12 Μαρτίου 1990: Το πρώτο ελληνικό ντιμπέιτ
Η τηλεμαχία δεν πραγματοποιήθηκε σε κάποιο τηλεοπτικό στούντιο, αλλά σε αμφιθέατρο του Παντείου Πανεπιστημίου. Συμμετείχε η τριανδρία της οικουμενικής κυβέρνησης Ζολώτα: ο πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας, Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, Ανδρέας Παπανδρέου και ο Γενικός Γραμματέας του ΚΚΕ, Χαρίλαος Φλωράκης.
Συντονιστής ήταν ο δημοσιογράφος Γιάννης Καψής και τις ερωτήσεις υπέβαλε ο καθηγητής του Παντείου, Δημήτρης Κώνστας. Ο διάλογος μεταδόθηκε τόσο ραδιοφωνικά όσο και τηλεοπτικά, από την ΕΡΤ και τα νεοσύστατα τότε ιδιωτικά κανάλια του Mega και του Ant1.
Πλήθος πολιτικών προσώπων γέμισαν τις θέσεις του αμφιθεάτρου. Ανάμεσά τους ο πρωθυπουργός, Ξενοφών Ζολώτας, ο πρώην πρωθυπουργός Τζαννής Τζαννετάκης, υπουργοί, διπλωμάτες, καθώς επίσης και ο Αμερικανός και ο Σοβιετικός πρέσβης.
Το επίκεντρο της συζήτησης ήταν τα ζητήματα εξωτερικής πολιτικής. Κύλησε χωρίς εντάσεις, με τους τρεις αρχηγούς κομμάτων να τηρούν το προκαθορισμένο χρονικό πλαίσιο. Αν και το σκηνικό θύμιζε περισσότερο πανεπιστημιακή διάλεξη, ήταν κάτι νέο για τα πολιτικά ήθη και χαιρετίστηκε από τον Τύπο.
“Η πολιτική ιστορία της Ελλάδας έγινε πλουσιότερη και, επιτέλους, απέκτησε μια γεύση ευρωπαϊκών πολιτικών αντιπαραθέσεων“, έγραψε η εφημερίδα “Έθνος” την επομένη, ενώ τα “Νέα” είχαν τον εξής πρωτοσέλιδο τίτλο: “Στα συν του Ανδρέα η συζήτηση. Με ρεαλισμό ο Φλωράκης, με οξύτητες ο Μητσοτάκης“.
13 Σεπτεμβρίου 1996: Το ντιμπέιτ μεταξύ Σημίτη και Έβερτ
Ήταν το πρώτο τηλεοπτικό ντιμπέιτ, καθώς διεξήχθη, όπως και σήμερα, στο Ραδιομέγαρο της ΕΡΤ, στην Αγία Παρασκευή. “Αναμετρήθηκαν” ο πρωθυπουργός και πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, Κώστας Σημίτης με τον πρόεδρο της ΝΔ, Μιλτιάδη Έβερτ, οι οποίοι διαφώνησαν για τους όρους διεξαγωγής της τηλεμαχίας.
Ο Μιλτιάδης Έβερτ επέμενε στη διεξαγωγή τριών αναμετρήσεων με τη μορφή του άμεσου διαλόγου, σε αντίθεση με τον Κώστα Σημίτη, ο οποίος τις χαρακτήριζε ως “κοκορομαχίες”.
Τη δυσαρέσκειά τους για τη μη εκπροσώπησή τους εξέφρασαν τα μικρότερα κόμματα. Ο πρόεδρος της Πολιτικής Άνοιξης, Αντώνης Σαμαράς έστειλε εξώδικο στο ΕΣΡ, καταγγέλλοντας την απουσία του κόμματός του και των υπολοίπων από τη διαδικασία.
Τελικά, το ντιμπέιτ πραγματοποιήθηκε με συντονιστή τον Πέτρο Ευθυμίου. Οι τρεις δημοσιογράφοι που έθεσαν τα ερωτήματα στους δύο πολιτικούς αρχηγούς ήταν οι Θεόδωρος Ρουσόπουλος, Παύλος Τσίμας και Γιάννης Παπουτσάνης.
Τα εθνικά θέματα κυριάρχησαν στην τηλεμαχία, με αποκορύφωμα την κρίση των Ιμίων που ήταν ακόμη νωπή, όπως επίσης και τα ζητήματα της οικονομίας. Ο κάθε αρχηγός είχε στη διάθεσή του δύο λεπτά, για να αναπτύξει την απάντησή του.
Τα μικρά απρόοπτα και τα αστεία δεν έλειψαν.
“Ο Κώστας Σημίτης προσπαθούσε με τη βοήθεια ενός τεχνικού να βγάλει το μικρόφωνο από το πέτο του, όταν ο Μιλτιάδης Έβερτ είπε δυνατά: “Πάμε τώρα για μια μακαρονάδα;“, σύμφωνα με τα “Νέα“.
Για τον φιλοκυβερνητικό τύπο, ο Σημίτης επέδειξε “σοβαρότητα“, “σύνεση” και “ειλικρίνεια” και “κατατρόπωσε τον πολιτικό του αντίπαλο“.
Στον αντίποδα, οι φιλικές προς τη ΝΔ εφημερίδες υποστήριζαν ότι ο Σημίτης “υπέστη Βατερλώ από τον Μιλτιάδη Έβερτ“, ο οποίος ήταν “αυθεντικός“, “δυναμικός” και “αποφασιστικός“.
Η “Αυγή” έγραψε ότι οι δύο πολιτικοί αρχηγοί “ήταν πολύ λίγοι για τόσο μεγάλο θόρυβο“, ενώ ο “Ριζοσπάστης” έκανε λόγο για “αμερικάνικες καρικατούρες που συμμετείχαν σε κακοπαιγμένη θεατρική τηλεοπτική παράσταση“.
Το ντιμπέιτ μεταδόθηκε από όλους τους τηλεοπτικούς σταθμούς και το παρακολούθησαν 1.880.000 Έλληνες. Η τηλεθέαση έφτασε το 35,8%.
Οι δύο σκηνοθέτες του ντιμπέιτ, Τάσος Μπιρσίμ και Γιώργος Παπαδόπουλος, αντάλλαξαν συγχαρητήρια μετά το τέλος της μετάδοσης.
30 Μαρτίου 2000: Σημίτης εναντίον Καραμανλή
Όπως και στο ντιμπέιτ του 1996, έτσι και σε αυτό του 2000 ήταν μόνο δύο οι πολιτικοί αντίπαλοι που “διασταύρωσαν τα ξίφη” τους: ο πρωθυπουργός Κώστας Σημίτης και ο πρόεδρος της ΝΔ, Κώστας Καραμανλής.
Συντονιστής της τηλεμαχίας ήταν ο δημοσιογράφος Νίκος Χατζηνικολάου και ερωτήσεις απηύθυναν η Έλλη Στάη, ο Μανώλης Καψής και ο Θεόδωρος Ρουσόπουλος.
Ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ προσήλθε στο Ραδιομέγαρο πιο άνετος, έχοντας την εμπειρία του ντιμπέιτ του ’96, ενώ ο πρόεδρος της ΝΔ εμφανίστηκε περισσότερο αγχωμένος, σύμφωνα με τα δημοσιεύματα.
“Μην ανησυχείτε, εμείς έχουμε περισσότερο τρακ“, είπε ο Μανώλης Καψής στον Κώστα Καραμανλή, λίγο πριν ξεκινήσει η ζωντανή μετάδοση της τηλεμαχίας.
Οι δύο πολιτικοί αρχηγοί ανέπτυξαν τις προγραμματικές τους θέσεις για την οικονομία, το χρηματιστήριο, το ασφαλιστικό, την παιδεία, την εξωτερική πολιτική και το ασφαλιστικό, προσπαθώντας να κερδίσουν τις εντυπώσεις και να πείσουν τους αναποφάσιστους ψηφοφόρους.
Οι φιλοκυβερνητικές εφημερίδες έκαναν λόγο για “σαφή υπεροχή” Σημίτη, ενώ ο δεξιός Τύπος έγραψε για “βραδινό περίπατο ” και “καθαρή νίκη” του Κώστα Καραμανλή.
Σε αυτό που συμφώνησαν όλοι ήταν πως επρόκειτο για ένα ντιμπέιτ που επικράτησαν οι χαμηλοί τόνοι και οι δύο υποψήφιοι προσπάθησαν να διαφυλάξουν τα νώτα τους. Οι παράλληλοι μονόλογοι και η απουσία διαλόγου στέρησαν το σασπένς από την τηλεμαχία.
“Δεν μπορώ να καθίσω να δω δύο δεξιούς να μαλώνουν για το ποιος είναι ο πιο αριστερός“, είχε δηλώσει ο Λάκης Λαζόπουλος, όταν ρωτήθηκε γιατί δεν παρακολούθησε το ντιμπέιτ, η τηλεθέαση του οποίου ανήλθε στο 41%.
Παρ’ όλ’ αυτά, δεν απουσίασαν οι ατάκες και οι αμφιλεγόμενες τοποθετήσεις, σύμφωνα με τους ρεπόρτερ της εποχής. Ο Νίκος Χατζηνικολάου ανέφερε πως “ο ρόλος του απόψε είναι βαρετός“, ενώ ο Κώστας Καραμανλής είπε κάποια στιγμή: “Ας γίνουν και 2-3 μαγειρέματα στα νούμερα για την ΟΝΕ, δεν πειράζει“.
26 Φεβρουαρίου 2004: Το πρώτο “πενταμπέιτ” …εναντίον του Παναθηναϊκού
Στο Ραδιομέγαρο της ΕΡΤ, συγκεντρώθηκαν για πρώτη φορά σε τηλεμαχία περισσότεροι από δύο πολιτικοί αρχηγοί: ο Κώστας Καραμανλής, αρχηγός της ΝΔ, ο Γιώργος Παπανδρέου, αρχηγός του ΠΑΣΟΚ, η Γενική Γραμματέας του ΚΚΕ, Αλέκα Παπαρήγα, ο επικεφαλής του Συνασπισμού, Νίκος Κωνσταντόπουλος και ο πρόεδρος του ΔΗΚΚΙ, Δημήτρης Τσοβόλας.
Ο Τύπος υποδέχθηκε με θέρμη τη διεύρυνση των συμμετεχόντων και έκανε λόγο για το “πρώτο πενταμπέιτ“. Συντονιστής ήταν ο Νίκος Χατζηνικολάου και τις ερωτήσεις έκαναν οι δημοσιογράφοι Παύλος Τσίμας, Αλέξης Παπαχελάς, Νίκος Ευαγγελάτος και Σταύρος Θεοδωράκης.
Ωστόσο, οι προσδοκίες που καλλιεργήθηκαν για ένα πιο ενδιαφέρον ντιμπέιτ διαψεύστηκαν. Δεν επιτρεπόταν ο διάλογος ανάμεσα στους πέντε υποψηφίους, οι απαντήσεις τους ήταν ως επί το πλείστον γενικόλογες και ο χρόνος απάντησης στην εκάστοτε ερώτηση μειώθηκε από τα δύο λεπτά στο ενάμισι.
“Σούπα για 5. Το χρονόμετρο έκλεψε την ουσία και η φράση “Τέλος χρόνου” ήταν η πιο συχνή στο πάνελ“, έγραφαν τα “Νέα” την επομένη. “Οι αρχηγοί των δύο μεγάλων κομμάτων πρόσεχαν περισσότερο να μην κάνουν το μεγάλο λάθος“, παρατήρησε η “Ελευθεροτυπία“.
Οι κεντροαριστερές εφημερίδες σχολίασαν θετικά την παρθενική συμμετοχή του Γιώργου Παπανδρέου, ενώ οι κεντροδεξιές στάθηκαν στο γεγονός ότι “συμβουλευόταν υπέρ του δέοντος τις σημειώσεις του“.
Για ορισμένους πολιτικούς αναλυτές και δημοσκόπους, η εμφάνιση του προέδρου του ΠΑΣΟΚ ήταν ένας από τους λόγους που ηττήθηκε το κόμμα στις εκλογές της 7ης Μαρτίου.
Παρότι είχε μεγαλύτερη διάρκεια από εκείνα του 1996 και του 2000, το ντιμπέιτ του 2004 παρακολούθησαν περισσότεροι από 3,5 εκατ. πολίτες και συγκέντρωσε ποσοστό τηλεθέασης 40%.
Για πολλούς, όμως, μεγαλύτερο ενδιαφέρον από την τηλεμαχία είχε ο αγώνας Οσέρ-Παναθηναϊκός για το Κύπελλο UEFA την ίδια ημέρα.
“Παίζει ο ΠΑΟ και θα δούμε τους πολιτικούς που δεν θα μας πουν τίποτα καινούργιο;“, δήλωσε ένας οπαδός που είδε τον αγώνα με τους φίλους σε καφετέρια, ενώ μία κοπέλα από την ομήγυρη είπε:
“Αν καθόμουν σπίτι, Μητσικώστα θα έβλεπα. Ποιος ενδιαφέρεται για αυτά που λένε, αφού τίποτα δεν εννοούν“.
6 Σεπτεμβρίου 2007: Το ντιμπέιτ στον απόηχο μίας εθνικής τραγωδίας
Το ντιμπέιτ των εκλογών του 2007 έγινε στη “σκιά” των πυρκαγιών στην Ηλεία, που κόστισαν τη ζωή σε δεκάδες ανθρώπους και συγκλόνισαν την Ελλάδα.
Οι πολιτικοί αρχηγοί ήταν έξι: ο πρωθυπουργός Κώστας Καραμανλής (ΝΔ), o Γιώργος Παπανδρέου (ΠΑΣΟΚ), η Αλέκα Παπαρήγα (ΚΚΕ), ο Αλέκος Αλαβάνος (ΣΥΡΙΖΑ), ο Γιώργος Καρατζαφέρης (ΛΑΟΣ) και ο Στέλιος Παπαθεμελής (Δημοκρατική Αναγέννηση).
Συντονίστρια ήταν η Μαρία Χούκλη και τις ερωτήσεις απηύθυναν οι δημοσιογράφοι Όλγα Τρέμη, Νίκος Ευαγγελάτος, Αλέξης Παπαχελάς, Αιμίλιος Λιάτσος, Νίκος Χατζηνικολάου και Έλλη Στάη.
Μείζον ζήτημα αναδείχθηκαν οι φωτιές του καλοκαιριού, αλλά η δημόσια διοίκηση, τα εξοπλιστικά, η παιδεία, η οικονομία και η ονομασία της ΠΓΔΜ περιλαμβάνονταν επίσης στην ατζέντα του διαλόγου.
Στην ερώτηση γιατί δεν παραιτήθηκε κανένας κρατικός αξιωματούχος μετά τις πυρκαγιές του Αυγούστου, ο πρωθυπουργός απάντησε ότι “οι αποφάσεις δεν λαμβάνονται εν θερμώ” και παραδέχθηκε ότι υπήρξαν παραλείψεις στην αντίδραση του κρατικού μηχανισμού.
Ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης άσκησε έντονη κριτική στον Κώστα Καραμανλή, ενώ οι εκπρόσωποι των μικρότερων κομμάτων στηλίτευσαν την οικονομική και κοινωνική πολιτική της κυβέρνησης και κάλεσαν, ο καθένας με τον τρόπο του, τους πολίτες να μην “υποκύψουν” στον “πειρασμό” του δικομματισμού.
Μερίδα του Τύπου “ανέδειξε” νικητή της τηλεμαχίας τον Γιώργο Παπανδρέου και χαρακτήρισε ως “μεγάλο ηττημένο” τον Κώστα Καραμανλή. Συνολικά, το ντιμπέιτ του 2007 θεωρήθηκε καλύτερο από εκείνο του 2004 και η τηλεθέαση έφτασε το 32,4%, σύμφωνα με την AGB.
Ωστόσο, οι νέοι ψηφοφόροι “γύρισαν την πλάτη” ξανά στην τηλεμαχία, πηγαίνοντας για ψώνια ή για να πιουν καφέ στην πρωτεύουσα και τη συμπρωτεύουσα.
“Δεν θα έχανα τη βόλτα μου, για να το παρακολουθήσω, όχι γιατί δεν με ενδιαφέρουν τα κοινά, αλλά επειδή το ντιμπέιτ είναι μια αποστειρωμένη διαδικασία που δεν δίνει καμία λύση στα προβλήματα των πολιτών“, είχε δηλώσει μία γυναίκα.
21-22 Σεπτεμβρίου 2009: Η “τηλεμαχία Μπεν Χουρ” και το “μπρα ντε φερ” Καραμανλή-Παπανδρέου
Ενόψει των πρόωρων εκλογών της 4ης Οκτωβρίου 2009, πραγματοποιήθηκε ντιμπέιτ με την παρουσία έξι πολιτικών αρχηγών.
Οι τέσσερις από τους έξι ήταν οι ίδιοι με το 2007. Οι “καινούργιοι” ήταν ο Αλέξης Τσίπρας, πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ, και ο Νίκος Χρυσόγελος, επικεφαλής των Οικολόγων Πράσινων.
Την τηλεμαχία συντόνισε η Μαρία Χούκλη και ερωτήσεις υπέβαλαν οι δημοσιογράφοι Παύλος Τσίμας, Νίκος Ευαγγελάτος, Αιμίλιος Λιάτσος, Ανδρέας Κωνσταντάτος, Αντώνης Σρόιτερ και Σία Κοσιώνη.
Σε αυτό το ντιμπέιτ, κάθε αρχηγός είχε δικαίωμα να υποβάλει ερώτημα σε οποιονδήποτε άλλον πολιτικό αρχηγό επιθυμούσε.
Οι εφημερίδες έγραψαν ότι το διαλογικό μέρος ήταν το πιο ενδιαφέρον κομμάτι του ντιμπέιτ και το χαρακτήρισαν ως “τηλεμαχία Μπεν Χουρ”, επειδή διήρκεσε λίγο περισσότερο από 3 ώρες. Η τηλεθέαση ανήλθε στο 30%.
Ο Κώστας Καραμανλής υπερασπίστηκε το έργο της διακυβέρνησής του και υποστήριξε ότι έπρεπε να ληφθούν αμέσως τα αναγκαία μέτρα, προκειμένου να αντιμετωπιστεί η οικονομική κρίση.
Στην αντίπερα όχθη, ο Γιώργος Παπανδρέου ανέφερε ότι η πολιτική του θα βασιστεί στο νοικοκύρεμα του κράτους και την πράσινη ανάπτυξη.
Την επομένη του βασικού ντιμπέιτ, πραγματοποιήθηκε η τηλεοπτική αναμέτρηση ανάμεσα στους υποψήφιους για την πρωθυπουργία Κώστα Καραμανλή και Γιώργο Παπανδρέου.
Βρέθηκαν ενώπιος ενωπίω και απηύθυναν ο ένας ερωτήσεις στον άλλο. Η τηλεθέαση έφτασε το 28,7%. Για ακόμη μία φορά, η κάθε εφημερίδα, αναλόγως της ιδεολογικής της τοποθέτησης, “όρισε” νικητή και ηττημένο.
9 και 14 Σεπτεμβρίου 2015: Το “ντιμπέιτ των επτά” και οι ατάκες Τσίπρα – Μεϊμαράκη
Μετά από απουσία έξι ετών, το προεκλογικό ντιμπέιτ επανήλθε στους τηλεοπτικούς δέκτες, πριν από τις κάλπες της 20ής Σεπτεμβρίου 2015. Πραγματοποιήθηκε στον απόηχο του δημοψηφίσματος της 5ης Ιουλίου και της ψήφισης του τρίτου μνημονίου τον Αύγουστο.
Έλαβαν μέρος επτά αρχηγοί κομμάτων, οι περισσότεροι μέχρι σήμερα: ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας (ΣΥΡΙΖΑ), ο Βαγγέλης Μεϊμαράκης (ΝΔ), η Φώφη Γεννηματά (ΠΑΣΟΚ), ο Σταύρος Θεοδωράκης (Ποτάμι), ο Παναγιώτης Λαφαζάνης (ΛΑΕ), ο Δημήτρης Κουτσούμπας (ΚΚΕ) και ο Πάνος Καμμένος (ΑΝΕΛ).
Συντονιστής του ντιμπέιτ ήταν ο δημοσιογράφος Πάνος Χαρίτος και τις ερωτήσεις υπέβαλαν οι δημοσιογράφοι Όλγα Τρέμη, Μαρία Χούκλη, Σία Κοσιώνη, Αντώνης Σρόιτερ, Μάρα Ζαχαρέα και Μάκης Γιομπαζολιάς.
Η τηλεμαχία περιστράφηκε κυρίως γύρω από την εξάμηνη διαπραγμάτευση του ΣΥΡΙΖΑ με τους δανειστές και την υπογραφή του τρίτου μνημονίου.
Ο Αλέξης Τσίπρας παραδέχθηκε ότι η κυβέρνησή του δεν κατάφερε να υλοποιήσει όλες τις δεσμεύσεις της και εξέφρασε την ελπίδα “ότι θα τα καταφέρουμε στο μέλλον“.
Ο πρόεδρος της ΝΔ άσκησε δριμεία κριτική στον πρωθυπουργό και ζήτησε την ψήφο των πολιτών “για να ολοκληρώσει το κόμμα του ό,τι δεν πρόλαβε στην προηγούμενη θητεία του“, ενώ οι υπόλοιποι πολιτικοί αρχηγοί, εξαιρουμένου του Πάνου Καμμένου, επέκριναν τους χειρισμούς της κυβέρνησης.
Λίγες ημέρες μετά, ακολούθησε ντιμπέιτ ανάμεσα στους δύο βασικούς διεκδικητές της εξουσίας, του Αλέξη Τσίπρα και του Βαγγέλη Μεϊμαράκη.
Πολιτικοί αναλυτές και επικοινωνιολόγοι χαρακτήρισαν τη μεταξύ τους αντιπαράθεση ως την πιο ενδιαφέρουσα στην ιστορία των τηλεοπτικών ντιμπέιτ, καθώς οι ατάκες και τα αιχμηρά σχόλια αφθονούσαν. Η τηλεθέαση “άγγιξε” το 30%.
Ο Βαγγέλης Μεϊμαράκης καυτηρίασε τις 17 ώρες διαπραγμάτευσης του Αλέξη Τσίπρα με την τρόικα, τον Ιούλιο του 2015, λέγοντας: “Μας ζαλίσατε με τις 17 ώρες, κε Τσίπρα, τι είστε, ωρομίσθιος;“. Επίσης, προσέδωσε χιούμορ στη διαδικασία, όταν είπε πως η κάμερα “δείχνει τον κ. Τσίπρα ψηλότερο“.
Από την πλευρά του, ο Αλέξης Τσίπρας είπε την ατάκα της βραδιάς για να αντικρούσει τα επιχειρήματα του προέδρου της ΝΔ: “Κύριε Μεϊμαράκη, μου θυμίζετε το ανέκδοτο με το μεθυσμένο, που πίνει τρία μπουκάλια ουίσκι και μετά ένα σφηνάκι και το άλλο πρωί που ξυπνάει λέει ότι τον κατέστρεψε το σφηνάκι“.
“Κάνε ένα ντιμπέι ρε“. Τα ντιμπέιτ που δεν έγιναν
Κατά τη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου του 1993, ο Ανδρέας Παπανδρέου αρνήθηκε να πάρει μέρος σε τηλεοπτικό διάλογο με τον πρωθυπουργό Κωνσταντίνο Μητσοτάκη. Η ΝΔ εκμεταλλεύτηκε την άρνησή αυτή, παρουσιάζοντάς την σε μία τηλεοπτική διαφήμιση όπου φαινόταν μία άδεια καρέκλα.
Στις διπλές κάλπες του 2012 και στην πρώτη του 2015, τον Ιανουάριο, δεν πραγματοποιήθηκε καμία τηλεμαχία. Ήταν η περίοδος που κυριαρχούσε το δίπολο “μνημόνιο-αντιμνημόνιο” και οι συνθήκες για πολιτισμένο διάλογο δεν ήταν καθόλου ευνοϊκές.
Ντιμπέιτ δεν έγινε ούτε πριν τις εκλογές του Ιουλίου του 2019, διότι τα κόμματα δεν συμφώνησαν για την ημερομηνία.
Ο Νίκος Αλέφαντος είχε σχολιάσει με το δικό του μοναδικό τρόπο τη μη διεξαγωγή ντιμπέιτ το 2015. Η φράση “Κάνε ένα ντιμπέι ρε“, απευθυνόμενος στον πρωθυπουργό, Αντώνη Σαμαρά, έγινε viral και μέχρι σήμερα κάνει θραύση: