Η ιστορία των Γλυπτών του Παρθενώνα είναι μία από τις πιο αμφιλεγόμενες στην παγκόσμια ιστορία της τέχνης. Παραμένουν μέχρι σήμερα στο Βρετανικό Μουσείο, πυροδοτώντας μια διαρκή διαμάχη για τη νόμιμη κατοχή τους. Πώς βρέθηκαν όμως τα πιο εμβληματικά γλυπτά της αρχαιότητας στο Λονδίνο;
Από την Ακρόπολη στο Λονδίνο: Η περιπέτεια των Γλυπτών
Το 1801, ο Λόρδος Έλγιν, Βρετανός πρέσβης στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, έφτασε στην Αθήνα. Αν και η αρχική του άδεια προέβλεπε μόνο τη δημιουργία σχεδίων και εκμαγείων, ο ίδιος και τα συνεργεία του ξεκίνησαν μια συστηματική αποκοπή τμημάτων από τον Παρθενώνα. Για τρία ολόκληρα χρόνια, από το 1801 έως το 1804, οι εργάτες του απέσπασαν κομμάτια από τη ζωφόρο, τις μετόπες και τα αετώματα, χωρίς καμία αντίδραση. Οι Οθωμανοί, που τότε κατείχαν την Ελλάδα, ήταν αδιάφοροι, ενώ οι Αθηναίοι αδύναμοι να αντισταθούν.
Ο Έλγιν δεν έκλεψε απλώς τα γλυπτά. Η πράξη του ήταν μια τεράστια επένδυση. Ξόδεψε μια περιουσία για τα έξοδα μεταφοράς, τα συνεργεία, τους αρχιτέκτονες, αλλά και για να δωροδοκήσει Οθωμανούς αξιωματούχους. Όταν τελικά χρεοκόπησε, η μόνη του λύση ήταν να πουλήσει τη συλλογή του.
Η αμφιλεγόμενη αγορά και το γελοίο τίμημα
Το 1816, μετά από μακρές διαπραγματεύσεις, η βρετανική κυβέρνηση αποφάσισε να αγοράσει τα γλυπτά. Η απόφαση ήταν οριακή: με 82 ψήφους υπέρ έναντι 80 κατά, η αγορά εγκρίθηκε παρά τις έντονες ηθικές αντιρρήσεις πολλών βουλευτών.
Το ποσό που τελικά δόθηκε στον Έλγιν ήταν 35.000 λίρες Αγγλίας. Αν και τότε ήταν ένα σεβαστό ποσό, σήμερα αντιστοιχεί σε περίπου 500.000 δολάρια. Μια γελοία τιμή για ένα από τα σημαντικότερα μνημεία του παγκόσμιου πολιτισμού. Ο Έλγιν είχε ζητήσει πολύ περισσότερα, αλλά η Βρετανία του έδωσε μόνο όσα χρειαζόταν για να καλύψει τα χρέη του.
Η διαχρονική διεκδίκηση της Ελλάδας
Από τότε, η Ελλάδα δεν σταμάτησε ποτέ να διεκδικεί την επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα. Το 1982, η θρυλική υπουργός Πολιτισμού, Μελίνα Μερκούρη, ξεκίνησε μια παγκόσμια εκστρατεία για την επανένωσή τους.
Παρόλα αυτά, το Βρετανικό Μουσείο επιμένει μέχρι σήμερα, υποστηρίζοντας ότι τα γλυπτά «αποκτήθηκαν νόμιμα», ότι «σώθηκαν» από τη φθορά και ότι «πληρώθηκαν». Το ποσό των 35.000 λιρών εξακολουθεί να στοιχειώνει τη συζήτηση, θέτοντας ένα μεγάλο ερώτημα: μπορεί η πολιτιστική κληρονομιά να έχει τιμή;
Η διαμάχη συνεχίζεται, με την επιστροφή των Γλυπτών να παραμένει αίτημα-σύμβολο για την Ελλάδα και για την προστασία της παγκόσμιας κληρονομιάς.
