Η Πάτρα το 2012 έζησε μερικούς από τους πιο εφιαλτικούς μήνες της ιστορίας της, καθώς δύο ηλικιωμένες γυναίκες έπεσαν θύματα στυγερών δολοφονιών μέσα στα ίδια τους τα σπίτια. Η αρχή του δράματος έγινε στις 7 Ιουνίου, όταν η 82χρονη συνταξιούχος δασκάλα Ρεγγίνα Παπανδρέου βρέθηκε νεκρή από την κόρη της στο διαμέρισμά της στην οδό Καποδιστρίου. Η άτυχη γυναίκα είχε δεχθεί 36 μαχαιριές σε μια πράξη ασύλληπτης αγριότητας, με τους δράστες να την βασανίζουν για να τους αποκαλύψει πού έκρυβε χρήματα και τιμαλφή. Η κοινωνία της Πάτρας πάγωσε, ενώ οι αρχές, υπό την πίεση της κοινής γνώμης, οδηγήθηκαν αρχικά στη σύλληψη ενός ζευγαριού τοξικομανών, οι οποίοι προφυλακίστηκαν μετά από μια ομολογία που, όπως αποδείχθηκε αργότερα, ήταν προϊόν ασφυκτικής πίεσης.
Η υπόθεση πήρε νέα, ακόμα πιο τρομακτική τροπή την 1η Νοεμβρίου του ίδιου έτους, όταν μια δεύτερη ηλικιωμένη, η 84χρονη Κωνσταντίνα Κουλούρη, βρέθηκε δολοφονημένη στο σπίτι της στην οδό Θεμιστοκλέους. Η γυναίκα ήταν δεμένη χειροπόδαρα και φιμωμένη με μονωτική ταινία, πεθαίνοντας από ασφυξία. Το γεγονός ότι οι πρώτοι ύποπτοι βρίσκονταν ήδη στη φυλακή ανάγκασε την αστυνομία να επανεξετάσει τα πάντα. Η λύση του μυστηρίου ήρθε μέσω της τεχνολογίας DNA, η οποία ταυτοποίησε έναν 36χρονο πατρινό, τον Κώστα Κουτρουμπάνο, ως τον δράστη που είχε φιμώσει την Κουλούρη. Το πλέον σοκαριστικό ήταν πως ο Κουτρουμπάνος είχε εμφανιστεί νωρίτερα στις αρχές ως «πρόθυμος μάρτυρας», προσπαθώντας με θράσος να ενοχοποιήσει την πρώην σύντροφό του για να αποπροσανατολίσει τις έρευνες.
Οι αποκαλύψεις που ακολούθησαν ξεπέρασαν κάθε φαντασία. Ο Κουτρουμπάνος και η πρώην σύντροφός του, Γεωργία Θωμά, αποδείχθηκαν ένα αδίστακτο «σατανικό ζευγάρι» που δρούσε μεθοδικά, στοχοποιώντας μόνες και ανυπεράσπιστες ηλικιωμένες γυναίκες για να χρηματοδοτούν τον εθισμό τους στα ναρκωτικά. Η 45χρονη Θωμά, η οποία φερόταν ως ο «εγκέφαλος», χρησιμοποιούσε τις γνωριμίες της από φιλανθρωπικές δράσεις και την εκκλησία για να κερδίζει την εμπιστοσύνη των θυμάτων, όπως συνέβη και με τη Ρεγγίνα Παπανδρέου. Το ζευγάρι είχε μάλιστα φροντίσει να ενοχοποιήσει τους πρώτους υπόπτους δίνοντάς τους τα κλοπημαία, οδηγώντας δύο αθώους ανθρώπους σε μια εφιαλτική φυλάκιση που διήρκεσε έναν ολόκληρο χρόνο.
Η δικαιοσύνη απέδωσε τελικά τις ευθύνες τον Ιούνιο του 2014, όταν το Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο Ηλείας επέβαλε στους δύο πραγματικούς δράστες την ποινή των δύο φορές ισόβιας κάθειρξης και επιπλέον 30 χρόνια φυλάκισης στον καθένα. Παρά τη δικαίωση, οι πληγές για τις οικογένειες των θυμάτων και για τους αθώους που φυλακίστηκαν άδικα παραμένουν ανοιχτές. Η υπόθεση αυτή κατέγραψε στην εγκληματική ιστορία της Ελλάδας όχι μόνο την ακραία αγριότητα δύο δολοφόνων, αλλά και τον κίνδυνο μιας δικαστικής πλάνης που μπορεί να καταστρέψει ζωές.