Φανταστείτε τη σημερινή Σαχάρα όχι ως απέραντη έρημο, αλλά ως μια καταπράσινη όαση γεμάτη νερό και ζωή! Πριν από περίπου 14.500 έως 5.000 χρόνια, αυτή ήταν η πραγματικότητα. Και μέσα σε αυτόν τον παράδεισο, σύμφωνα με πρόσφατες γενετικές αναλύσεις, ζούσε μια άγνωστη, απομονωμένη ομάδα ανθρώπων, αποκομμένη από τους γύρω πληθυσμούς.
Επιστήμονες, σε μια προσπάθεια να αποκρυπτογραφήσουν την προέλευση των κατοίκων της «πράσινης Σαχάρας», κατάφεραν ένα πρωτοποριακό επίτευγμα: την ανάκτηση των πρώτων ολόκληρων γονιδιωμάτων από τα οστά δύο γυναικών που βρέθηκαν θαμμένες στο Τακαρκόρι της Λιβύης, με χρονολογία περίπου 7.000 ετών!
Το Τακαρκόρι: Μια όαση ζωής και μυστηρίου
Το Τακαρκόρι δεν ήταν απλώς μια πράσινη περιοχή, αλλά και τόπος κατοικίας για πρώιμες ανθρώπινες κοινότητες. Αρχαιολόγοι ανακάλυψαν εκεί ταριχευμένα σώματα 15 γυναικών και παιδιών σε ένα βραχώδες καταφύγιο. Αυτοί οι άνθρωποι ζούσαν ψαρεύοντας και εκτρέφοντας πρόβατα και κατσίκες, σημάδι ενός προηγμένου για την εποχή τρόπου ζωής.
Τα γονιδιώματα των ανθρώπων του Τακαρκόρι αποκάλυψαν κάτι εκπληκτικό: ανήκαν σε έναν ξεχωριστό και μέχρι πρότινος άγνωστο γενετικό κλάδο, ο οποίος εξελίχθηκε ανεξάρτητα από τους πληθυσμούς της υποσαχάριας Αφρικής και της Ευρασίας για χιλιάδες χρόνια.
«Περιέργως, οι άνθρωποι του Τακαρκόρι δεν παρουσιάζουν καμία σημαντική γενετική επιρροή από τους πληθυσμούς της υποσαχάριας Αφρικής στα νότια ή τις προϊστορικές ομάδες ανθρώπων της Εγγύς Ανατολής και της Ευρώπης στα βόρεια. Αυτό υποδηλώνει ότι παρέμειναν γενετικά απομονωμένοι, μολονότι ασκούσαν την κτηνοτροφία, μια καινοτομία του πολιτισμού που προήλθε εκτός της Αφρικής», εξηγεί ο αρχαιογενετιστής Γιοχάνες Κράουζε του Ινστιτούτου Εξελικτικής Ανθρωπολογίας Μαξ Πλανκ.
Τα ευρήματα στον αρχαιολογικό χώρο επιβεβαιώνουν ότι οι κάτοικοι του Τακαρκόρι εκτρέφανε ήδη εξημερωμένα ζώα. Ανάμεσα στα αντικείμενα που βρέθηκαν, ξεχωρίζουν εργαλεία από πέτρα, ξύλο και οστά, πήλινα αγγεία, πλεκτά καλάθια και σκαλιστά ειδώλια, μαρτυρώντας έναν πλούσιο πολιτισμό.
Γενετική απομόνωση, πολιτισμική δικτύωση
«Ξέρουμε πλέον ότι ήταν απομονωμένοι γενετικά, αλλά όχι πολιτισμικά», διευκρινίζει ο Σαβίνο ντι Λέρνια, αναπληρωτής καθηγητής αφρικανικής αρχαιολογίας στο Πανεπιστήμιο Σαπιέντσα της Ρώμης. «Υπήρχαν πολλά δίκτυα επαφών σε διάφορα σημεία της ηπείρου, όπως φαίνεται από την κεραμική που προέρχεται από την υποσαχάρια Αφρική, την κοιλάδα του Νείλου και άλλες περιοχές».
«Διέθεταν αυτή την παλιά γενεαλογική γραμμή, η οποία φαίνεται να έχει ρίζες στην εποχή του Πλειστοκαίνου», προσθέτει ο ντι Λέρνια, αναφερόμενος στην περίοδο που έληξε πριν από περίπου 11.000 χρόνια, πριν την έναρξη του Ολοκαίνου. Οι δύο γυναίκες από το Τακαρκόρι προέρχονταν από μια αρχαία γενετική ομάδα της Βόρειας Αφρικής, η οποία είχε αποκοπεί από τους πληθυσμούς της υποσαχάριας περιοχής περίπου 50.000 χρόνια πριν. Την ίδια περίοδο, άλλες ομάδες ανθρώπων ξεκίνησαν τη μετανάστευσή τους προς τη Μέση Ανατολή, την Ευρώπη και την Ασία, και από αυτούς προέρχονται όλοι οι πληθυσμοί εκτός Αφρικής.
Ο Κράουζε υποστηρίζει ότι οι Τακαρκόρι πιθανότατα αντιπροσώπευαν ένα υπόλειμμα της γενετικής ποικιλομορφίας που υπήρχε στη βόρεια Αφρική μεταξύ 50.000 και 20.000 χρόνων πριν. «Πριν από 20.000 χρόνια, τα στοιχεία που μας δίνει η γενετική δείχνουν μια εισροή ομάδων από την ανατολική Μεσόγειο και ακολούθησαν μεταναστεύσεις από την Ιβηρική και τη Σικελία, πριν από περίπου 8.000 χρόνια. Όμως, για λόγους που δεν γνωρίζουμε ακόμη, οι Τακαρκόρι παρέμειναν απομονωμένοι για πολύ μεγαλύτερο διάστημα απ’ όσο θα αναμέναμε. Δεδομένου ότι η Σαχάρα κατέστη κατοικήσιμη μόλις πριν από 15.000 χρόνια, η αρχική πατρίδα τους παραμένει αβέβαιη».
Οι Τακαρκόρι φαίνεται πως διατήρησαν την απομόνωσή τους σχεδόν καθ’ όλη τη διάρκεια της ύπαρξής τους, μέχρι που το περιβάλλον άλλαξε ξανά. Όταν τελείωσε η Αφρικανική Υγρή Περίοδος, μια εποχή με πιο θερμό και υγρό κλίμα, η περιοχή μετατράπηκε σταδιακά, γύρω στο 3.000 π.Χ., στη σημερινή απέραντη έρημο.
Ενώ ο σύγχρονος άνθρωπος (Homo sapiens) εξαπλωνόταν εκτός Αφρικής, ήρθε σε επαφή και αναμείχθηκε γενετικά με τους Νεάντερταλ, αφήνοντας ίχνη στο DNA των σύγχρονων πληθυσμών εκτός Αφρικής. Ωστόσο, οι κάτοικοι της «Πράσινης Σαχάρας» διατήρησαν ελάχιστες γενετικές ενδείξεις αυτής της επαφής, γεγονός που υποδηλώνει περιορισμένη επικοινωνία με άλλες ανθρώπινες ομάδες.
Το μέλλον της έρευνας: Από σκελετούς σε ολόκληρα γονιδιώματα
Για χρόνια, οι ειδικοί μελετούσαν τους σκελετούς και τα αντικείμενα που βρέθηκαν στον αρχαιολογικό χώρο, αλλά η εξαγωγή DNA ήταν εξαιρετικά δύσκολη. Το 2019, κατάφεραν να ανακτήσουν μόνο μιτοχονδριακό DNA (που δείχνει τη μητρική γραμμή), το οποίο όμως δεν ήταν αρκετό για πλήρη εικόνα.
Πριν από λίγα χρόνια, δείγματα στάλθηκαν στη Λειψία, όπου, χάρη σε νέες τεχνικές, οι επιστήμονες του Ινστιτούτου Μαξ Πλανκ κατάφεραν να εξάγουν επαρκές DNA από δύο μούμιες και να αναλύσουν το πλήρες γονιδίωμά τους. Αυτό τους επέτρεψε να κατανοήσουν όχι μόνο την καταγωγή των μουμιών, αλλά και την ιστορία ολόκληρου του πληθυσμού, ανοίγοντας νέους ορίζοντες στην κατανόηση της ανθρώπινης εξέλιξης στην Αφρική.
