Ζόντερκομαντο (Sonderkommando): Η «ειδική ομάδα εργασίας» του Άουσβιτς-Μπίρκεναου. Ήταν οι Εβραίοι κρατούμενοι που επάνδρωναν τα κρεματόρια, υποχρεωμένοι να οδηγούν τους ομοθρήσκους τους στους θαλάμους αερίων, να συλλέγουν τα πτώματα και να τα αποτεφρώνουν.
Ήξεραν το απόλυτο μυστικό της φρίκης – και τη μοιραία τους τύχη: ότι σύντομα θα εκτελούνταν κι εκείνοι, ώστε το μυστικό να μην διαρρεύσει ποτέ.
Ανάμεσα σε αυτούς τους καταδικασμένους, βρισκόταν ένας Έλληνας Θεσσαλονικιός: ο Μαρσέλ Νατζαρή.
Μαρσέλ Νατζαρή: Ο ήρωας του Αλβανικού Μετώπου, ο κρατούμενος του Άουσβιτς
Ο Μαρσέλ Νατζαρή (γενν. 1917) προερχόταν από εύπορη οικογένεια της Θεσσαλονίκης. Πολέμησε στο Αλβανικό Μέτωπο και κατά την Κατοχή συμμετείχε στη φυγάδευση Εβραίων. Παρά τις προσπάθειές του, οι γονείς και η αδελφή του, Νέλυ, εκτοπίστηκαν στο Άουσβιτς και χάθηκαν για πάντα.
Τον Απρίλιο του 1944, ο Νατζαρή, μαζί με 1.900 Εβραίους από την Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη, βρέθηκε κι αυτός στο κολαστήριο του Άουσβιτς-Μπίρκεναου. Εκεί, οι Γερμανοί τον ενέταξαν στην Zonderkommando.
Ο Μαρσέλ Νατζαρή είναι ο μοναδικός Έλληνας που άφησε γραπτή μαρτυρία για τη φρίκη των κρεματορίων ενώ ήταν κρατούμενός τους.
Το Χειρόγραφο: Κρυμμένο σε ένα Παγούρι κάτω από τη Γη
Διαισθανόμενος ότι το τέλος του πλησιάζει (οι ομάδες ανανεώνονταν τακτικά), ο Νατζαρή αποφάσισε να γράψει.
Το χειρόγραφό του – μια σπαρακτική διαθήκη και απολογία – τοποθετήθηκε:
Σε ένα γυάλινο παγούρι.
Τυλίχθηκε σε μια δερμάτινη τσάντα.
Θάφτηκε στη ρίζα μιας βελανιδιάς, στον περίβολο του Κρεματορίου ΙΙΙ.
Το χειρόγραφο παρέμεινε κάτω από το χώμα, που έγινε ο τάφος ενός εκατομμυρίου ανθρώπων, μέχρι τον Οκτώβριο του 1980. Μια τυχαία ανασκαφή το έφερε στο φως.
Επειδή οι 13 σελίδες ήταν μισοκατεστραμμένες, χρειάστηκαν 37 χρόνια έρευνας και τεχνολογικής βοήθειας για να αποκωδικοποιηθεί σχεδόν στο σύνολό του.
«Μας ανάγκαζαν να κοπανήσουμε τη στάχτη»
Στο κείμενό του, απευθυνόμενος στους φίλους και συνεταίρους του, ο Νατζαρή περιγράφει τη φρίκη και επιχειρεί μια συγκλονιστική απολογία:
«Θα πείτε διαβάζοντας, τι εργασία έκαμα, πώς μπόρεσα να κάνω εγώ, ή ένας οποιοσδήποτε άλλος αυτή τη δουλειά, καίγοντας τους ομοθρήσκους μου. Σκέφτηκα πολλές φορές να μπω κι εγώ μαζί τους… αλλά με κρατούσε πάντα η εκδίκησις. […] Μεταφέραμε τα πτώματα των αθώων αυτών γυναικόπαιδων ως τον αναβατήρα […] όπου τους έκαιγαν χωρίς βοήθεια καυσίμου ύλης λόγω του λίπους που έχουμε. Από έναν άνθρωπο δεν έβγαινε παρά μισή οκά περίπου στάχτη οστών την οποία οι Γερμανοί μας ανάγκαζαν να την κοπανήσουμε, να την περάσουμε από ένα χοντρό κόσκινο και μετά την έριχναν στο ποτάμι και έτσι εξαφανίζεται κάθε ίχνος».
Μάλιστα, περιγράφει με ανατριχιαστική λεπτομέρεια τους θαλάμους αερίων, όπου οι κρατούμενοι πίστευαν ότι πήγαιναν για λουτρό, ενώ οι Γερμανοί με το μαστίγιο τους ανάγκαζαν να στριμωχτούν «σαν κουτί σαρδέλας».
«Ζήτω η Ελλάς»: Η επιβίωση και η νέα αρχή
Παρότι ο Νατζαρή ήταν βέβαιος για τον επικείμενο θάνατό του («θα μας εκτελέσουν και εμάς… η τελευταία μου λέξη θα είναι “ζήτω η Ελλάς”»), ήταν ένας από τους λίγους που επέζησαν μετά την εγκατάλειψη του Άουσβιτς από τους Γερμανούς τον Ιανουάριο του 1945.
- Ο γάμος: Επιστρέφοντας στη Θεσσαλονίκη, συνάντησε τη Ρόζα Σαλτιέλ, μια Εβραία Θεσσαλονικιά που είχε γνωρίσει στο ίδιο βαγόνι που τους μετέφερε στο Άουσβιτς. Παντρεύτηκαν και, κυνηγημένοι από τις μνήμες, μετανάστευσαν στις ΗΠΑ.
- Το μυστικό: Ο Νατζαρή, παρόλο που έγραψε και δεύτερη μαρτυρία, ποτέ δεν μίλησε για το θαμμένο χειρόγραφο, ούτε καν στην κόρη του, Νέλυ.
Ο Μαρσέλ Νατζαρή πέθανε το 1971 στη Νέα Υόρκη. Το χειρόγραφο, που ο ίδιος δεν άντεξε να ξεθάψει, παρέμεινε ως μια σπαρακτική, εν θερμώ καταγραφή που μίλησε 37 χρόνια μετά.
Η συγκλονιστική μαρτυρία του αποτελεί ένα ανεκτίμητο ντοκουμέντο για τη ναζιστική θηριωδία, γραμμένο από τον άνθρωπο που είδε τη φρίκη από την πιο κοντινή και τραγική απόσταση.
