Ένα κορίτσι 7 ετών βρέθηκε δεμένο και φιμωμένο στις τουαλέτες του σχολείου του από τους συμμαθητές του. Eνα αγόρι 15 ετών κακοποιείται από τους συμμαθητές του, που φτάνουν να περάσουν πετονιά στον λαιμό του. Εντεκάχρονος σε σχολείο έβγαλε σουγιά και απειλούσε τους συμμαθητές του. Αυτά είναι μόνο μερικά από τα περιστατικά βίας που έγιναν γνωστά τον τελευταίο χρόνο ανάμεσα σε εφήβους αλλά και παιδιά Δημοτικού, σαφώς ελάχιστα σε σχέση με όσα μένουν κρυφά.
Οι εκδηλώσεις βίας απέναντι σε συνομηλίκους ξεκινούν από νωρίς. «Το διάλειμμα είναι για εμάς το μεροκάματο του τρόμου», διηγείται νηπιαγωγός…
Συνεντεύξεις με γονείς και εκπαιδευτικούς όλων των βαθμίδων δείχνουν ότι η βία στα παιδιά και στους εφήβους έχει λάβει τέτοιες διαστάσεις που αφορά όλα τα σχολεία και όλους τους γονείς.
Κοινός παρονομαστής στα περισσότερα περιστατικά η αδυναμία εκπαιδευτικών και γονιών να εντοπίσουν το πρόβλημα εν τη γενέσει του αλλά και να διαχειριστούν τις καταστάσεις στη συνέχεια. Οι γονείς «έχουν άποψη για όλα», αλλά όταν τους ζητηθεί να συμμετάσχουν και να αναλάβουν την ευθύνη σε σχέση με τα παιδιά τους, πολύ δύσκολα αναγνωρίζουν ότι υπάρχει πρόβλημα. Από την άλλη, οι εκπαιδευτικοί συμβουλεύουν απλώς τα παιδιά που απευθύνονται σε αυτούς για βοήθεια να παίζουν μακριά από τα παραβατικά παιδιά, ή χειρότερα κάνουν τα στραβά μάτια.
Οι ειδικοί επισημαίνουν ότι οι βίαιες συμπεριφορές σε όλο και πιο μικρές ηλικίες είναι πλέον καθημερινότητα και στην Ελλάδα, ενώ νέες παθολογίες όπως οι αυτοτραυματισμοί και οι αυτοκτονικές τάσεις είναι πλέον πολύ συχνές στους εφήβους. Ζητούν πολλαπλές παρεμβάσεις σε σχολικό και κοινωνικό επίπεδο ώστε να αντιμετωπιστεί το φαινόμενο σε πρώτη φάση, αλλά και να μπορέσουμε να αντιληφθούμε και να παραδεχτούμε τις βαθύτερες αιτίες του.
«Κάθε χρόνο και χειρότερα», απαντά η Ν.Μ., καθηγήτρια Γυμνασίου σε σχολείο σε σχετικά υποβαθμισμένη περιοχή της συμπρωτεύουσας. «Προχθές ένα 13χρονο παιδί το έδειραν έξω από το σχολείο συνομήλικοί του. Τον περίμεναν να τελειώσει το μάθημα για να λύσουν τις διαφορές τους. Εγώ το έμαθα από τα άλλα παιδιά που έβλεπαν το βίντεο, το οποίο είχαν ανεβάσει στο ΤikΤok. Eρχονται στο σχολείο 13 χρόνων με σουγιά και εργαλείο που σπάει τα τζάμια. Και τι να κάνω; Να φωνάξω την αστυνομία; Μίλησα στη μητέρα, στην αρχή δεν το παραδεχόταν και στο τέλος μας είπε “και τι να κάνω;”.
Εχουμε απαγορεύσει τα κινητά ακριβώς για να αποφύγουμε τις καταγραφές και τη διαπόμπευση κάποιων. Αλλά τα κρύβουν», περιγράφει η εκπαιδευτικός που προτιμά να διατηρήσει την ανωνυμία της. «Φέτος που ερχόταν –έστω μια φορά την εβδομάδα– ψυχολόγος βοήθησε πολύ και τα παιδιά και τους καθηγητές που κατάλαβαν καλύτερα τι συμβαίνει. Βοηθήθηκαν βέβαια τα παιδιά που οι γονείς τους συνεργάστηκαν. Γιατί όταν είπαμε σε μια οικογένεια ότι το παιδί πρέπει να πάει σε ειδικό σχολείο γιατί αδυνατεί να παρακολουθήσει, μας απάντησαν “το παιδί μου δεν θα πάει με τα χαζά”».
«Καθένας λέει ό,τι να ‘ναι»
Στο δημοτικό σχολείο όπου ένα κορίτσι 7 ετών βρέθηκε δεμένο και φιμωμένο στις τουαλέτες πριν από μερικές εβδομάδες, δεν υπήρξε επίσημη ενημέρωση προς τους γονείς για το τι συνέβη. Ετσι οι φήμες δίνουν και παίρνουν. «Ο καθένας λέει ό,τι να ‘ναι. Ηρθαμε να πάρουμε τα παιδιά μας και ξαφνικά βρήκαμε απέξω τα κανάλια», λέει η Κ.Μ., μητέρα που το παιδί της πηγαίνει στο ίδιο σχολείο. Κάποιους μήνες νωρίτερα μια μητέρα από το ίδιο σχολείο ειδοποιήθηκε να πάει να παραλάβει το παιδί της από τα επείγοντα ενός νοσοκομείου, «γιατί κάποιος του είχε γυρίσει το χέρι». «Η διεύθυνση όχι μόνο δεν παίρνει καμία πρωτοβουλία αλλά μπλοκάρει και ό,τι πάνε κάποιοι να κάνουν», αναφέρει άλλος γονιός από το σχολείο. Πριν από λίγο καιρό αποφάσισαν να απαγορεύσουν την μπάλα στο προαύλιο για να μη γίνονται φασαρίες. «Ομως τα παιδιά μάζεψαν κουκουνάρια και πέτρες και τα έντυσαν με αλουμινόχαρτο για να παίξουν. Και τελικά βέβαια αυτό είναι πιο επικίνδυνο», καταλήγει.
Ακόμα και στις μικρότερες ηλικίες υπάρχει μεγάλη ένταση ανάμεσα στα παιδιά που συχνά χτυπούν το ένα το άλλο. «Ευτυχώς δεν έχουν μεγάλη δύναμη», αναφέρει νηπιαγωγός.
«Μια μέρα πήγα να πάρω τη μικρή από το νηπιαγωγείο και με φώναξε η δασκάλα να μου μιλήσει. Μου είπε ότι 4-5 άλλα παιδιά είχαν ορμήσει, την είχαν στριμώξει στη γωνία και τη χτυπούσαν. “Στο τσακ τη γλίτωσα να μη χτυπήσει άσχημα”, μου είπε. Ταράχτηκα. Μου είπε ότι πρέπει να τη μάθω να αντιδρά, “να μην κάθεται να τις τρώει”. Τη ρώτησα: “Εσείς πού ήσασταν” και μου απάντησε “στην τουαλέτα”».
Η Εύη Τσιτιρίδου, νηπιαγωγός και συγγραφέας για παιδιά, περιγράφει ότι με τις συνθήκες που επικρατούν ένας νηπιαγωγός πρέπει να είναι μαθητευόμενος μάγος για να αντεπεξέλθει σε μια τάξη με 25 νήπια μόνος του. «Τα παιδιά δυσκολεύονται πολύ να περιμένουν να μιλήσει ο άλλος, θέλουν όλα να βγουν μπροστά, υπάρχει διάχυτη σκληρότητα. Στο διάλειμμα δεν παίζουν παιχνίδια ρόλων, δεν μπορούν να φτιάξουν μια μικρή μυθοπλασία. Κυρίως κυνηγιούνται και όταν πιάσουν κάποιον τον χτυπάνε. Ακόμα και όταν κάποιος κλαίει, δεν σταματάνε και κανένας δεν πάει να τον παρηγορήσει. Γυρίζουν από την άλλη και συνεχίζουν σαν να μην έγινε τίποτα», διηγείται.
Εξηγεί επίσης ότι οι γονείς αντιμετωπίζουν με απαξίωση τους νηπιαγωγούς και δεν τους πιστεύουν όταν τους λένε ότι το παιδί τους έχει κάποιο θέμα. «Μεγάλο ποσοστό παιδιών έχει μαθησιακές δυσκολίες αλλά οι γονείς δεν το παραδέχονται. Χρειάζονται ψυχολόγους τα σχολεία αλλά όχι μόνο για τα παιδιά. Κυρίως για τους γονείς και τους εκπαιδευτικούς», καταλήγει.
Οταν ένα παιδί αντιμετωπίζει δυσκολία, μαθησιακή, κοινωνική, ψυχολογική και κανένας δεν ασχολείται, ο δρόμος προς την παραβατική συμπεριφορά έχει ήδη ανοίξει.
«Αδυναμία συνεννόησης»
«Είναι μια πολύ δύσκολη ιστορία η ελληνική οικογένεια», αναφέρει σύμβουλος πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης, η οποία έχει επίσης εργαστεί για πολλά χρόνια μέσα στις τάξεις με παιδιά. «Η ελληνική οικογένεια θέλει να παρεμβαίνει, αλλά όταν της χτυπήσουμε εμείς την πόρτα και πούμε “κάτι συμβαίνει στο σπίτι σας, θέλουμε να βοηθήσουμε”, δεν την ανοίγει εύκολα, δεν μπορούμε να συνεννοηθούμε. Σε άλλες χώρες, ό,τι λέει σε σχέση με το παιδί ο διευθυντής του σχολείου –ο οποίος όμως είναι μορφωμένος σε όλα τα επίπεδα–, η οικογένεια οφείλει να το δεχτεί. Τον πρώτο λόγο έχει πάντα η οικογένεια. Πολλοί γονείς δεν φέρνουν στο σχολείο τις γνωματεύσεις για να μη στιγματιστεί το παιδί και το σχολείο δεν μπορεί να βοηθήσει. Υπάρχουν παιδιά που δεν στηρίζονται όπως θα έπρεπε γιατί έτσι αποφάσισε η μανούλα, που όμως δεν έχει τις απαιτούμενες γνώσεις».
Ευγενία Σουμάκη,
παιδοψυχίατρος, διδάκτωρ Ιατρικής Σχολής Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, ψυχαναλύτρια
Μεγαλώνουν, αλλά δεν ωριμάζουν
«Βλέπουμε νέες παθολογίες στα παιδιά που σχετίζονται με ψυχική ευθραυστότητα ή με θέματα ναρκισσισμού, αυτό που ονομάζουμε διαταραχές προσωπικότητας. Πολλοί έφηβοι σήμερα αισθάνονται ότι τίποτα δεν έχει αξία. Υπάρχει μια νέα κοινωνική πραγματικότητα στην οποία όλοι προσπαθούμε να προσαρμοστούμε. Εχει μπερδευτεί τι είναι τεχνητό, τι είναι φυσιολογικό, τι είναι φυσικό, τι είναι αποδεκτό. Και η οικογένεια προσπαθεί να ισορροπήσει». Η ειδικός τονίζει ότι παλιά δεν ήταν τα πράγματα καλύτερα, ήταν όμως πιο σταθερά. «Οι ρόλοι και οι πεποιθήσεις ήταν προκαθορισμένοι και οριοθετημένοι. Και αυτό δημιουργούσε ασφάλεια. Σήμερα τα μηνύματα είναι πολλά, τα κοινωνικά πρότυπα έχουν διαψευστεί και οι γονείς λειτουργούν διεκπεραιωτικά. Τα παιδιά μεγαλώνουν, αλλά δεν ωριμάζουν ως προσωπικότητες, δεν έχουν συγκρότηση». Η βία είναι άμεση αντίδραση όταν δεν ξέρεις πώς να επεξεργαστείς ό,τι σου συμβαίνει. «Το πέρασμα άμεσα στην πράξη, ή αλλιώς η εκδραμάτιση όπως το λέμε, το κάνουν τα παιδιά όταν είτε δεν έχει ωριμάσει το συναίσθημά τους, δεν ξέρουν τι νιώθουν, είτε όταν δεν μπορούν να το εκφράσουν».
«Δεν παίρνουν χαμπάρι»
«Ο γονιός εκτός από το να δίνει συμβουλές, και μάλιστα με τρόπο επιτιμητικό, είναι καλό να σκεφθεί αν δίνει και το απαραίτητο συναίσθημα, αν είναι παρών, αν κουβεντιάζει και αν ακούει πραγματικά τι λέει το παιδί του. Γίνονται κραυγαλέα πράγματα μέσα στα σπίτια και οι γονείς δεν παίρνουν χαμπάρι. Γιατί; Γιατί χάνονται μέσα στο πλάνο της ζωής. Δεν γίνεται να λείπουν και οι δύο συνέχεια». Και οι εκπαιδευτικοί; «Μιλάμε για ένα ηττημένο εκπαιδευτικό σύστημα. Οι εκπαιδευτικοί έχουν απαξιωθεί, όπως και όλη η δουλειά του σχολείου, αφού όλοι κάνουν φροντιστήριο από μικρή ηλικία. Χρειάζεται τα σχολεία να στελεχωθούν με ψυχολόγους που να στηρίζουν την ομάδα των εκπαιδευτικών –οι οποίοι χρειάζεται να επιμορφωθούν–, ώστε να αντιμετωπίσουν τις καταστάσεις που προκύπτουν. Η συνεργασία των γονιών με το σχολείο θα πρέπει να είναι συνεχής, θεσμοθετημένη και υποχρεωτική».
Αθανάσιος Αλεξανδρίδης,
παιδοψυχίατρος – ψυχαναλυτής
Η βία γίνεται σαδιστική απόλαυση
Ενα παιδί Δημοτικού μπορεί να αναπτύξει συγκυριακή επιθετική συμπεριφορά ως αντίδραση στους γονείς, στο σχολείο, στην παρέα ως «πράξη δύναμης» που θα ενισχύσει τη θέση του. Πρέπει άμεσα οικογένεια και σχολείο, χωρίς δραματοποιήσεις, να προσπαθήσουν να αντιληφθούν τι συμβαίνει και να πάρουν τα απαραίτητα μέτρα. Αυτά θα πρέπει κατά κύριο λόγο να στοχεύουν στην ανάπτυξη του σεβασμού προς τον άλλον. Αν όμως ένα παιδί συστηματικά, είτε μόνο του είτε με «συμμορία», σχεδιάζει και πραγματοποιεί κακοποίηση παιδιών, τότε απαιτείται διερεύνηση από παιδοψυχίατρο για τη διάγνωση πιθανής ψυχοπαθολογίας και την εγκατάσταση της κατάλληλης θεραπείας. Αν αυτό δεν συμβεί, το πιθανότερο είναι ότι το παιδί αυτό θα εξελιχθεί σε επιθετικό, ψυχοπαθητικό, παραβατικό έφηβο γιατί η συνεχής εφαρμογή της βίας στους άλλους δημιουργεί σαδιστική απόλαυση και εξάρτηση για επανάληψη του «κακού». Η αντιμετώπιση των περιστατικών απαιτεί συνεργασία σε πολλά επίπεδα.
α) Ο εκπαιδευτικός να είναι εκπαιδευμένος σχετικά. β) Να υπάρχει βούληση από τον ίδιο αλλά και από το σχολείο στο οποίο ανήκει για την αναγνώριση και την αντιμετώπιση αυτών των φαινομένων. Δυστυχώς συχνά τα ζητήματα κακοποίησης αποσιωπώνται. γ) Να υπάρχει το νομοθετικό πλαίσιο και το κατάλληλο δίκτυο κοινωνικής προστασίας. Δυστυχώς το σχετικό Εθνικό Σχέδιο Δράσης που εκπονήθηκε πρόσφατα αφορά μόνο τη σεξουαλική κακοποίηση των ανηλίκων, ενώ θα έπρεπε να εντάσσει αυτή μέσα στο γενικό πλαίσιο δράσης για την αντιμετώπιση όλων των μορφών βίας, γιατί πάντα υπάρχει διαπλοκή των μορφών βίας. δ) Ο γονέας του θύματος να μην υποτιμήσει το γεγονός, να απαιτήσει δικαίωση και θεραπεία για το παιδί του. ε) Ο γονέας του δράστη να αναγνωρίσει τη σοβαρότητα της κατάστασης, να δεχθεί τα παιδαγωγικά και τα σωφρονιστικά μέτρα που, ίσως, επιβληθούν και κυρίως να αναγνωρίσει ότι το βίαιο παιδί του είναι άρρωστο και να αναζητήσει γι’ αυτό και ίσως και για ολόκληρη την οικογένεια θεραπεία. Δεν είμαι της άποψης ότι πρέπει να ενοχοποιούμε την οικογένεια, αλλά οπωσδήποτε μια οικογένεια είναι ένοχη αν μετά την εμφάνιση των βίαιων φαινομένων δεν αναζητήσει θεραπεία.
Τάνια Γεωργιοπούλου, https://www.kathimerini.gr