Για εκατοντάδες χιλιάδες χρόνια, τα παιδιά του Homo sapiens μεγάλωναν σε έναν κόσμο που απαιτούσε από αυτά να επιβιώσουν. Κυνηγούσαν, μάζευαν, έφτιαχναν εργαλεία, επινοούσαν παιχνίδια από κλαδιά και πέτρες. Ο εγκέφαλός τους εξελίχθηκε να αντλεί ικανοποίηση από τη λύση προβλημάτων, από τη δημιουργία, από την αίσθηση του επιτεύγματος μετά από προσπάθεια. Η ευτυχία δεν ήταν προϊόν της αφθονίας· ήταν το βραβείο της επιτυχημένης αντιμετώπισης της έλλειψης.
Η γεωργική επανάσταση άλλαξε πολλά, αλλά διατήρησε κάτι θεμελιώδες: τα παιδιά είχαν σκοπό. Βοηθούσαν στα χωράφια, φρόντιζαν τα ζώα, μάθαιναν τέχνες. Η σχέση αιτίου-αποτελέσματος ήταν σαφής: δουλεύεις, τρως. Φτιάχνεις, έχεις. Προσπαθείς, επιβιώνεις.
Σήμερα, για πρώτη φορά στην ιστορία του είδους μας, έχουμε δημιουργήσει μια γενιά παιδιών που ζει σε έναν κόσμο στον οποίο η προσπάθεια έχει αποσυνδεθεί από το αποτέλεσμα. Αυτό το παράδοξο εμφανίζεται σε δύο επίπεδα που φαινομενικά αντιφάσκουν, αλλά στην πραγματικότητα ενισχύουν το ένα το άλλο.
Στο πρώτο επίπεδο - το οικονομικό - τα παιδιά βλέπουν γονείς που εργάζονται σκληρά χωρίς να προοδεύουν. Βλέπουν διπλώματα που δεν οδηγούν σε δουλειές, δουλειές που δεν οδηγούν σε αξιοπρέπεια, προσπάθεια που δεν μεταφράζεται σε ασφάλεια. Ο εγκέφαλός τους, προγραμματισμένος να αναζητά μοτίβα επιβράβευσης, δεν βρίσκει κανένα. Μαθαίνουν - όχι από λόγια, αλλά από παρατήρηση - ότι το σύστημα λειτουργεί σαν τυχερό παιχνίδι και όχι σαν λογική σχέση αξίας και ανταμοιβής.
Στο δεύτερο επίπεδο - το υλικό - τα πάντα υπάρχουν έτοιμα. Δεν χρειάζεται να κατασκευάσουν παιχνίδια, να επινοήσουν τρόπους διασκέδασης, να λύσουν προβλήματα επιβίωσης ή δημιουργικότητας. Με ένα κλικ, ο κόσμος ξεδιπλώνεται μπροστά τους: παιχνίδια, ταινίες, πληροφορίες, διασκέδαση. Όμως, ο εγκέφαλος δεν εξελίχθηκε για να καταναλώνει. Εξελίχθηκε για να δημιουργεί.
Αυτή η αποσύνδεση δημιουργεί μια βαθιά υπαρξιακή σύγχυση. Από τη μία, το σύστημα λέει: "Προσπάθησε σκληρά", αλλά η πραγματικότητα διαψεύδει αυτό το μήνυμα. Από την άλλη, ο πολιτισμός προσφέρει: "Έχεις τα πάντα", αλλά το βιολογικό υπόστρωμα απαντά: "Δεν χρειαζόμουν τα πάντα. Χρειαζόμουν να τα κατακτήσω".
Η καπιταλιστική μηχανή έχει παραγάγει μια γενιά υπερπροστατευμένων καταναλωτών που ζουν σε συνθήκες οικονομικής αβεβαιότητας. Τους στερήσαμε τον κίνδυνο της περιπέτειας, αλλά τους δώσαμε την ανασφάλεια του μέλλοντος. Τους απαλλάξαμε από τον αγώνα της δημιουργίας, αλλά τους φορτώσαμε με την αγωνία της απόδοσης. Τους δώσαμε τα πάντα, εκτός από ό,τι χρειάζεται πραγματικά ο ανθρώπινος εγκέφαλος για να αισθάνεται ζωντανός: τη χαρά της κατάκτησης μέσα από την προσπάθεια, την υπερηφάνεια της δημιουργίας, την αίσθηση ότι η ζωή του έχει νόημα πέρα από την κατανάλωση.
Και έτσι, έχουμε παιδιά που δεν είναι ούτε φτωχά ούτε πλούσια με τον παραδοσιακό ορισμό αυτών των λέξεων. Είναι κάτι πιο παράξενο: ψυχικά λιμασμένα μέσα στην αφθονία. Έχουν πρόσβαση σε περισσότερη πληροφορία και ψυχαγωγία από όσο είχε οποιοσδήποτε βασιλιάς του παρελθόντος, αλλά δεν έχουν αυτό που είχε ο πιο φτωχός αγρότης της αρχαιότητας: μια σαφή σχέση μεταξύ προσπάθειας, σκοπού και επιβίωσης.
Το ερώτημα που αντιμετωπίζουμε δεν είναι πώς να δώσουμε στα παιδιά περισσότερα ή ακόμα και πώς να τους εξασφαλίσουμε καλύτερες οικονομικές προοπτικές. Είναι πώς να ξαναχτίσουμε έναν κόσμο στον οποίο η ύπαρξή τους έχει νόημα που να ξεπερνά την κατανάλωση και την απόδοση. Πώς να δημιουργήσουμε συνθήκες στις οποίες η προσπάθεια ξανασυνδέεται με το αποτέλεσμα, η δημιουργία με τη χαρά, η ζωή με τον σκοπό.
Διότι μια γενιά που μεγαλώνει χωρίς να κατακτά τίποτα, δεν μαθαίνει μόνο την απελπισία. Μαθαίνει κάτι πιο επικίνδυνο: την παραίτηση.
Αποστόλης Ζυμβραγάκης
