Η Εκθεση βάζει έντονα το στίγμα της στις φετινές επιδόσεις των περίπου 75.000 υποψηφίων Γενικών Λυκείων, οι οποίοι διεκδικούν μια θέση στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Καθώς η βαθμολόγηση του μαθήματος της Νεοελληνικής Γλώσσας Γενικής Παιδείας έχει ολοκληρωθεί, οι πληροφορίες από τα βαθμολογικά κέντρα αναφέρουν ότι η γενική εικόνα των επιδόσεων είναι λίγο χειρότερη σε σχέση με το 2022. Παράλληλα έχει λήξει η βαθμολόγηση και των γραπτών μαθημάτων που εξετάστηκαν τη δεύτερη ημέρα των Πανελλαδικών ενώ προς ολοκλήρωση βαίνει η βαθμολόγηση των μαθημάτων της τρίτης και της τέταρτης ημέρας. Τα πρώτα συμπεράσματα από τις εκτιμήσεις για τη συνολική εικόνα των γραπτών είναι πως η τάση στις βάσεις εισαγωγής ανά επιστημονικό πεδίο είναι μάλλον πτωτική, με τα βαθμολογικά ρετιρέ να παραμένουν στα ίδια επίπεδα. Βέβαια δεν αποκλείονται αυξομειώσεις σε κάθε μία από τις βαθμολογικές κλίμακες.
Ειδικότερα, η βία και τα εγκλήματα κατά των γυναικών, ο φεμινισμός και ο νεοφεμινισμός, η κοινωνική θέση της γυναίκας, τα στερεότυπα για τον ρόλο του άνδρα και οι σχέσεις των φύλων ήταν τα θέματα στα οποία οι υποψήφιοι εκλήθησαν να απαντήσουν και να αναπτύξουν τις απόψεις τους στο μάθημα της Νεοελληνικής Γλώσσας και Λογοτεχνίας Γενικής Παιδείας. «Τα θέματα ήταν τα καλύτερα της τετραετίας. Η διαβάθμιση της δυσκολίας τους ήταν ακριβής και επέτρεπε να ξεχωρίσουν οι άριστοι από τους καλά προετοιμασμένους», ανέφερε στην «Κ» ο φιλόλογος κ. Παύλος Βελιτζέλος. Ομως το θέμα, παρότι επίκαιρο και προετοιμασμένο στα φροντιστήρια, μάλλον μπέρδεψε τους υποψηφίους καθώς απαιτούσε κριτική σκέψη και συνδυασμό διαφορετικών θεματικών ενοτήτων. Ετσι αρκετοί υποψήφιοι φαίνεται να μην κατάφεραν να ανταποκριθούν όσο θα ήθελαν.
Μάλιστα, σύμφωνα με πληροφορίες της «Κ», αρκετοί «κόλλησαν» στο τρίτο κείμενο, για τα στερεότυπα για τον ρόλο του άνδρα που δεν γνωρίζει πώς θα ανακοινώσει την απόλυσή του στην οικογένειά του και πώς θα ανταποκριθεί στον ρόλο εκείνου που τη συντηρεί οικονομικά. Συγκεκριμένα, αρκετοί εστίασαν στο θέμα της ανεργίας. Ωστόσο βοήθησαν τους υποψηφίους οι ανακατατάξεις στις μονάδες (στο σύνολο των 100) που παίρνουν τα επιμέρους θέματα, αφού άλλαξε η βαθμολόγηση υπέρ συνήθως ευκολότερων θεμάτων.
Τα συμπεράσματα
Καθώς στη Νεοελληνική Γλώσσα Γενικής Παιδείας εξετάζονται οι υποψήφιοι όλων των κατευθύνσεων, η εικόνα των βαθμολογιών επηρεάζει τις βάσεις σε όλα τα επιστημονικά πεδία. Σύμφωνα με τη ροή πληροφοριών από τα βαθμολογικά κέντρα για τα μαθήματα προσανατολισμού, και πάντα αφού ληφθεί υπόψη το στάδιο της βαθμολόγησης, προκύπτουν τα ακόλουθα ανά επιστημονικό πεδίο:
• Στο 1ο επιστημονικό πεδίο σχολών (ανθρωπιστικών, νομικών και κοινωνικών επιστημών) στα Αρχαία οι υποψήφιοι πήγαν χειρότερα σε όλη τη βαθμολογική κλίμακα. Φέρεται να τους δυσκόλεψε ιδιαίτερα το απόσπασμα από τον «Θεάγη» του Πλάτωνα που δόθηκε. Συγκεκριμένα, στο κείμενο είναι απαιτητική η απόδοση στη νέα ελληνική βασισμένη στην πλήρη κατανόηση του αποσπάσματος. Πολλά σημεία του χρειάζονταν ελεύθερη μετάφραση για να βγει ορθό νόημα. Στα Λατινικά επίσης η γενική εικόνα των επιδόσεων είναι ελαφρώς χειρότερη συγκριτικά με το 2022. Στην Ιστορία (το μάθημα του πεδίου με τον μικρότερο όγκο βαθμολογημένων γραπτών) φαίνεται να πήγαν καλύτερα οι υποψήφιοι στις βαθμολογίες πάνω από 16 – «οι επιδόσεις είναι καλύτερες από πέρυσι, αλλά όχι όσο θα επέτρεπε ο χαμηλός βαθμός δυσκολίας των θεμάτων», ανέφερε στην «Κ» βαθμολογητής. Στη γενική εικόνα των επιδόσεων των υποψηφίων του πεδίου μάλλον δεν θα παρουσιασθούν σημαντικές διαφοροποιήσεις σε σχέση με πέρυσι.
• Στο 2ο επ. πεδίο (θετικών και τεχνολογικών επιστημών) τα Μαθηματικά έκαναν την έκπληξη, όπως και το 2020. Στο ιδιαίτερα δύσκολο και καθοριστικό αυτό μάθημα για την εισαγωγή στις πολυτεχνικές σχολές, οι μαθητές φέτος πήγαν καλύτερα σε σχέση με το 2022. Βέβαια, περίπου το 30% των γραπτών είναι κάτω από τη βάση. Από την άλλη, μειώθηκαν τα γραπτά πάνω από 18, αλλά υπάρχει συσσώρευση στις βαθμολογίες 16-18. Αντίθετα, λίγο χειρότερη εμφανίζεται να είναι η εικόνα των επιδόσεων στη Φυσική, ενώ στα ίδια επίπεδα κινούνται οι επιδόσεις στη Χημεία (το μάθημα του πεδίου με τα λιγότερα βαθμολογημένα γραπτά).
• Για το 3ο επ. πεδίο (υγείας και ζωής) την έκπληξη για την πορεία των βάσεων στα βαθμολογικά ρετιρέ των ιατρικών σχολών φαίνεται ότι θα κάνει η Βιολογία. Οι φετινοί υποψήφιοι έχουν χειρότερες επιδόσεις σε σχέση με πέρυσι, ενώ το ίδιο συμβαίνει και στη Φυσική. Αντίθετα, στη Χημεία οι επιδόσεις εμφανίζονται να είναι στα ίδια επίπεδα με το 2022. Εάν οι εκτιμήσεις επαληθευθούν, τότε θα έχουμε ελαφρά υποχώρηση των βάσεων εισαγωγής στις περιζήτητες σχολές, όπως οι ιατρικές.
• Στο 4ο επ. πεδίο (οικονομίας και πληροφορικής) οι επιδόσεις στο μάθημα της Οικονομίας είναι μάλλον χειρότερες από πέρυσι. Βέβαια, τη βαθμολόγηση «στιγματίζει» η λάθος απάντηση που λαμβάνεται ως σωστή, διότι βασίζεται σε άστοχη διατύπωση του σχολικού εγχειριδίου. Αντίθετα, όποιοι υποψήφιοι έκαναν την ώρα του διαγωνίσματος μαθηματικούς υπολογισμούς απάντησαν σωστά μεν στο ερώτημα, αλλά όχι με βάση το σχολικό βιβλίο. Αυτοί χάνουν μονάδες, εκτός κι αν ο βαθμολογητής δεχθεί τη γενική οδηγία της Κεντρικής Επιτροπής Εξετάσεων ότι κάθε απάντηση επαρκώς τεκμηριωμένη είναι σωστή. Οι επιδόσεις στην Πληροφορική είναι στα ίδια επίπεδα με πέρυσι, ενώ καλύτερα τα πήγαν οι υποψήφιοι στα Μαθηματικά, χωρίς όμως να είναι ενθαρρυντικό ότι δύο στα τρία γραπτά θα είναι κάτω από τη βάση του 10.
Πάντως, ανεξάρτητα από τις επιδόσεις των υποψηφίων, ένα στοιχείο που θα επηρεάσει την πορεία των βάσεων είναι ο αριθμός των υποψηφίων σε κάθε επιστημονικό πεδίο. Η κατανομή των υποψηφίων ανά πεδίο αλλάζει τα τελευταία χρόνια. Παρατηρούμε μια «πόλωση». Οι καλοί μαθητές επιλέγουν το 3ο πεδίο και οι πιο αδύναμοι το 4ο πεδίο, με αποτέλεσμα το 1ο και το 2ο πεδίο να έχουν μείωση υποψηφίων, και άρα να καλύπτονται όλο και περισσότερες θέσεις τους (σχεδόν όλες στο 2ο), με αποτέλεσμα οι ελάχιστες βάσεις εισαγωγής να υποχωρούν.
Τέλος, η βαθμολόγηση των γραπτών κινείται γρήγορα λόγω της αύξησης των βαθμολογικών κέντρων μετά την πανδημία. Η ανακοίνωση των βαθμών αναμένεται στα τέλη Ιουνίου.
Οταν οι άριστοι δεν ξεχωρίζουν από τους καλούς, «χαλάει» η συνταγή
Μπορεί οι υποψήφιοι να προτιμούν τα εύκολα θέματα στις Πανελλαδικές Εξετάσεις και να χαίρονται με τους πολύ καλούς βαθμούς που παίρνουν, ελπίζοντας ότι θα τους εξασφαλίσουν το εισιτήριο για την υψηλόβαθμη σχολή της αρεσκείας τους, αλλά προσοχή: μπορεί να πάθουν… ψυχρολουσία κατά την ανακοίνωση των βάσεων εισαγωγής. Και αυτό διότι δεν εισάγονται όσοι έχουν υψηλούς βαθμούς, αλλά εκείνοι με τα περισσότερα μόρια μέχρι να συμπληρωθούν οι θέσεις.
Ειδικότερα, όπως ανέφερε στην «Κ» ο μαθηματικός-αναλυτής Στράτος Στρατηγάκης, «τα πολύ εύκολα θέματα δημιουργούν συνωστισμό υποψηφίων στις υψηλές βαθμολογίες, με αποτέλεσμα να μην ξεχωρίζουν οι άριστοι από τους πολύ καλούς. Είναι απαραίτητος αυτός ο διαχωρισμός, ώστε οι άριστοι να εισαχθούν στις περιζήτητες σχολές, αφού οι θέσεις σ’ αυτές είναι περιορισμένες». Ενδεικτικά, οι θέσεις στην Ιατρική για υποψηφίους από το γενικό λύκειο είναι 800 σε όλα τα τμήματα της χώρας και 49 για τους υποψηφίους από τα ΕΠΑΛ. Τα θέματα των Πανελλαδικών πρέπει να είναι τέτοια ώστε να ξεχωρίσουν οι πρώτοι 1.000 που θα εισαχθούν σε αυτές. Στη Χημεία, για τις σχολές επιστημών υγείας, πάνω από 18 έγραψαν 2.246 υποψήφιοι το 2022 και πάνω από 19, 1.073 υποψήφιοι. Για τις Ιατρικές χρειαζόταν στη Χημεία βαθμός μεγαλύτερος του 19 το 2022, που δεν είναι σωστό, διότι η επιτυχία ή η αποτυχία κρίνεται από ένα μικρολαθάκι, πολλές φορές καθόλου σημαντικό.
Από την άλλη, το 2020 στο ίδιο μάθημα έγραψαν πάνω από 19 μόλις 235 υποψήφιοι και πάνω από 18 μόλις 740 υποψήφιοι. Το 18 ήταν υπεραρκετό εκείνη τη χρονιά για την εισαγωγή στην Ιατρική. Πιο λογικό ήταν το αποτέλεσμα το 2021, όταν 617 υποψήφιοι ξεπέρασαν το 19 και 1.957 υποψήφιοι το 18. Βαθμός λίγο κάτω από το 19 στη Χημεία ήταν αρκετός για την επιτυχία. Αυτό είναι το λογικό, διότι οι Πανελλαδικές Εξετάσεις αποτελούν ένα διαγωνισμό συμπλήρωσης θέσεων και όχι μια εξέταση πιστοποίησης γνώσεων. Αντίστοιχα φαινόμενα παρατηρούνται και σε άλλα μαθήματα. Στα Μαθηματικά των Οικονομικών, βλέπουμε ότι μόλις 94 υποψήφιοι έγραψαν πάνω από 18 το 2017, ενώ το 2021 ο αριθμός των υποψηφίων που έγραψαν πάνω από 18 ήταν 644. Πιο λογική κατανομή ήταν αυτή του 2021.
Από την άλλη, τα πολύ δύσκολα θέματα «ισοπεδώνουν» τους άριστους και τους πολύ καλούς υποψηφίους σε πολύ χαμηλές βαθμολογίες, μη επιτρέποντας και πάλι στους άριστους να ξεχωρίσουν και να καταλάβουν τις θέσεις στις περιζήτητες σχολές.
Το πρόβλημα που έχουν οι θεματοδότες είναι μεγάλο. Οπως παρατηρεί ο κ. Στρατηγάκης, «πρέπει να δημιουργήσουν θέματα πρωτότυπα, που να επιτυγχάνουν την ομαλή κατανομή των υποψηφίων στη βαθμολογική κλίμακα. Ενα άλλο πρόβλημα των θεματοδοτών είναι ότι πρέπει να κρατήσουν τις ισορροπίες στις βαθμολογίες των μαθημάτων που καθορίζουν τις βαθμολογίες στα μαθήματα των κοινών σχολών, για να μη δημιουργούνται αδικίες». Χαρακτηριστικά, οι υποψήφιοι του 2ου και του 3ου πεδίου διεκδικούν θέσεις σε 45 τμήματα που είναι κοινά στο 2ο και το 3ο πεδίο. Τα τρία από τα τέσσερα εξεταζόμενα μαθήματα είναι κοινά: Γλώσσα, Φυσική και Χημεία. Η διαφορά είναι στα Μαθηματικά και στη Βιολογία. Για να μην υπάρχει αδικία για τους υποψηφίους από το ένα ή το άλλο πεδίο, πρέπει η βαθμολογία σε Βιολογία και Μαθηματικά να είναι όσο το δυνατόν πιο κοντινή. Ενδεικτικά από το 2020 και μετά παρατηρούμε ότι ο αριθμός των υποψηφίων που γράφουν πάνω από 17 στη Βιολογία και στα Μαθηματικά των Θετικών Σπουδών είναι παρόμοιος σε αριθμό, ενώ πριν από το 2020 η απόκλιση ήταν πολύ μεγαλύτερη, με αποκορύφωμα το 2017, όταν 4.187 υποψήφιοι έγραψαν πάνω από 17 στη Βιολογία έναντι μόλις 1.580 στα Μαθηματικά.
Πηγή: Απόστολος Λακασάς - kathimerini.gr
Περισσότερα εκπαιδευτικά νέα εδώ.