Ο όρος «ριφιφί» μπήκε οριστικά στο παγκόσμιο λεξιλόγιο το 1955, μέσα από την εμβληματική ταινία του Ζιλ Ντασέν. Περιγράφει μια ληστεία που βασίζεται στην απόλυτη σιωπή, τον λεπτομερή σχεδιασμό και την υπόγεια διείσδυση, αποφεύγοντας τη βία και την άμεση αντιπαράθεση. Τον Δεκέμβριο του 1992, η Ελλάδα έζησε τη δική της, κινηματογραφικών προδιαγραφών εκδοχή αυτού του σεναρίου. Το υποκατάστημα της Τράπεζας Εργασίας στην οδό Καλλιρρόης έγινε το σκηνικό μιας ληστείας που άφησε άναυδη την κοινή γνώμη και εξέθεσε το τραπεζικό σύστημα ασφαλείας της εποχής.
Το Χρονικό της Μεγάλης Απόδρασης των Δισεκατομμυρίων
Η αποκάλυψη έγινε ένα συνηθισμένο πρωινό Δευτέρας, στις 21 Δεκεμβρίου 1992. Οι υπάλληλοι που άνοιξαν την τράπεζα αντίκρισαν ένα θέαμα που παρέπεμπε σε ταινία: εκατοντάδες θυρίδες είχαν παραβιαστεί και τεράστια χρηματικά ποσά, κοσμήματα και τιμαλφή είχαν κάνει φτερά. Η αξία των κλοπιμαίων προκάλεσε ίλιγγο, καθώς υπολογίστηκε κοντά στα 5 δισεκατομμύρια δραχμές. Το πιο παράξενο στοιχείο ήταν η απουσία οποιουδήποτε ίχνους παραβίασης στις εισόδους της τράπεζας. Οι συναγερμοί δεν είχαν χτυπήσει και τα συστήματα ασφαλείας είχαν παρακαμφθεί με απόλυτη ακρίβεια, γεγονός που οδήγησε τις αρχές στο συμπέρασμα ότι επρόκειτο για μια επιχείρηση που σχεδιαζόταν επί μήνες.
Το Τούνελ κάτω από την οδό Καλλιρρόης
Οι έρευνες αποκάλυψαν σύντομα τον απίστευτο τρόπο δράσης των ληστών. Είχαν σκάψει ένα τούνελ μήκους 25 μέτρων, το οποίο ξεκινούσε από την κοίτη του ποταμού Ιλισσού που περνά κάτω από την οδό Καλλιρρόης. Η κατασκευή ήταν ένα μικρό τεχνικό επίτευγμα: οι δράστες είχαν τοποθετήσει ράγες και χρησιμοποιούσαν ένα ειδικό βαγονέτο για να απομακρύνουν τα μπάζα χωρίς να γίνουν αντιληπτοί. Η αστυνομία διαπίστωσε ότι οι ληστές γνώριζαν άριστα τη διαρρύθμιση του κτιρίου και τις ρουτίνες της τράπεζας, γεγονός που ενίσχυσε τις υποψίες για εσωτερική πληροφόρηση. Ωστόσο, παρά τις εξονυχιστικές ανακρίσεις υπαλλήλων και τεχνικών, κανένα στοιχείο δεν στάθηκε ικανό να οδηγήσει σε συλλήψεις.
Η Επικήρυξη και η Μυθοποίηση των «Φαντασμάτων»
Καθώς οι μέρες περνούσαν χωρίς αποτέλεσμα, η πίεση προς την Ασφάλεια μεγάλωνε. Το κράτος προχώρησε σε μια ασυνήθιστη κίνηση για τα δεδομένα της εποχής, εκδίδοντας επικήρυξη δεκάδων εκατομμυρίων δραχμών για οποιαδήποτε πληροφορία. Παρόλα αυτά, το «τείχος της σιωπής» παρέμεινε αρραγές. Τα ΜΜΕ της εποχής αγκάλιασαν την υπόθεση με τίτλους για τους «ληστές-φαντάσματα», μετατρέποντας το έγκλημα σε έναν αστικό μύθο. Σε μια περίοδο οικονομικής αβεβαιότητας και δυσπιστίας προς τους θεσμούς, ένα μέρος της κοινωνίας αντιμετώπισε το ριφιφί με έναν περίεργο θαυμασμό, βλέποντάς το ως ένα ευφυές «χτύπημα στο σύστημα» παρά ως μια κοινή ληστεία.
Μια Ανεξίχνιαστη Υπόθεση που Ζωντανεύει στη Μικρή Οθόνη
Τριάντα και πλέον χρόνια μετά, το ριφιφί της Τράπεζας Εργασίας παραμένει ένα από τα μεγαλύτερα άλυτα μυστήρια της Ελλάδας. Τα χρήματα δεν βρέθηκαν ποτέ και οι δράστες δεν ταυτοποιήθηκαν, αφήνοντας την υπόθεση να αιωρείται μεταξύ πραγματικότητας και μυθοπλασίας. Σήμερα, αυτό το ιστορικό γεγονός παίρνει νέα μορφή μέσα από τη σειρά «Ριφιφί» της COSMOTE TV, σε σκηνοθεσία Σωτήρη Τσαφούλια. Η σειρά μυθοπλασίας εξερευνά τα κίνητρα και τις ανθρώπινες ιστορίες πίσω από τη μεγάλη ληστεία, αποδεικνύοντας ότι η σιωπή των δραστών εκείνο το χειμωνιάτικο βράδυ του 1992 συνεχίζει να εξάπτει τη φαντασία μέχρι σήμερα.