Η στρατιωτική εκπαίδευση στην αρχαία Ελλάδα δεν ήταν ίδια σε κάθε πόλη-κράτος. Στην Αθήνα, η θητεία διαρκούσε μόλις δύο χρόνια, ενώ στη Σπάρτη η πολεμική εκπαίδευση ξεκινούσε από την παιδική ηλικία και διαρκούσε σχεδόν ολόκληρη τη ζωή των ανδρών.
Στην Αθήνα, οι νέοι ξεκινούσαν τη στρατιωτική τους πορεία στα 18 τους, περνώντας δύο χρόνια στην Εφηβεία. Τον πρώτο χρόνο εκπαιδεύονταν σε όπλα και τακτικές μάχης, ενώ τον δεύτερο αναλάμβαναν την προστασία των συνόρων. Μετά από αυτό, ανήκαν στην εφεδρεία μέχρι τα 60 τους χρόνια, αλλά δεν είχαν συνεχή στρατιωτική υποχρέωση.
Αντίθετα, στη Σπάρτη, η εκπαίδευση άρχιζε στα 7 χρόνια με το αυστηρό σύστημα της Αγωγής, που επικεντρωνόταν στη φυσική αντοχή, την πειθαρχία και την απόλυτη υποταγή στη στρατιωτική ζωή. Από τα 20 έως τα 30 τους χρόνια, οι Σπαρτιάτες ζούσαν στους στρατώνες, ακόμα κι αν είχαν οικογένεια, και παρέμεναν ενεργοί στον στρατό μέχρι τα 60.
Άλλες πόλεις είχαν τα δικά τους στρατιωτικά συστήματα. Στη Θήβα, για παράδειγμα, υπήρχε ο Ιερός Λόχος, μια ελίτ μονάδα 300 πολεμιστών που βρισκόταν σε συνεχή ετοιμότητα. Οι περισσότερες ελληνικές πόλεις βασίζονταν στην εφεδρεία των πολιτών τους, χωρίς μόνιμο στρατό όπως στη Σπάρτη.
Η στρατιωτική οργάνωση κάθε πόλης-κράτους καθόριζε την κοινωνική της δομή και την αμυντική της στρατηγική. Η Αθήνα επένδυε σε πολίτες-οπλίτες με ευρύτερη εκπαίδευση, ενώ η Σπάρτη δημιούργησε έναν λαό-στρατιώτη. Αυτές οι διαφορές διαμόρφωσαν την πορεία της ελληνικής ιστορίας και άφησαν ανεξίτηλο το αποτύπωμά τους στον αρχαίο κόσμο.
