Γράφει ο Αποστόλης Ζυμβραγάκης *
Κάνοντας μια ψύχραιμη αποτίμηση του θέματος της νεοελληνικής γλώσσας, πιστεύω πως κινείται προς τη σωστή κατεύθυνση για ποικίλους λόγους. Αρχικά, το θέμα που επιλέχθηκε και διαμορφώθηκε και από τα συνοδευτικά κείμενα ήταν επιτέλους ένα άνοιγμα του σχολείου προς την κοινωνία. Δυστυχώς, τα τελευταία χρόνια ήταν τόσο έντονη η εσωστρέφεια του σχολείου, που γύρω μας ο κόσμος σχεδόν κατέρρεε και εμείς «υποκρινόμασταν» για το πόσο αξία έχει η ποίηση στη ζωή των παιδιών. Τέτοια θέματα, λοιπόν, όπως αυτό, όχι μόνο είναι ενδιαφέροντα να τίθενται, αλλά και αναγκαία, μιας και αναδεικνύουν τις παθογένειες της κοινωνίας, για τις οποίες πρέπει να είναι ευαισθητοποιημένη και η νέα γενιά.
Η περίληψη που ζητήθηκε στο θέμα Α ήταν σαφής ως προς το θεματικό της κέντρο και δεν προκαλούσε κάποιο πρόβλημα ούτε στην εύρεση των νοημάτων, ούτε στη μεταξύ τους συνεκτικότητα, ούτε στο επιτρεπόμενο όριο των λέξεων.
Επίσης, πιστεύω πως τα θέματα Β, επιλέχθηκαν σε μια ιδανική προσέγγιση της θεωρίας των γλωσσικών επιλογών και πώς αυτές εφαρμόζονται πρακτικά με βάση τα νοήματα που αναπτύσσουν οι συντάκτες, κειμενοκεντρικά και όχι σε μια στείρα απομνημόνευση. Επίσης, εδώ και χρόνια γίνεται κουβέντα για την αξιοπιστία του διαγωνίσματος, με βάση τις σημαντικές αποκλίσεις των βαθμολογητών. Τέτοιες αποκλίσεις σαφώς μειώνονται με ερωτήματα κλειστού τύπου, τα οποία όμως θα ήταν ιδανικό να μην εξαντλούνται σε ερωτήσεις διπλής επιλογής, σωστό-λάθος, αλλά σε ερωτήματα που να θίγουν ταυτόχρονα νοήματα και λειτουργίες γλωσσικών επιλογών και που να μπορούν να βαθμολογηθούν αντικειμενικά. Ωστόσο, στα θέματα Β, απαιτείται περισσότερη προσοχή στην εκφώνηση των ερωτήσεων. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα της λέξης «προφανώς», η οποία είναι προτασιακό επίρρημα που λειτουργεί ως κειμενικός δείκτης. Ίσως υπάρξουν παιδιά που θα συγχυστούν, με τον τρόπο που τους ζητήθηκε να απαντήσουν.
Το θέμα Γ ήταν ένα μοντέρνο πεζό με πολύ άμεσο ύφος, το οποίο δεν παρουσίαζε δυσκολίες στην εύρεση του νοήματός του και στη σχέση που έχει αυτό με τον άνθρωπο. Ωστόσο, πρέπει κάποια στιγμή να απαλλαγούμε από τον περιορισμό ή έστω τον αριθμητικό προσδιορισμό των κειμενικών δεικτών. Αυτό που πρέπει να γίνει σαφές και στα παιδιά είναι ότι σημασία έχει η ανάλυση του νοήματος και η συσχέτισή του με τον άνθρωπο. Οι κειμενικοί δείκτες είναι απλώς η «ασφάλειά μας» ότι δεν καταγράφω αυθαίρετες σκέψεις, αλλά σκέψεις που προκύπτουν από αυτές τις γλωσσικές επιλογές του συγγραφέα. Με άλλα λόγια, λειτουργούν περισσότερο σαν τεκμηρίωση της ανάλυσης και λιγότερο σαν την ανάλυση αυτή καθεαυτήν.
Τέλος, όσον αφορά το θέμα Δ, προσωπικά βρίσκω εξαιρετικά προβληματικό το γεγονός ότι ζητήθηκε ρητώς σαν οδηγία να αντληθούν ιδέες από τα κείμενα 1,2 και 3(!). Με βάση το ΦΕΚ, το θέμα Δ δε σχετίζεται με το λογοτεχνικό κείμενο, αλλά μόνο με τα μη λογοτεχνικά κείμενα. Προσωπικά, δεν θέτω ένσταση ουσίας, αλλά δεοντολογίας. Όταν έχεις ένα πλαίσιο ορισμένο από τον νόμο, γύρω από το οποίο εργάζονται σκληρά όλη τη χρονιά τα παιδιά και οι εκπαιδευτικοί τους, δεν μπορείς μέσα σε μια νύχτα να το πετάξεις στα σκουπίδια και να ζητήσεις κάτι που δεν προβλέπεται. Πρώτα αλλάζουμε τον νόμο και μετά τα θέματα. Όχι το αντίθετο...
Εύχομαι από την καρδιά μου καλά αποτελέσματα σε όλα τα παιδιά!