλια.
Το Διαδίκτυο ήταν εκτός “μάχης”, καθώς ακόμη και σε μεγάλες εταιρείες δεν υπήρχαν συνδεδεμένοι υπολογιστές. Στα σπίτια ελάχιστοι είχαν υπολογιστή και όσοι διέθεταν ίντερνετ, ήταν αξιοπερίεργα όντα, κάτι σαν επισκέπτες από το μέλλον.
Σύμφωνα με σχετική έρευνα, στο διάστημα 1 Μαρτίου με 8 Απριλίου 2000, οι προεκλογικές διαφημίσεις του ΠΑΣΟΚ προβλήθηκαν 1.777 φορές, ενώ εκείνες της ΝΔ 1.111 φορές. Το κυβερνών κόμμα πάντα είχε περισσότερα χρήματα.
Τέλος, σύμφωνα με δημοσίευμα της “Καθημερινής“, οι εκλογές της 9ης Απριλίου υπήρξαν “οι πιο δαπανηρές στη νεοελληνική ιστορία, με κόστος το οποίο υπολογίζεται στα 40 δισ. δραχμές“.
Αν αληθεύει, το ποσό ήταν εξωφρενικό για τα οικονομικά της Ελλάδας και θα μπορούσε να πληρώσει σημαντικό τμήμα του δανεισμού.
Δείτε στα ακόλουθα βίντεο πώς κάλυψαν τις εκλογές θρίλερ του 2000 οι τηλεοπτικοί σταθμοί:
Πηγή εικόνων κεντρικής φωτογραφίας: ΑΠΕ-ΜΠΕ (Πέτρος Γιαννακούρης και Βαγγέλης Βαρδουλάκης)