Στα τέλη της δεκαετίας του 1950, το Λεωνίδιο Αρκαδίας, ένα ειδυλλιακό χωριό της Πελοποννήσου, ζούσε φαινομενικά στους ήσυχους ρυθμούς της αγροτικής ζωής. Ωστόσο, πίσω από την ήρεμη πρόσοψη, εκτυλισσόταν μια οικογενειακή διαμάχη που κορυφώθηκε σε ένα φρικτό έγκλημα, το οποίο συγκλόνισε την Ελλάδα και έγραψε μια σκοτεινή σελίδα στη μεταπολεμική δικαστική ιστορία. Στο επίκεντρο της τραγωδίας βρισκόταν η Σταυρούλα Γκουβούση, μια 63χρονη χήρα, της οποίας το όνομα έμελλε να συνδεθεί με τον χαρακτηρισμό της «σατανικής πεθεράς». Η αντιπάθειά της προς τη νύφη της, τη Μεταξία, μια εργατική γυναίκα, ήταν βαθιά ριζωμένη και δηλητηρίαζε την οικογενειακή ζωή.
Ο γιος της Σταυρούλας και σύζυγος της Μεταξίας, ο Δημήτρης Γκουβούσης, ήταν ένας αδύναμος χαρακτήρας, τεμπέλης, αλκοολικός και χαρτοπαίκτης, που ζούσε συχνά από τα χρήματα που κέρδιζε η σύζυγός του με σκληρή δουλειά. Η Σταυρούλα εκμεταλλευόταν την εξάρτηση και την αδυναμία του γιου της, δημιουργώντας συνεχώς προβλήματα στο ζευγάρι και κατηγορώντας τη Μεταξία για απιστία. Η ένταση έφτασε στο απροχώρητο όταν η Μεταξία ανακοίνωσε την τρίτη της εγκυμοσύνη. Για τη Σταυρούλα, αυτό ήταν το τελειωτικό χτύπημα. Ήταν πεπεισμένη ότι το αγέννητο παιδί ήταν καρπός παράνομου έρωτα, γεγονός που, στο κλειστό και συντηρητικό κοινωνικό πλαίσιο της εποχής, αποτελούσε άμεση απειλή για την οικογενειακή τιμή και την υπόληψη του ονόματος Γκουβούση. Η πεθερά, μάλιστα, είχε προσπαθήσει να πείσει τη νύφη της να κάνει έκτρωση, χωρίς όμως αποτέλεσμα.
Το αποτρόπαιο έγκλημα διαπράχθηκε στις 7 Ιανουαρίου 1959. Η Μεταξία και ο Δημήτρης επέστρεψαν στο σπίτι της Σταυρούλας στο Λεωνίδιο. Μετά το φαγητό, η Μεταξία κοιμόταν, όταν η Σταυρούλα άρπαξε ένα πεντάμετρο σκοινί και έδεσε σφιχτά τους ώμους και τα χέρια της νύφης της, βρίζοντάς την και κατηγορώντας την. Η Μεταξία αρχικά νόμιζε ότι η πεθερά της αστειευόταν, μέχρι που ο εφιάλτης έγινε πραγματικότητα. Η Σταυρούλα έσυρε τη νύφη της έξω στην αυλή και την έριξε ζωντανή μέσα σε μια στέρνα. Ο ίδιος ο Δημήτρης ομολόγησε αργότερα ότι βοήθησε τη μητέρα του σε αυτή την πράξη. Σε μια απεγνωσμένη προσπάθεια συγκάλυψης, η Σταυρούλα υπέδειξε στον γιο της να γράψει ένα ψεύτικο σημείωμα αυτοκτονίας της Μεταξίας.
Η ιστορία της αυτοκτονίας γρήγορα κατέρρευσε υπό τον έλεγχο της αστυνομίας. Μητέρα και γιος συνελήφθησαν και ομολόγησαν το έγκλημά τους, στρεφόμενοι όμως αμέσως ο ένας εναντίον του άλλου. Ο Δημήτρης κατηγόρησε τη μητέρα του, λέγοντας με σπαρακτικά λόγια: «Εγώ δεν είχα τίποτα μαζί της. Ήταν καλή και φρόνιμη. Εσύ τη μισούσες και αποφάσισες το θάνατό της». Η Σταυρούλα, από την πλευρά της, επιτέθηκε στον γιο της, αποκαλώντας τον αχάριστο. Το πρωτοφανές έγκλημα προκάλεσε τεράστιο δημόσιο ενδιαφέρον. Οι δικαστές και οι ένορκοι ήταν αμείλικτοι, απορρίπτοντας κάθε αίτημα χάρης. Τόσο η Σταυρούλα Γκουβούση όσο και ο Δημήτρης καταδικάστηκαν εις θάνατον.
Η ποινή εκτελέστηκε ξημερώματα της 26ης Αυγούστου 1960 στον Υμηττό. Η Σταυρούλα Γκουβούση, 63 ετών, εκτελέστηκε με τουφεκισμό, γεγονός που την καθιστά την πρώτη γυναίκα που εκτελέστηκε στη μεταπολεμική Ελλάδα για ποινικό αδίκημα. Λίγες μέρες αργότερα, στις 2 Σεπτεμβρίου 1960, εκτελέστηκε και ο γιος της, Δημήτρης Γκουβούσης, στην Κέρκυρα. Η υπόθεση της Σταυρούλας Γκουβούση παραμένει μια θλιβερή υπενθύμιση των ακραίων συνεπειών της ανεξέλεγκτης μισαλλοδοξίας, της χειραγώγησης και της τραγικής διαστροφής της έννοιας της τιμής μέσα στον οικογενειακό πυρήνα.
.jpg)