Η Ευφροσύνη Βασιλείου (1773-1801), γνωστή ως Κυρά Φροσύνη, είναι μια από τις πιο θρυλικές και αμφιλεγόμενες γυναικείες μορφές στην ιστορία των Ιωαννίνων, άρρηκτα συνδεδεμένη με τον Αλή Πασά. Ο τραγικός της θάνατος, όπου πνίγηκε μαζί με 16 ακόμα γυναίκες, τραγουδήθηκε σε δημοτικά τραγούδια και έγινε όπερα, ταινία και μύθος.
Ήταν μια γυναίκα που ξεχώριζε για την ομορφιά και, πιθανόν, τη μόρφωσή της.
Το σκάνδαλο με τον Μουχτάρ Πασά
Η Φροσύνη ήταν παντρεμένη με έναν έμπορο, τον Βασιλείου, ο οποίος έλειπε συχνά στη Βενετία, είτε για δουλειές είτε για να αποφύγει τις οικονομικές απαιτήσεις του Αλή Πασά και, πιθανότατα, το επίμαχο ζήτημα της ερωτικής σχέσης της συζύγου του με τον πρωτότοκο γιο του Αλή, τον Μουχτάρ Πασά.
- Η σχέση: Η Φροσύνη φέρεται να συνδεόταν ερωτικά με τον φιλήδονο και γλεντζέ Μουχτάρ.
Οι εκδοχές: Η σχέση αυτή θεωρείται από τους περισσότερους η μοναδική αιτία της καταδίκης της. Υπάρχουν, ωστόσο, και άλλες θεωρίες:
- Κάποιοι ιστορικοί την παρουσιάζουν ως γυναίκα με ποικίλους δεσμούς, σχεδόν ως «εταίρα», που δεχόταν πολλές ανδρικές επισκέψεις.
- Μια άλλη εκδοχή θεωρεί τον ελευθεριάζοντα βίο της ως μέρος ενός γενικότερου φαινομένου στην οικονομικά ακμάζουσα πόλη των Ιωαννίνων, το οποίο ο Αλή Πασάς ήθελε να καταπνίξει για να επαναφέρει τον κοινωνικό συντηρητισμό.
Το σμαραγδένιο δαχτυλίδι και η εκδίκηση
Η ρομαντική εκδοχή θέλει ως αφορμή του κακού ένα σμαραγδένιο δαχτυλίδι που ο Μουχτάρ είχε χαρίσει στη Φροσύνη. Η γυναίκα του Μουχτάρ, κόρη του ισχυρού Πασά του Βερατίου (ο οποίος ήλεγχε σημαντικό τμήμα της Αλβανίας) το αναγνώρισε είτε στο χέρι της Φροσύνης στα λουτρά είτε όταν εκείνη προσπάθησε να το πουλήσει.
Η σύζυγος του Μουχτάρ, μαζί με την αδερφή της (σύζυγο του δευτερότοκου γιου του Αλή, Βελή Πασά), ζήτησαν από τον Αλή Πασά να δράσει δραστικά. Ο Αλής ήθελε να ικανοποιήσει τις νύφες του και να αποφύγει τη διαμάχη με τον πεθερό τους, τον Πασά του Βερατίου.
Ο τραγικός πνιγμός στη λίμνη Παμβώτιδα
Στις 10 Ιανουαρίου 1801, ο Αλή Πασάς επισκέφθηκε το σπίτι ενός υπόπτου για μοιχεία υπηκόου του, Νικολάου Γιάγκα, ζητώντας από τη σύζυγο του οικοδεσπότη να καλέσει διάφορες γυναίκες. Στη συνέχεια, διέταξε τη σύλληψη της Φροσύνης, την οποία οδήγησαν στο σπίτι του Γιάγκα. Φερόμενη να ρώτησε τον Πασά: «Δεν ντρέπεσαι να μπαίνεις νύχτα;» και εκείνος να απάντησε: «Μη φοβάσαι, μπρόμισσού μου, καλά να μην κρυώσεις!».
Οι 17 συνολικά γυναίκες (16 φερόμενες ως ελευθερίων ηθών, η Φροσύνη και η οικοδέσποινα) οδηγήθηκαν στην εκκλησία του Αγίου Νικολάου.
Τη νύχτα της 11ης Ιανουαρίου 1801, οι γυναίκες οδηγήθηκαν σε βάρκες και πνίγηκαν στα παγερά νερά της Λίμνης Παμβώτιδας (Λίμνη των Ιωαννίνων). Πέταξαν τις γυναίκες δεμένες στο νερό, χωρίς να χρησιμοποιήσουν τον ισλαμικό τρόπο του σακιού. Τα πτώματά τους εκβράστηκαν αργότερα και τάφηκαν.
Η κυρά Φροσύνη: Από πόρνη σε ηρωίδα
Για τις άλλες 16 γυναίκες, ουδείς έγραψε τίποτα. Η Φροσύνη, όμως, αναδείχθηκε σε σχεδόν πατριωτικό θρύλο.
- Θρύλος: Ορισμένοι συγγραφείς, όπως ο Αριστοτέλης Βαλαωρίτης στο ποίημά του «Η Κυρά Φροσύνη» και ο Ραγκαβής, την παρουσίασαν ως ηρωίδα που αρνήθηκε να ενδώσει στις πιέσεις του Αλή Πασά (σύμφωνα με την εκδοχή ότι ο ίδιος την ήθελε ερωτικά).
- Αποκατάσταση: Ο θείος της, Μητροπολίτης Γαβριήλ, προσπάθησε να ζητήσει τη συγχώρεσή της, αλλά ο Αλή Πασάς δέχτηκε μόνο να προστατεύσει τα παιδιά της. Αργότερα, η τοπική μητρόπολη και ο ίδιος ο Μητροπολίτης προσπάθησαν να αναγορεύσουν τις 17 γυναίκες σε «καλομάρτυρες» και θύματα του τυράννου, αποδεικνύοντας έτσι την προσπάθεια αποκατάστασης της Φροσύνης ως ηρωίδας και όχι ως καταδικασμένης ηθικής παρανομίας.
Σήμερα, η τραγική της ιστορία ζει στην ελληνική λαϊκή και λογοτεχνική παράδοση.
