16 Αυγούστου 1982. Στο μικρό χωριό Ρητίνη της Πιερίας, ένα πρωτοφανές έγκλημα συγκλονίζει την ελληνική κοινωνία. Ένας 19χρονος αγρότης, με ακροδεξιές ιδέες και κυνική συμπεριφορά, δολοφονεί εν ψυχρώ με κυνηγετικό όπλο την 16χρονη πρώην μνηστή του, καθώς και τους γονείς της. Τι κρυβόταν πίσω από αυτό το τριπλό φονικό που άφησε άφωνη την Ελλάδα;
Η προίκα και οι πολιτικές διαφορές: Το χρονικό της τραγωδίας
Ο 19χρονος και η 16χρονη ήταν αρραβωνιασμένοι για 15 μήνες. Ο αρραβώνας διαλύθηκε τον Μάιο του 1982, όταν ο νεαρός ζητούσε επίμονα προίκα.
Ωστόσο, το κίνητρο δεν ήταν μόνο οικονομικό. Μία εβδομάδα πριν από το φονικό, ο 19χρονος εισέβαλε στο σπίτι της οικογένειας τα ξημερώματα. Τους απείλησε με το όπλο του, φωνάζοντας: «Αν δεν αλλάξετε κόμμα, θα σας σκοτώσω!». Οι κάτοικοι της Ρητίνης τον περιέγραφαν ως «ακροδεξιό» και «χουντοβασιλικό», ενώ ο ίδιος φώναζε στους δρόμους «κομμούνια, πασοκάκια, θα πεθάνετε!». Ο 43χρονος πατέρας είχε ήδη ζητήσει πολλές φορές προστασία από την αστυνομία, αλλά κανείς δεν μπορούσε να προβλέψει το μέγεθος της καταστροφής.
Το αιματηρό τέλος και η κυνική ομολογία
Το απόγευμα της 16ης Αυγούστου, αυτόπτες μάρτυρες είδαν τη μητέρα και την κόρη να τρέχουν σε ένα καπνοχώραφο, φωνάζοντας για βοήθεια, ενώ ο 19χρονος τις κυνηγούσε με το όπλο. Τις πυροβόλησε εν ψυχρώ. Αμέσως μετά, χτύπησε την άτυχη 16χρονη στο κεφάλι. Λίγα μέτρα μακριά, στο χώμα βρέθηκε νεκρός και ο πατέρας της.
Το επόμενο πρωί, ο 19χρονος συνελήφθη μαζί με τον 23χρονο φίλο του. Η ομολογία του στον εισαγγελέα ήταν ανατριχιαστική: «Αισθάνθηκα μεγάλη ευχαρίστηση, όταν είδα και τους τρεις ξαπλωμένους στο χώμα να σπαρταρούν». Προσπάθησε να αποδώσει το έγκλημα σε αισθηματικούς λόγους, δηλώνοντας κυνικά «Καμιά φορά, όποιος αγαπά πολύ σκοτώνει».
Η δίκη
Η δίκη έγινε τον Ιανουάριο του 1984. Ο δολοφόνος εμφανίστηκε αμετανόητος, ισχυριζόμενος ότι δεν ήθελε να σκοτώσει, αλλά ότι η δολοφονία της κόρης και της μητέρας της ήταν ατύχημα. Οι μάρτυρες, όμως, κατέθεσαν ότι ο νεαρός χτυπούσε και εκβίαζε την οικογένεια εδώ και καιρό.
Ο εισαγγελέας της υπόθεσης ήταν καταπέλτης, χαρακτηρίζοντας τον 19χρονο ως «λιπόψυχο» και «πανούργο» που προσπαθούσε να σώσει το τομάρι του. Τόσο ο δράστης όσο και ο φίλος του, που κατηγορήθηκε για συνέργεια επειδή γνώριζε το σχέδιο, κηρύχθηκαν ένοχοι.
Ο 19χρονος καταδικάστηκε σε τρεις φορές ισόβια κάθειρξη, καθώς και επιπλέον ποινές για οπλοφορία και οπλοχρησία. Ο φίλος του καταδικάστηκε σε φυλάκιση 30 μηνών.
Η υπόθεση της Ρητίνης αποτελεί ένα από τα πιο ανατριχιαστικά κεφάλαια στην ελληνική εγκληματολογία, ένα παράδειγμα του πώς η ιδεολογική και προσωπική βία μπορεί να οδηγήσει σε μια αδιανόητη τραγωδία.
