πταίω = σκοντάφτω, κάνω σφάλμα, αποτυγχάνω
Ενεστώτας
Οριστική
πταίω, πταίεις, πταίει, πταίομεν, πταίετε, πταίουσι(ν)
πταίω, πταίῃς, πταίῃ, πταίωμεν, πταίητε, πταίωσι(ν)
πταίοιμι, πταίοις, πταίοι, πταίοιμεν, πταίοιτε, πταίοιεν
Προστακτική
---, πταῖε, πταιέτω, ---, πταίετε, πταιόντων (ή πταιέτωσαν)
πταίειν
Μετοχή
πταίων, πταίουσα, πταῖον
Παρατατικός
Οριστική
ἔπταιον, ἔπταιες, ἔπταιε, ἐπταίομεν, ἐπταίετε, ἔπταιον
Μέλλοντας
Οριστική
πταίσω, πταίσεις, πταίσει, πταίσομεν, πταίσετε, πταίσουσι(ν)
πταίσοιμι, πταίσοις, πταίσοι, πταίσοιμεν, πταίσοιτε, πταίσοιεν
Απαρέμφατο
πταίσειν
Μετοχή
πταίσων, πταίσουσα, πταῖσον
Αόριστος
Οριστική
ἔπταισα, ἔπταισας, ἔπταισε(ν), ἐπταίσαμεν, ἐπταίσατε, ἔπταισαν
πταίσω, πταίσῃς, πταίσῃ, πταίσωμεν, πταίσητε, πταίσωσι(ν)
πταίσαιμι, πταίσαις ή πταίσειας, πταίσαι ή πταίσειε(ν), πταίσαιμεν, πταίσαιτε, πταίσαιεν ή πταίσειαν
Προστακτική
---, πταῖσον, πταισάτω, ---, πταίσατε, πταισάντων (ή πταισάτωσαν)
πταῖσαι
πταίσας, πταίσασα, πταῖσαν
Παρακείμενος
Οριστική
ἔπταικα, ἔπταικας, ἔπταικε, ἐπταίκαμεν, ἐπταίκατε, ἐπταίκασι(ν)
Υποτακτική
ἐπταικώς- ἐπταικυῖα- ἐπταικός ὦ
ἐπταικώς- ἐπταικυῖα- ἐπταικός ᾖς
ἐπταικότες- ἐπταικυῖαι- ἐπταικότα ὦμεν
Ευκτική
ἐπταικώς- ἐπταικυῖα- ἐπταικός εἴην
ἐπταικώς- ἐπταικυῖα- ἐπταικός εἴης
ἐπταικώς- ἐπταικυῖα- ἐπταικός εἴη
ἐπταικότες- ἐπταικυῖαι- ἐπταικότα εἴημεν (εἶμεν)
Προστακτική
---
ἐπταικώς- ἐπταικυῖα- ἐπταικός ἴσθι
ἐπταικότες- ἐπταικυῖαι- ἐπταικότα ἔστε
Απαρέμφατο
ἐπταικέναι
ἐπταικώς- ἐπταικυῖα- ἐπταικός