Γράφει ο Δημήτρης Τσιριγώτης
Αδιαμφισβήτητα, το πιο σημαντικό χαρακτηριστικό ενός εκπαιδευτικού είναι η μεταδοτικότητα. Από την μία, υπάρχει η μεταδοτικότητα με τον εκπαιδευτικό στη θέση του πομπού ο οποίος μεταδίδει γνώση στο μαθητή και από την άλλη υπάρχει και η μεταδοτικότητα με τον εκπαιδευτικό στη θέση του δέκτη οποίος δέχεται πολύτιμη γνώση-ανατροφοδότηση από τον μαθητή.
Ο συγγραφέας Ρόμπερτ Χάινλαϊν αναφέρει χαρακτηριστικά: «Όταν ένας διδάσκει, δύο μαθαίνουν». Πράγματι τη στιγμή που ο εκπαιδευτικός διδάσκει, εκείνη την ίδια στιγμή μαθαίνει, παρατηρώντας την αντίδραση των μαθητών του και ανιχνεύοντας τι είναι αυτό που διεγείρει την προσοχή τους ή όχι. Χαρτογραφεί δηλαδή ποια είναι τα πιο καλά μονοπάτια ώστε η διδασκαλία του να γίνεται πιο αποτελεσματική. Η χαρτογράφηση αυτή βέβαια προϋποθέτει δοκιμές και πειραματισμούς για αυτό και στους άπειρους και νεοεισερχόμενους εκπαιδευτικούς πρέπει να επιδεικνύεται κατανόηση μέχρι να ανακαλύψουν τα δικά τους μονοπάτια μεταδοτικότητας και όχι βιασύνη να τους αξιολογήσουν, όπως με περίσσεια απερισκεψία γίνεται στη χώρα μας.
Την μεταδοτικότητα του εκπαιδευτικού μπορούμε να την χωρίσουμε σε τρεις κατηγορίες: τη γνωστική μεταδοτικότητα, την παιδαγωγική και τη συναισθηματική.
Γνωστική μεταδοτικότητα
Ο εκπαιδευτικός με ενσυναίσθηση μπαίνει στη θέση του μαθητή. Για το λόγο αυτό απλοποιεί τη γνώση και την προσαρμόζει στο νοητικό επίπεδο του μαθητή. Ο εκπαιδευτικός με γνωστική μεταδοτικότητα διδάσκει με βάση την υπόθεση: «αν ήμουν εγώ στη θέση ενός μαθητή μου πώς θα ήθελα να μου εξηγήσει ο εκπαιδευτικός το μάθημα»;
Ο περίφημος φυσικός Richard Feynman πρότεινε μία τεχνική η οποία έχει πολύ μεγάλο ενδιαφέρον: «1. Βρίσκω ένα θέμα που θέλω να μάθω/καταλάβω και αρχίζω να το μελετάω. 2. Γράφω σε ένα χαρτί ό,τι ξέρω για το θέμα. Κάθε φορά που μαθαίνω κάτι νέο, το συμπληρώνω στο χαρτί. 2. Σταματάω να κοιτάζω το χαρτί και προσπαθώ να εξηγήσω όσα ξέρω σε ένα αόρατο ακροατήριο, χρησιμοποιώντας όσο πιο απλά λόγια μπορώ. Δηλαδή, προσποιούμαι ότι το εξηγώ σε ανθρώπους που δεν έχουν απαραιτήτως τις τεχνικές γνώσεις για να καταλάβουν. 3. Σκέφτομαι αν το έχω εξηγήσει καλά, κατανοητά, χωρίς να αφήνω απορίες. Αν όχι επιστρέφω στην πηγή της γνώσης (βιβλία, internet, ειδικοί κ.λπ.) και προσπαθώ να καλύψω τα κενά που είχα, μέχρι να τα καλύψω από όλες τις πλευρές. 4. Απλοποιώ όσο πιο πολύ μπορώ το λεξιλόγιό μου και χρησιμοποιώ αναλογίες και παραδείγματα για να κάνω το θέμα κατανοητό».
Προσοχή!! Διαβάζοντας κανείς τα παραπάνω βήματα της τεχνικής Feynman το πιο πιθανό είναι να πιστέψει πως αναφέρονται στη διδασκαλία. Και όμως, όχι. Αναφέρονται στο πως μπορεί κάποιος να μάθει κάτι σε βάθος. Για να ισχυρίζεσαι πως έχεις μάθει κάτι πρέπει πρώτα να μπορείς να το εξηγήσεις, να μπορείς δηλαδή να το απλοποιήσεις τόσο ώστε να το καταλάβει και ο πιο άσχετος με το θέμα άνθρωπος.
Όσον αφορά λοιπόν έναν εκπαιδευτικό η μάθηση και διδασκαλία πάνε χέρι χέρι. Έχει μάθει κάτι όταν μπορεί να το διδάξει και την ώρα που το διδάσκει το μαθαίνει ακόμα βαθύτερα. Ποιος εκπαιδευτικός δεν το έχει βιώσει αυτό; Την ώρα που δίδασκε κάτι στους μαθητές του να νιώσει ότι είναι πρώτη φορά που και αυτός το κατάλαβε σε βάθος;
Η γνωστική μεταδοτικότητα του εκπαιδευτικού είναι η ικανότητα απλοποίησης που έχει. Για το λόγο αυτό χαμηλώνει και γίνεται μικρός. Πόσες φορές δεν έχουμε ακούσει τα παιδιά να λένε για κάποιο εκπαιδευτικό: «είναι πολύ καλός, τα εξηγεί πολύ απλά» αλλά και αντίστροφα: «μόνο ο ίδιος καταλαβαίνει τι λέει».
Παιδαγωγική μεταδοτικότητα
Πρόκειται για τη μετάδοση αξιών και συμπεριφορών. Εδώ αντίστροφα δεν σκύβει ο εκπαιδευτικός προκειμένου να συναντήσει το μαθητή αλλά τεντώνεται προς τα πάνω ο μαθητής για να συναντήσει τον εκπαιδευτικό. Ο στόχος είναι να κινηθεί ο μαθητής προς στο αύριο και να μεγαλώσει (ωριμάσει). Για να συμβεί λοιπόν αυτό πρέπει ο εκπαιδευτικός να αντιμετωπίζει το μαθητή ως εν δυνάμει ενήλικα. Να του απευθύνεται όσο γίνεται πιο ισότιμα. Ο πατροναριστική ή δασκαλίστικη στάση του εκπαιδευτικού δεν παιδαγωγεί σωστά τους μαθητές, ειδικά εκείνους που διανύουν την προεφηβεία ή την εφηβεία τους, αφού τους κάνει να αντιδρούν.
Συναισθηματική μεταδοτικότητα
Πρόκειται για μετάδοση συναισθημάτων μεταξύ του εκπαιδευτικού και των μαθητών του. Φυσικά εννοείται πως για να συμβεί κάτι τέτοιο βασικές προϋποθέσεις από την πλευρά του εκπαιδευτικού είναι οι εξής: α) να νιώθει τα συναισθήματα αυτά, το οποίο απαιτεί υψηλή ευαισθησία εκ μέρους του β) να έχει καλλιεργημένη συναισθηματική νοημοσύνη ώστε να μπορεί να κατανοεί και να διαχειρίζεται τα συναισθήματά του γ) να έχει υψηλή ενσυναίσθηση (ικανότητα να βιώνει σε πρώτο πρόσωπο τα συναισθήματα ενός τρίτου προσώπου) ώστε να μπορεί να μπαίνει στη θέση των μαθητών του και να κατανοεί τα δικά τους συναισθήματα.
Για να έχει ο εκπαιδευτικός συναισθηματική μεταδοτικότητα πρέπει να έχει διατηρήσει την παιδική του ψυχή και να είναι ανά πάσα στιγμή έτοιμος να «παίξει» με τα άλλα παιδιά.
Ο σημαντικός Πολωνός παιδαγωγός Γιάνους Κόρτσακ ο οποίος απαρνήθηκε τη ιατρική για να γίνει εκπαιδευτικός αναφέρει χαρακτηριστικά:
«Λέτε: Είναι κουραστικό να συναναστρέφεσαι παιδιά». Έχετε δίκιο.
Προσθέτετε: Γιατί πρέπει να κατέβεις στο επίπεδό τους, να χαμηλώσεις, να σκύψεις, να λυγίσεις, να γίνεις μικρός. Εδώ σφάλλετε.
Δεν είναι αυτό που κουράζει πιο πολύ.
Φταίει μάλλον που είστε υποχρεωμένοι να φτάσετε στο ύψος των συναισθημάτων τους.
Να τεντωθείτε, να μακρύνετε, να σηκωθείτε στις μύτες των ποδιών.
Για να μην τα πληγώσετε».
Παρόμοια, ο σημαντικός Έλληνας παιδαγωγός Ευάγγελος Παπανούτσος αναφέρει: «Αδύνατο να φαντασθεί κανείς πόσο δύσκολο, υπεράνθρωπο σχεδόν, είναι αυτό πού του ζητούμε: να συνθλίψει μέσα του το χρόνο, να γερνάει φυσιολογικά και όμως να μένει νέος στην ψυχή, για να μπορεί να έχει εύκολη την πρόσβαση στα αισθήματα, στις σκέψεις, στις επιθυμίες του νέου ανθρώπου πού θα διαπαιδαγωγήσει, να τον «καταλαβαίνει», να χαίρεται και να διασκεδάζει μαζί του, να σκέπτεται τις σκέψεις του, να επιθυμεί τις επιθυμίες του, να πονάει τον πόνο του. Να κατορθώνει δηλαδή εκείνο πού δεν μπορούν να επιτύχουν οι γονιοί όταν ή ηλικία έχει υπέρμετρα μεγαλώσει την απόσταση πού τούς χωρίζει από τα παιδιά τους».
Η μεταδοτικότητα είναι το ταξίδεμα μπρος-πίσω στο χρόνο
Τελικά τι είναι η μεταδοτικότητα του εκπαιδευτικού; Είναι η ικανότητα του να οδηγεί χρονομηχανή. Να ταξιδεύει με την ταχύτητα του φωτός μέσα στο χρόνο. Τη μία στιγμή να γίνεται παιδί που μαθαίνει και την άλλη γέροντας σοφός. Ο εκπαιδευτικός ταυτόχρονα έχει σαν αποστολή και μία ακόμη μετάδοση: Με τη χρονομηχανή του ταξιδεύει στο παρελθόν και επισκέπτεται τους προγόνους μας οι οποίοι του εμπιστεύονται τη γνώση τους για να τη μεταδώσει στους μελλοντικούς συνεχιστές τους.