Η βυζαντινή ιστορία είναι γεμάτη από ηγεμόνες που δόξασαν την αυτοκρατορία, αλλά και από μορφές που συνδέθηκαν με την παρακμή και τον τρόμο. Στην κορυφή της λίστας με τους πλέον αμφιλεγόμενους και σκληρούς αυτοκράτορες βρίσκεται ο Φωκάς, ένας πρώην εκατόνταρχος που κατέλαβε την εξουσία με πραξικόπημα το 602 μ.Χ., ανατρέποντας τον αυτοκράτορα Μαυρίκιο. Η άνοδός του στον θρόνο σηματοδότησε την έναρξη μιας περιόδου εσωτερικής κατάρρευσης, αιματηρών διωγμών και εξωτερικών απειλών που έφεραν την αυτοκρατορία στο χείλος του γκρεμού.
Η βασιλεία του Φωκά χαρακτηρίστηκε από την πλήρη έλλειψη πολιτικής παιδείας και τη χρήση ωμής βίας ως κύριο μέσο διακυβέρνησης. Μία από τις πιο αποτρόπαιες πράξεις του ήταν η εκτέλεση του Μαυρίκιου και των πέντε γιων του μπροστά στα μάτια του ίδιου του έκπτωτου αυτοκράτορα, πριν ο ίδιος θανατωθεί. Αυτή η κίνηση δεν κατέστρεψε μόνο τη νομιμότητα του θρόνου, αλλά έδωσε και το πρόσχημα στον Πέρση βασιλιά Χοσρόη Β' να κηρύξει τον πόλεμο στο Βυζάντιο, δήθεν για να εκδικηθεί τον θάνατο του ευεργέτη του Μαυρίκιου.
Στο εσωτερικό της αυτοκρατορίας, ο Φωκάς επέβαλε ένα καθεστώς τρομοκρατίας. Οι στάσεις και οι συνωμοσίες καταστέλλονταν με μαζικές εκτελέσεις και βασανιστήρια, ενώ οι θρησκευτικές εντάσεις και οι διαμάχες μεταξύ των δήμων του Ιπποδρόμου, των Πρασίνων και των Βένετων, κλιμακώθηκαν σε εμφύλιες συρράξεις. Η οικονομία κατέρρεε και τα σύνορα παρέμεναν απροστάτευτα, καθώς οι Άβαροι και οι Σλάβοι λεηλατούσαν τα Βαλκάνια χωρίς αντίσταση, την ώρα που οι Πέρσες καταλάμβαναν σημαντικές επαρχίες στην Ανατολή.
Το τέλος του Φωκά ήταν εξίσου βίαιο με τη βασιλεία του. Το 610 μ.Χ., ο Ηράκλειος, γιος του εξαρχου της Αφρικής, έφτασε με τον στόλο του στην Κωνσταντινούπολη, όπου ο λαός τον υποδέχτηκε ως ελευθερωτή. Ο Φωκάς συνελήφθη και παραδόθηκε στον Ηράκλειο. Η ιστορία αναφέρει τον περίφημο διάλογο μεταξύ τους, όπου ο Ηράκλειος τον ρώτησε «έτσι κυβέρνησες την αυτοκρατορία;» και ο Φωκάς απάντησε με θράσος «εσύ θα την κυβερνήσεις καλύτερα;». Ο Φωκάς εκτελέστηκε αμέσως, αφήνοντας πίσω του μια αυτοκρατορία ερειπωμένη, την οποία ο Ηράκλειος έπρεπε να αναγεννήσει από τις στάχτες της.