Δημήτρης Τσαφέντας: Η iστορία του Έλληνα που σκότωσε τον "αρχιτέκτονα του απαρτχάιντ"
Η 6η Σεπτεμβρίου 1966 σηματοδότησε ένα σημαντικό σημείο στην ιστορία της Νότιας Αφρικής. Εκείνη την ημέρα, μέσα στο κοινοβούλιο της χώρας, ένας άνδρας ελληνικής καταγωγής άλλαξε την πορεία της ιστορίας με μια πράξη που για δεκαετίες παρουσιάστηκε ως έργο τρελού. Σήμερα γνωρίζουμε την αλήθεια: ο Δημήτρης Τσαφέντας δεν ήταν ψυχοπαθής, αλλά ένας άνθρωπος που αγωνίστηκε κατά της ρατσιστικής καταπίεσης.
Ποιος ήταν ο Δημήτρης Τσαφέντας
Γεννημένος στις 14 Ιανουαρίου 1918 στη Μοζαμβίκη, ο Δημήτρης Τσαφέντας είχε έναν Έλληνα πατέρα, τον Μιχάλη Τσαφέντα, και μια μητέρα μιγάδα από τη Μοζαμβίκη. Η μικτή καταγωγή του θα καθόριζε σε μεγάλο βαθμό τη ζωή του στη ρατσιστική Νότια Αφρική.
Μετά τον θάνατο της μητέρας του, πέρασε κάποια χρόνια στην Αίγυπτο με τη γιαγιά του. Στα 10 του χρόνια εγκαταστάθηκε στη Νότια Αφρική, όπου παρά το γεγονός ότι θεωρούνταν νομικά "λευκός" λόγω του πατέρα του, το σκούρο δέρμα του τον έκανε να ξεχωρίζει.
Η προσωπική του τραγωδία με το απαρτχάιντ
Οι φυλετικοί νόμοι του απαρτχάιντ επηρέασαν άμεσα τη ζωή του Τσαφέντα. Παρότι ήταν κατηγοριοποιημένος ως "λευκός", δεν μπορούσε να παντρευτεί τη μιγάδα φίλη του. Όταν ζήτησε να καταχωρηθεί ως "Έγχρωμος" για να μπορέσει να παντρευτεί, η αίτησή του απορρίφθηκε.
Αυτή η προσωπική εμπειρία με την αδικία του συστήματος τον οδήγησε να γραφτεί στο Κομμουνιστικό Κόμμα το 1930. Τα επόμενα χρόνια δούλεψε ως ναυτικός, ταξιδεύοντας σε όλο τον κόσμο και μαθαίνοντας οκτώ γλώσσες, συμπεριλαμβανομένων και των ελληνικών.
Η δολοφονία του Χέντρικ Φέρβουντ
Το 1966, ο Τσαφέντας επέστρεψε στη Νότια Αφρική και εργάστηκε ως κλητήρας στο κοινοβούλιο. Στις 6 Σεπτεμβρίου του ίδιου έτους, μαχαίρωσε τέσσερις φορές τον Πρωθυπουργό Χέντρικ Φέρβουντ, τον άνθρωπο που θεωρούνταν ο "Αρχιτέκτονας του Απαρτχάιντ".
Ο Φέρβουντ είχε εφαρμόσει τις πιο σκληρές μεταρρυθμίσεις του απαρτχάιντ, συμπεριλαμβανομένων:
- Εκπαιδευτικών μεταρρυθμίσεων που περιόριζαν την εκπαίδευση των μαύρων
- Τη διαίρεση του μαύρου πληθυσμού σε "φυλές" και την εγκατάστασή τους σε φτωχές περιοχές
- Την ενίσχυση των φυλετικών διαχωρισμών σε όλους τους τομείς της ζωής
Οι πραγματικοί λόγοι της δολοφονίας
Έξι μέρες μετά τη σύλληψή του, ο Τσαφέντας δήλωσε στην αστυνομία: "Δολοφόνησα τον πρωθυπουργό επειδή είχα σιχαθεί τη ρατσιστική του πολιτική". Παρά την ξεκάθαρη δήλωσή του, το δικαστήριο αποφάσισε ότι έπασχε από σχιζοφρένεια και δεν μπορούσε να δικαστεί.
Η μεγάλη απόκρυψη της αλήθειας
Για 52 χρόνια, το καθεστώς του απαρτχάιντ διατήρησε το ψέμα ότι ο Τσαφέντας ήταν ψυχοπαθής. Ο λόγος ήταν απλός: δεν ήθελαν να παραδεχτούν ότι ένας άνθρωπος σκότωσε τον πρωθυπουργό τους για πολιτικούς λόγους.
Ο Τσαφέντας φυλακίστηκε αρχικά με τους θανατοποινίτες, ζώντας καθημερινά την αγωνία της αγχόνης των συγκρατούμενων του. Αργότερα μεταφέρθηκε σε ψυχιατρικό νοσοκομείο, όπου έμεινε μέχρι το θάνατό του στις 7 Οκτωβρίου 1999.
Η αποκατάσταση της αλήθειας
Το 2018, ο ερευνητής Χάρης Δουσεμετζής παρουσίασε στο Μουσείο του Απαρτχάιντ στο Γιοχάνεσμπουργκ τα αποτελέσματα μιας εκτενούς έρευνας. Μελετώντας 12.000 σελίδες επίσημων εγγράφων και παίρνοντας συνεντεύξεις από 137 άτομα, απέδειξε ότι:
- Ο Τσαφέντας δεν οδηγήθηκε στην πράξη του από ψυχική διαταραχή
- Είχε καθαρά πολιτικά και ιδεολογικά κίνητρα
- Το καθεστώς σκόπιμα απέκρυψε την αλήθεια
Η κατάθεσή του Τσαφέντα
Στην αρχική του κατάθεση στην αστυνομία του Γιοχάνεσμπουργκ, ο Τσαφέντας εξήγησε αναλυτικά τα κίνητρά του:
"Ήμουν κατά της αποικιοκρατίας, κατά της δουλείας... Ήμουν εναντίον του απαρτχάιντ επειδή διαχώριζε τους λαούς διαφορετικών φυλών και προκάλεσε το μίσος ανάμεσά τους... Πίστευα ότι με την εξαφάνιση του πρωθυπουργού της Νοτίου Αφρικής θα πραγματοποιηθεί αλλαγή πολιτικής."
Η ιστορική σημασία
Ο δικαστής Τζόντι Κολάπεν, που επισκεπτόταν τακτικά τον Τσαφέντα στη φυλακή, δήλωσε: "Το βιβλίο είναι πολύ σημαντικό, καθώς το έθνος πρέπει να γνωρίζει την αλήθεια".
Σήμερα, ο Δημήτρης Τσαφέντας αναγνωρίζεται όχι ως ένας "τρελός", αλλά ως ένας άνθρωπος που αγωνίστηκε κατά της ρατσιστικής καταπίεσης. Η ιστορία του αποτελεί μια υπενθύμιση του τρόπου με τον οποίο τα καταπιεστικά καθεστώτα χειραγωγούν την αλήθεια για να εξυπηρετήσουν τους σκοπούς τους.
Η κηδεία του έγινε με έξοδα της ελληνικής κοινότητας της Νότιας Αφρικής, παρουσία λιγότερων από 10 ατόμων. Όμως η ιστορική του κληρονομιά είναι πολύ μεγαλύτερη από όσο φανταζόταν κανείς εκεί τη στιγμή.
