Η αρχαία Αίγυπτος, ο πολιτισμός των πυραμίδων και των φαραώ, διέθετε ένα σύστημα δικαιοσύνης που ήταν τόσο περίπλοκο όσο και βάρβαρο. Οι τιμωρίες δεν αποσκοπούσαν μόνο στην πρόκληση του μέγιστου πόνου, αλλά και στο να λειτουργήσουν ως δημόσιο θέαμα και να ακυρώσουν την είσοδο του εγκληματία στη μεταθανάτια ζωή. Οι Αιγύπτιοι ανέπτυξαν μια ανατριχιαστική εφευρετικότητα στις μεθόδους εκτέλεσης και βασανισμού, με το παλούκωμα να είναι μία από τις πιο συνηθισμένες και φρικιαστικές ποινές. Ο κατάδικος, συχνά ένας κλέφτης, περνούσε αργά μέσα από ένα αιχμηρό παλούκι, με τη φρικτή του αγωνία να γίνεται μια διαρκής προειδοποίηση για το πλήθος.
Πέρα από την άμεση θανάτωση, η αιγυπτιακή δικαιοσύνη χρησιμοποιούσε την μόνιμη παραμόρφωση και τον εξευτελισμό ως μέσο αποτροπής. Οι κλέφτες, για παράδειγμα, τιμωρούνταν με ακρωτηριασμό των χεριών προκειμένου να τους καταστήσουν ανίκανους να κλέψουν ξανά. Επίσης, για εγκλήματα όπως η μοίχευση ή η απλή κλοπή, οι κατάδικοι υφίσταντο την αφαίρεση της μύτης ή των αυτιών τους. Αυτή η πράξη λειτουργούσε ως μόνιμο στίγμα, καθιστώντας αδύνατη τη διαφυγή ή την επιστροφή στην κοινωνία. Χαρακτηριστικό παράδειγμα ήταν η εξορία στην πόλη-φυλακή Ρινοκούρουρα, όπου οι εξόριστοι είχαν ακρωτηριασμένη τη μύτη τους ως αναγνωριστικό σημάδι του εγκλήματός τους.
Άλλες μέθοδοι εκτέλεσης είχαν ισχυρή συμβολική σημασία. Το κάψιμο χρησιμοποιούνταν για εγκλήματα ηθικής φύσεως, όπως η μοιχεία, ή για προδοσία κατά του Φαραώ. Ο θάνατος από τη φωτιά θεωρούνταν απόλυτη καταδίκη, καθώς η καταστροφή του φυσικού σώματος αποκλείαν την είσοδο του ατόμου στη χώρα των θεών και στην αιώνια ζωή, σύμφωνα με τις αιγυπτιακές πεποιθήσεις. Αντίστοιχα, ο πνιγμός στον Νείλο, κατά τον οποίο ο κατάδικος δεσμευόταν και ριχνόταν στο νερό μέσα σε ένα σφραγισμένο καλάθι, ήταν ένας γρήγορος και αποτελεσματικός τρόπος για να εξαφανιστεί ο εγκληματίας από την κοινωνία και τη μεταθανάτια ελπίδα. Τέλος, η φρικιαστική τιμωρία του να θάβονται ζωντανοί εξασφάλιζε έναν αργό και βασανιστικό θάνατο σε απόλυτη απομόνωση.
Εκτός από τις εκτελέσεις, η δουλεία ήταν μια διαδεδομένη τιμωρία. Οι ένοχοι στέλνονταν σε σκληρή εργασία, όπως στα ορυχεία χρυσού, όπου οι συνθήκες ήταν απάνθρωπες. Τα βασανιστήρια περιλάμβαναν σκληρούς ξυλοδαρμούς, που συχνά οδηγούσαν σε πολλαπλά κατάγματα των οστών, χωρίς καμία ιατρική φροντίδα, μετατρέποντας τον πόνο σε μια διαρκή, χρόνια τιμωρία. Ακόμη και για μικρές κλοπές, όπως η κλοπή δερμάτων ζώων, η ποινή μπορούσε να είναι εκατό μαστιγώματα, που ισοδυναμούσαν με ένα πλήρες λιώσιμο του σώματος.
Η πιο βάρβαρη μέθοδος, ωστόσο, ήταν το να ρίχνεται κανείς στους κροκόδειλους, μια τιμωρία που προοριζόταν για υποτροπιάζοντες εγκληματίες. Αυτή η πράξη αποτελούσε μια τρομακτική υπενθύμιση της μυθολογικής μοίρας της ψυχής που απορρίπτεται από τον Άνουβι, καταλήγοντας στα σαγόνια του δαίμονα Άμμιτ. Η Αρχαία Αίγυπτος, με τις πρακτικές αυτές, κατέδειξε ότι η τιμωρία ήταν ένα ζήτημα όχι μόνο δικαιοσύνης αλλά και μεταφυσικής καταδίκης.