Σήμερα, η Nike είναι ένας κολοσσός με ετήσιες πωλήσεις δισεκατομμυρίων και παγκόσμια αναγνώριση. Ωστόσο, η ιστορία της ξεκίνησε το 1964 με πωλήσεις μόλις $8.000 και κέρδος $240. Πίσω από την κορυφαία εταιρεία αθλητικών ειδών βρίσκεται ο Phil Knight και μια ιδέα που γεννήθηκε σε μια τάξη επιχειρηματικότητας.
Η «τρελή» ιδέα και η γέννηση της Blue Ribbon Sports
Ο Phil Knight, μετά την αποφοίτησή του από τη δημοσιογραφία στο Πανεπιστήμιο του Όρεγκον, ένιωθε χαμένος. Ενώ συνέχιζε τις σπουδές του στο Business School του Στάνφορντ, βρήκε επιτέλους τον σκοπό του. Σε μια εργασία για την εφεύρεση μιας νέας επιχείρησης, ο Knight έθεσε το κεντρικό ερώτημα: «Μπορούν τα ιαπωνικά αθλητικά παπούτσια να κάνουν στα γερμανικά (Adidas και Puma) ό,τι έκαναν οι ιαπωνικές κάμερες (Nikon, Canon) στις γερμανικές;»
Ο Knight αναγνώρισε ότι τα ιαπωνικά παπούτσια θα μπορούσαν να είναι υψηλής ποιότητας, αλλά πολύ πιο οικονομικά λόγω του χαμηλότερου κόστους παραγωγής. Παρά την αδιαφορία των συμμαθητών του, αποφάσισε να κυνηγήσει την ιδέα.
Το 1962, κατά τη διάρκεια ενός ταξιδιού στην Ιαπωνία, ο Knight συνάντησε τους ιδιοκτήτες της εταιρείας Onitsuka, κατασκευαστές των παπουτσιών Tiger. Παρόλο που δεν είχε καμία εμπειρία ή καν εταιρεία, συστήθηκε ως Αμερικανός διανομέας. Όταν ρωτήθηκε για το όνομα της εταιρείας του, απάντησε αυτοσχεδιάζοντας: «Αντιπροσωπεύω την Blue Ribbon Sports του Πόρτλαντ, Όρεγκον». Οι Ιάπωνες, που έψαχναν ήδη διανομέα στις ΗΠΑ, πείστηκαν.
Η συνεργασία με τον Bill Bowerman
Μετά από μήνες αναμονής, έφτασαν τα 12 δείγματα παπουτσιών. Ο Knight έδειξε αμέσως τα παπούτσια στον πρώην προπονητή του στίβου στο Όρεγκον, τον Bill Bowerman. Ο Bowerman ήταν γνωστός για την εμμονή του να βελτιώνει τα αθλητικά παπούτσια, κόβοντάς τα και ράβοντάς τα για να τα κάνει πιο ελαφριά ή πιο άνετα.
Ο Bowerman ενθουσιάστηκε τόσο πολύ με τα Tiger, που προσφέρθηκε να γίνει συνεργάτης του Knight. Οι δύο άνδρες έγιναν συνιδρυτές της Blue Ribbon Sports, επενδύοντας έκαστος $500. Ο Knight ανέλαβε τις πωλήσεις και ο Bowerman το δημιουργικό κομμάτι και το design.
Τα πρώτα 300 ζευγάρια παπουτσιών πουλήθηκαν μέσα σε τρεις μήνες, με τον Knight να τα πουλάει ο ίδιος από τον πορτμπαγκάζ του αυτοκινήτου του σε αγώνες στίβου. Η επιτυχία αυτή οδήγησε στο πρώτο κατάστημα λιανικής το 1966. Παράλληλα, ο Bowerman σχεδίασε το Cortez, ένα μοντέλο που έγινε αμέσως μπεστ-σέλερ.
Η Μεγάλη Προδοσία και η Γέννηση της Nike
Η σχέση της Blue Ribbon Sports με την Onitsuka άρχισε να κλονίζεται. Οι Ιάπωνες έστελναν αργά τις παραγγελίες, έδιναν προτεραιότητα στην ιαπωνική αγορά και αγνοούσαν τις σχεδιαστικές βελτιώσεις του Bowerman.
Ο Knight ανακάλυψε τελικά ότι η Onitsuka σχεδίαζε να τον αντικαταστήσει με έναν μεγαλύτερο διανομέα. Η ιαπωνική εταιρεία του έδωσε τελεσίγραφο: είτε πουλάει το 51% της Blue Ribbon Sports σε αυτούς, είτε διακόπτεται η συνεργασία. Ο Knight απέρριψε την πρόταση.
Αντιμέτωποι με τη διακοπή της συμφωνίας, ο Knight και ο Bowerman αποφάσισαν να δημιουργήσουν τη δική τους μάρκα παπουτσιών. Χρειάζονταν ένα νέο όνομα. Ο Knight πρότεινε το «Dimension Six», αλλά κανείς δεν ενθουσιάστηκε. Τότε, ο πρώτος υπάλληλος της εταιρείας, ο Jeff Johnson, πρότεινε ένα όνομα που του είχε έρθει σε όνειρο: Nike. Το όνομα προέρχεται από την αρχαία ελληνική θεά της Νίκης , κάτι που ταίριαζε απόλυτα σε μια αθλητική μάρκα.
Χρειάστηκε, επίσης, ένα λογότυπο. Μια φοιτήτρια γραφιστικής από το κοντινό πανεπιστήμιο δημιούργησε το εμβληματικό «Swoosh» (Το Τικ), για το οποίο πληρώθηκε μόλις $35.
Το 1971, η Blue Ribbon Sports μετονομάστηκε επίσημα σε Nike.
Η μάχη για την επιβίωση και η μεγάλη άνοδος
Η επιτυχία της Nike προσέλκυσε την προσοχή των ανταγωνιστών της. Οι αμερικανικές εταιρείες Converse και Keds, φοβούμενες την άνοδό της, άσκησαν πιέσεις στην κυβέρνηση των ΗΠΑ για να επιβάλει έναν αρχαίο τελωνειακό νόμο, το American Selling Price (ASP). Ο νόμος αυτός απαιτούσε την πληρωμή ενός εξαιρετικά υψηλού δασμού εισαγωγής σε προϊόντα που κατασκευάζονταν στο εξωτερικό.
Η Nike δέχτηκε ένα τεράστιο φορολογικό χρέος 25 εκατομμυρίων δολαρίων αναδρομικά, ποσό που θα την οδηγούσε σε άμεση χρεοκοπία. Ο Knight προσέλαβε τους καλύτερους δικηγόρους και μετά από τρία χρόνια δικαστικής μάχης, η εταιρεία κατέληξε σε συμβιβασμό για 9 εκατομμύρια δολάρια.
Παρά τις αντιξοότητες, η Nike συνέχισε να αναπτύσσεται. Η είσοδος της εταιρείας στο χρηματιστήριο το 1980 έλυσε οριστικά τα προβλήματα ρευστότητας. Η στρατηγική της για την υπογραφή συμφωνιών με ανερχόμενους αθλητές, όπως ο Tiger Woods και ο LeBron James, αποδείχθηκε καθοριστική.
Η πιο κερδοφόρα συνεργασία ήταν με τον Michael Jordan. Η σειρά παπουτσιών Air Jordan απέφερε εκατοντάδες εκατομμύρια δολάρια και το 1986 η Nike είχε ήδη ξεπεράσει την Converse, καθιστώντας την, τη μεγαλύτερη αθλητική μάρκα στην Αμερική.
Η σκοτεινή πλευρά και το αμφιλεγόμενο marketing
Η ιστορία της Nike έχει και τη σκοτεινή της πλευρά. Στη δεκαετία του '90, η φήμη της υπέστη σοβαρό πλήγμα όταν αποκαλύφθηκε η χρήση παιδικής εργασίας και οι κακές συνθήκες (sweatshops) στα εργοστάσια της στην Ασία. Ακτιβιστές και φοιτητές κάλεσαν σε μποϊκοτάζ, με αποτέλεσμα η μετοχή της να πέσει.
Ο Phil Knight υποσχέθηκε προσωπικά βελτίωση των συνθηκών, και η εταιρεία πέρασε την επόμενη δεκαετία προσπαθώντας να αποκαταστήσει τη φήμη της. Παρόλο που οι συνθήκες βελτιώθηκαν σημαντικά, οι καταγγελίες για επισφαλείς συνθήκες δεν σταμάτησαν ποτέ εντελώς.
Η μετατροπή της αντιπαράθεσης σε κέρδος
Η Nike έχει γίνει γνωστή και για την ικανότητά της να μετατρέπει την αντιπαράθεση σε κέρδος, μέσω τολμηρού marketing. Το 2018, η εταιρεία κυκλοφόρησε τη διαφήμιση Dream Crazy με κεντρικό πρόσωπο τον πρώην παίκτη του NFL, Colin Kaepernick. Ο Kaepernick είχε προκαλέσει σκάνδαλο το 2016 γονατίζοντας κατά τον εθνικό ύμνο ως διαμαρτυρία για τη φυλετική αδικία.
Παρόλο που η μετοχή της Nike έπεσε αρχικά, η στήριξη του Kaepernick κινητοποίησε ένα μεγάλο μέρος του κοινού. Η καμπάνια απέφερε 6 δισεκατομμύρια δολάρια σε αξία μάρκας και αύξηση πωλήσεων κατά 31%. Η Nike απέδειξε ότι το ρίσκο του να πάρεις θέση σε κοινωνικά ζητήματα μπορεί να είναι μια κερδοφόρα επιχειρηματική κίνηση.
Η ιστορία του Phil Knight είναι μια υπενθύμιση ότι καμία επιτυχία δεν είναι γραμμική, αλλά ότι η πίστη σε μια ιδέα και η προθυμία να «απλά το κάνεις» (Just Do It) είναι το κλειδί.
