1. The Real World: Mental Hospital Edition
Πρόκειται για την αληθινή ιστορία τριών σχιζοφρενών, που πίστευαν ότι ήταν ο Ιησούς Χριστός. Δεν πέρασε πολύς καιρός πριν σταματήσουν να είναι ευγενικοί και αρχίσουν να τρελαίνονται πραγματικά. Το 1959, ο κοινωνικός ψυχολόγος Milton Rokeach θέλησε να δοκιμάσει τη δύναμη της αυταπάτης. Έτσι, πήρε τρεις ασθενείς, οι οποίοι υποστήριζαν πως ήταν ο Ιησούς Χριστός, και τους έβαλε να ζουν μαζί στο ψυχιατρείο του Μίτσιγκαν για δύο χρόνια.
Ο Rokeach ήλπιζε πως οι «Χριστοί» θα τα παρατούσαν μόλις έρχονταν σε αντιπαράθεση μεταξύ τους. Αλλά δεν έγινε έτσι. Στην αρχή, οι τρεις άνδρες συνεχώς μάλωναν για το ποιος ήταν ο ιερότερος. Σύμφωνα με τον Rokeach, ο ένας απ’ αυτόυς φώναξε, "Πρέπει να με λατρεύετε!" και ένας άλλος του απάντησε, «Εσείς πρέπει να με λατρεύετε! Εσύ είσαι ένα τέρας! Καλύτερα να ζήσεις τη ζωή σου και να δεις τα πράγματα όπως είναι!"
Ανίκανοι να γυρνούν και το άλλο μάγουλο, οι τρεις «Χριστοί» συχνά πιάνονταν στα χέρια. Τελικά, ο ένας πίστευε, πως οι άλλοι δύο ήταν ψυχικά ασθενείς, ενώ ένας άλλος ισχυρίστηκε πως οι σύντροφοι του ήταν νεκροί και ότι τους εγχείρησαν μηχανές.
Αλλά συμπεριφορά των τριών δεν είναι καν το πιο περίεργο μέρος της ιστορίας. Το πιο παράξενο ήταν ο τρόπος που ο Rokeach προσπάθησε να τους χειραγωγήσει. Στο πλαίσιο του πειράματος, ο ψυχολόγος ήθελε να δει πόσο εδραιωμένες ήταν οι αυταπάτες και στους τρεις. Για παράδειγμα, ο ένας απ’ αυτούς, ο Leon, πίστευε ότι ήταν παντρεμένος με κάποια που ονόμαζε Madame Yeti Woman, που είχε ύψος 2 μέτρα και ζύγιζε 91 κιλά, απόγονος ενός ινδικού χοιριδίου και ενός αρουραίου Jerboa. Έτσι, ο Rokeach έγραφε ερωτικά γράμματα από την Madame Yeti Woman στον Leon, τα οποία είχαν οδηγίες που ζητούσαν από τον Leon να τραγουδάει το "Onward Christian Soldiers" στις συνεδριάσεις της ομάδας και να καπνίζει μια συγκεκριμένη μάρκα τσιγάρων. Ο Leon ήταν τόσο συγκινημένος από την προσοχή της φανταστικής συζύγου του που ξεσπούσε σε κλάματα μόλις έπαιρνε τα γράμματα. Αλλά όταν η «σύζυγος», του ζήτησε να αλλάξει το όνομά του, ο Leon αισθάνθηκε πως αμφισβητούνταν η ταυτότητά του. Ήταν έτοιμος να πάρει διαζύγιο, όταν τελικά ο Rokeach σταμάτησε το πείραμα.
Στο τέλος της διετούς παραμονής τους, ακόμα και οι τρεις τους πίστευαν ότι ήταν ο μοναδικός Υιός του Θεού. Στην πραγματικότητα, ο Rokeach κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η φανταστική τους ταυτότητα μπορεί να ισχυροποιήθηκε περισσότερο απ’ όταν βρέθηκαν μεταξύ τους. 20 χρόνια αργότερα, ο γιατρός παραιτήθηκε των μεθόδων του, γράφοντας, «δεν είχα κανένα δικαίωμα, ακόμα και στο όνομα της επιστήμης, να παίζω τον Θεό και να επηρεάζω όλο το 24ωρο την ζωή τους."
2. Καταστροφικός ταύρος
Το 1963, ο Δρ Χοσέ Ντελγάδο μπήκε σε μια αρένα ταυρομαχίας στην Κόρδοβα της Ισπανίας, με ένα ταύρο 250 κιλών, ονόματι Lucero. Ο νευροφυσιολόγος από το Πανεπιστήμιο του Yale δεν ήταν ταυρομάχος, αλλά είχε ένα σχέδιο: να ελέγξει το μυαλό του ταύρου.
Ο Ντελγάδο ήταν μέλος μιας μικρής ομάδας ερευνητών που ανέπτυσσε ένα νέο είδος θεραπείας με ηλεκτροσόκ. Στην αρχή, οι ερευνητές θα εμφύτευαν μικροσκοπικά καλώδια και ηλεκτρόδια στο κρανίο. Έπειτα, θα έστελναν ηλεκτρικά κύματα σε διάφορα μέρη του εγκεφάλου, προκαλώντας συναισθήματα και κινήσεις του σώματος. Στόχος τους ήταν να αλλάξουν τη νοητική κατάσταση του ασθενούς, αφυπνίζοντας την κατάθλιψη και ηρεμώντας την διέγερση. Αλλά ο Ντελγάδο ανέπτυξε το "stimoceiver." Το τσιπ, το οποίο είχε περίπου το μέγεθος ενός κέρματος, θα μπορούσε να μπει στο κεφάλι του ασθενούς και να λειτουργεί με τηλεχειρισμό. Ο Ντελγάδο οραματίστηκε πως η τεχνολογία θα οδηγούσε τελικά σε μια «κοινωνία psychocivilized», στην οποία ο καθένας θα μπορούσε να μετριάσει τις αυτοκαταστροφικές τάσεις του με το πάτημα ενός κουμπιού.
Για αρκετά χρόνια, ο Ντελγάδο πειραματίστηκε σε πιθήκους και γάτες, κάνοντας τες να χασμουριούνται, να τσακώνονται, να παίζουν, να αναπαράγονται και να κοιμούνται, όλα από το τηλεχειριστήριο. Ενδιαφερόταν ιδιαίτερα στη διαχείριση του θυμού. Σε ένα πείραμα, εμφύτευσε ένα τσιπ σε μια άγρια μαϊμού. Ο Ντελγάδο έδωσε το τηλεχειριστήριο στην μαϊμού που έβαλε μέσα στο κλουβί για να ζευγαρώσει με την άγρια μαϊμού, και η οποία γρήγορα κατάλαβε ότι αν πατούσε το κουμπί θα ηρεμούσε τη φίλη του.
Η επόμενη πρόκληση του ήταν να πειραματιστεί με τους ταύρους στην Ισπανία. Ξεκίνησε από την εμφύτευση τσιπ σε διάφορους ταύρους και δοκίμαζε τον εξοπλισμό κάνοντας τους να σηκώνουν τα πόδια τους, να στρέφουν το κεφάλι τους, να περπατούν σε κύκλους και να μουγκανίζουν 100 φορές στη σειρά. Τότε ήρθε η στιγμή της αλήθειας. Το 1965, ο Ντελγάδο μπήκε στην αρένα με τον Lucero -ένα άγριο ζώο διάσημο για τον θυμό του. Όταν ο Lucero όρμισε κατά πάνω του, ο Ντελγάδο χρησιμοποίησε το τηλεχειριστήριο του και έφερε το ζώο σε ένα οδυνηρό αδιέξοδο. Το χρησιμοποίησε ξανά και ο ταύρος άρχισε να κάνει κύκλους.
Η επίδειξη χαιρετίστηκε ως επιτυχία στο πρωτοσέλιδο των The New York Times, αλλά κάποιοι νευροεπιστήμονες ήταν επιφυλακτικοί. Ισχυρίστηκαν ότι, αντί να δαμάσει την επιθετικότητα του Lucero, ο Ντελγκάδο τον μπέρδεψε. Εν τω μεταξύ, παντελώς άγνωστοι άρχισαν να κατηγορούν τον Ντελγκάδο πως τους εμφύτευσε κρυφά τσιπ και ήλεγχε τις σκέψεις τους. Καθώς ο φόβος για τον έλεγχο του μυαλού αυξήθηκε κατά τη δεκαετία του 1970, ο Ντελγάδο αποφάσισε να επιστρέψει στην Ισπανία και να κάνει μια λιγότερο αμφιλεγόμενη έρευνα.
3. Μόνος στο σκοτάδι
Για μερικούς, η απομόνωση είναι τιμωρία. Για άλλους, είναι ένα μονοπάτι προς την επιστημονική ανακάλυψη. Στη δεκαετία του 1960, στο αποκορύφωμα του αγώνα δρόμου για το διάστημα, οι επιστήμονες ήταν περίεργοι στο πώς θα χειριζόντουσαν οι άνθρωποι τα ταξίδια στο διάστημα και το να ζουν σε καταφύγια. Θα μπορούσαν να αντιμετωπίσουν την ακραία απομόνωση σε περιορισμένο χώρο; Χωρίς Ήλιο, πως θα ήταν ο κύκλος της ζωής μας; Ο Michel Siffre, ένας 23χρονος Γάλλος γεωλόγος, αποφάσισε να απαντήσει σε αυτά τα ερωτήματα του Ψυχρού Πολέμου κάνοντας ένα πείραμα με τον εαυτό του. Για δύο μήνες το 1962, έζησε σε πλήρη απομόνωση, θαμμένος 114 μέτρα μέσα σε ένα υπόγειο παγετώνα στις γαλλο-ιταλικές Άλπεις, χωρίς ρολόι ή φως της ημέρας για να μετράει το χρόνο.
Μέσα στο σπήλαιο, οι θερμοκρασίες ήταν κάτω από το 0, με 98% υγρασία. Συνεχώς να κρυώνει και να είναι βρεγμένος, ο Siffre υπέφερε από υποθερμία, καθώς μεγάλα κομμάτια πάγου τακτικά έπεφταν γύρω από τη σκηνή του. Αλλά αυτές τις 63 ημέρες υπογείως, μόνο μια φορά έφτασε στην τρέλα. Μια μέρα, άρχισε να τραγουδά και να χορεύει. Εκτός από αυτό, συμπεριφέρθηκε σχετικά κανονικά.
Όταν ο Siffre βγήκε στην επιφάνεια στις 14 Σεπτεμβρίου, νόμισε πως ήταν 20 Αυγούστου. Το μυαλό του είχε χάσει την αίσθηση του χρόνου, αλλά, παραδόξως, το σώμα του όχι. Ενώ ήταν στο σπήλαιο, τηλεφωνούσε στους βοηθούς του κάθε φορά που ξυπνούσε, έτρωγε και έπεφτε για ύπνο. Όπως αποδεικνύεται, κρατούσε κατά λάθος τακτικούς κύκλους ύπνου και αφύπνισης. Μια μέση ημέρα γι’ αυτόν διαρκούσε λίγο περισσότερο από 24 ώρες. Ο Siffre ανακάλυψε πως οι άνθρωποι έχουμε εσωτερικά ρολόγια.
Η επιτυχία του πειράματος τον έκανε να διεξάγει ακόμη μια έρευνα. 10 χρόνια αργότερα, κατέβηκε μέσα σε μια σπηλιά κοντά στο Del Rio του Τέξας, για 6 μήνες, υπό την αιγίδα της NASA. Σε σύγκριση με την προηγούμενη εμπειρία του, η σπηλιά στο Τέξας ήταν ζεστή και πολυτελή. Η μεγαλύτερη ταλαιπωρία του ήταν τα ηλεκτρόδια που ήταν συνδεδεμένα στο κεφάλι του, και έπρεπε να παρακολουθούν την καρδιά, τον εγκέφαλο και τη μυϊκή δραστηριότητα του. Αλλά τα συνήθισε, και οι δύο πρώτοι μήνες ήταν εύκολοι. Έκανε πειράματα, άκουγε μουσική και διερεύνησε το σπήλαιο.
Την 79η μέρα, όμως, η λογική του άρχισε να ραγίζει. Έγινε ιδιαίτερα καταθλιπτικός, ειδικά όταν έσπασε το πικ-απ που άκουγε μουσική και η μούχλα άρχισε να καταστρέφει τα περιοδικά, τα βιβλία και τον επιστημονικό εξοπλισμό του. Σύντομα, σκεφτόταν την αυτοκτονία. Για μια στιγμή, βρήκε παρηγοριά στην συντροφιά ενός ποντικιού που κατά καιρούς ανακάτευε τις προμήθειες του. Αλλά όταν ο Siffre προσπάθησε να παγιδεύσει το ποντίκι με μια κατσαρόλα να το κάνει κατοικίδιο ζώο του, το συνέθλιψε τυχαία και το σκότωσε. Έγραψε στο ημερολόγιο του, "η απομόνωση με κυριεύει."
Όταν το πείραμα έφτανε στο τέλος του, μια αστραπή έστειλε ηλεκτρική ενέργεια μέσω των ηλεκτροδίων στο κεφάλι του. Αν και ο πόνος ήταν ανυπόφορος, η κατάθλιψη του είχε θαμπώσει τόσο πολύ το μυαλό του που δέχτηκε ακόμα τρία ηλεκτροσόκ πριν σκεφτεί να αποσυνδέσει τα καλώδια.
Το πείραμα στην σπηλιά του Τέξας έδωσε ενδιαφέροντα αποτελέσματα. Τον πρώτο μήνα, ο Siffre είχε τακτικούς κύκλους ύπνου-αφύπνισης. Αλλά μετά, οι κύκλοι άρχισαν να διαφέρουν και κυμαίνονταν από 18-52 ώρες. Ήταν μια σημαντική ανακάλυψη, που τροφοδότησε το ενδιαφέρον για να βρεθούν τρόποι πως να προκαλείτε το τακτικούς κύκλους ύπνου-αφύπνισης στους ανθρώπους, κάτι που θα μπορούσε να αποβεί ωφέλιμο για στρατιώτες και αστροναύτες.
4. Για την αγάπη των δελφινιών
Ίσως το πιο ανησυχητικό πείραμα στην πρόσφατη ιστορία είναι η έρευνα για τη νοημοσύνη των δελφινιών που διεξήχθη από τον νευρολόγο John C. Lilly το 1958. Ενώ εργαζόταν στο Ερευνητικό Ινστιτούτο Επικοινωνίας, ένα εργαστήριο στις Παρθένους Νήσους, ήθελε να μάθει αν τα δελφίνια μπορούν να μιλούν στους ανθρώπους. Εκείνη την εποχή, η κυρίαρχη θεωρία για την ανάπτυξη της ανθρώπινης γλώσσας θεωρούσε ότι τα παιδιά μαθαίνουν να μιλούν μέσα από συνεχή και στενή επαφή με τις μητέρες τους. Έτσι, ο Lilly προσπάθησε να εφαρμόσει την ίδια ιδέα στα δελφίνια.
Για 10 εβδομάδες το 1965, η Margaret Howe, συνεργάτης του Lilly, ζούσε με ένα δελφίνι, τον Peter. Οι δύο τους μοιράζονταν ένα πλημμυρισμένο σπίτι 2 δωματίων. Το νερό ήταν τόσο όσο να μπορεί η Margaret να κυκλοφορεί στα δωμάτια και για τον Peter να κολυμπάει. Η Margaret και ο Peter ήταν σε συνεχή αλληλεπίδραση. Έτρωγαν, κοιμόντουσαν, δούλευαν και έπαιζαν μαζί. Η Margaret κοιμόταν σε ένα κρεβάτι εμποτισμένο σε θαλασσινό νερό και εργαζόταν σε ένα πλωτό γραφείο, έτσι ώστε το δελφίνι να μπορεί να την διακόψει όποτε ήθελε. Πέρασε, επίσης, πολλές ώρες παίζοντας μαζί του, ενθαρρύνοντας τους «ανθρωποειδές» θορύβους και προσπαθώντας να του διδάξει απλές λέξεις.
Καθώς ο χρόνος περνούσε, φάνηκε καθαρά πως ο Peter δεν ήθελε μαμά. Ήθελε κοπέλα. Το δελφίνι δεν έδειχνε ενδιαφέρον στα μαθήματα του, και άρχισε να ερωτοτροπεί με την Margaret. Όταν είδε πως δεν είχε ανταπόκριση, το δελφίνι εγινα βίαιο. Χτυπούσε την Margaret με τη μύτη και τα πτερύγιά του. Για λίγο, φορούσε μπότες από καουτσούκ και κρατούσε σκούπα για να απωθεί το δελφίνι. Όταν αυτό δεν έπιασε, άρχισε να τον αφήνει να βγει για να βρει άλλα δελφίνια. Αλλά η ερευνητική ομάδα άρχισε να ανησυχεί πως αν ο Peter περνούσε πολύ χρόνο με το είδος του, θα ξεχνούσε όσα ανθρώπινα είχε μάθει.
Έτσι τον γύρισαν στο σπίτι και αυτός συνέχισε να προσπαθεί να ερωτοτροπήσει με την Margaret. Αλλά αυτή τη φορά, άλλαξε την τακτική του. Αντί να την δαγκώνει, άρχισε να την φλερτάρει τρίβοντας μαλακά τα δόντια του στο πόδι της και επιδεικνύοντας τα γεννητικά του όργανα. Αυτή η τελική προσπάθεια έπιασε και η Margaret άρχισε να τον τρίβει. Όπως ήταν αναμενόμενο, έγινε πολύ πιο συνεργάσιμος με τα μαθήματα του.
Ανακαλύπτοντας ότι ένας άνθρωπος μπορεί να ικανοποιήσει τις σεξουαλικές ανάγκες ενός δελφινιού ήταν το μεγαλύτερο επίτευγμα του πειράματος. Ο Δρ Lilly συνέχισε να πιστεύει ότι τα δελφίνια μπορούν να μάθουν να μιλούν, αν τους δοθεί αρκετός χρόνος, και ήλπιζε να διεξάγει μια ετήσια μελέτη με τη Margaret και ένα άλλο δελφίνι. Όταν αποδείχθηκε ότι τι σχέδιο ήταν πάρα πολύ ακριβό, ο Lilly προσπάθησε να κάνει τα δελφίνια να μιλούν με άλλο τρόπο… δίνοντάς τους LSD. Και παρόλο που ο Lilly ανέφερε ότι είχαν «πολύ καλά ταξίδια», η φήμη του στην ακαδημαϊκή κοινότητα επιδεινώθηκε.
Πρόκειται για την αληθινή ιστορία τριών σχιζοφρενών, που πίστευαν ότι ήταν ο Ιησούς Χριστός. Δεν πέρασε πολύς καιρός πριν σταματήσουν να είναι ευγενικοί και αρχίσουν να τρελαίνονται πραγματικά. Το 1959, ο κοινωνικός ψυχολόγος Milton Rokeach θέλησε να δοκιμάσει τη δύναμη της αυταπάτης. Έτσι, πήρε τρεις ασθενείς, οι οποίοι υποστήριζαν πως ήταν ο Ιησούς Χριστός, και τους έβαλε να ζουν μαζί στο ψυχιατρείο του Μίτσιγκαν για δύο χρόνια.
Ο Rokeach ήλπιζε πως οι «Χριστοί» θα τα παρατούσαν μόλις έρχονταν σε αντιπαράθεση μεταξύ τους. Αλλά δεν έγινε έτσι. Στην αρχή, οι τρεις άνδρες συνεχώς μάλωναν για το ποιος ήταν ο ιερότερος. Σύμφωνα με τον Rokeach, ο ένας απ’ αυτόυς φώναξε, "Πρέπει να με λατρεύετε!" και ένας άλλος του απάντησε, «Εσείς πρέπει να με λατρεύετε! Εσύ είσαι ένα τέρας! Καλύτερα να ζήσεις τη ζωή σου και να δεις τα πράγματα όπως είναι!"
Ανίκανοι να γυρνούν και το άλλο μάγουλο, οι τρεις «Χριστοί» συχνά πιάνονταν στα χέρια. Τελικά, ο ένας πίστευε, πως οι άλλοι δύο ήταν ψυχικά ασθενείς, ενώ ένας άλλος ισχυρίστηκε πως οι σύντροφοι του ήταν νεκροί και ότι τους εγχείρησαν μηχανές.
Αλλά συμπεριφορά των τριών δεν είναι καν το πιο περίεργο μέρος της ιστορίας. Το πιο παράξενο ήταν ο τρόπος που ο Rokeach προσπάθησε να τους χειραγωγήσει. Στο πλαίσιο του πειράματος, ο ψυχολόγος ήθελε να δει πόσο εδραιωμένες ήταν οι αυταπάτες και στους τρεις. Για παράδειγμα, ο ένας απ’ αυτούς, ο Leon, πίστευε ότι ήταν παντρεμένος με κάποια που ονόμαζε Madame Yeti Woman, που είχε ύψος 2 μέτρα και ζύγιζε 91 κιλά, απόγονος ενός ινδικού χοιριδίου και ενός αρουραίου Jerboa. Έτσι, ο Rokeach έγραφε ερωτικά γράμματα από την Madame Yeti Woman στον Leon, τα οποία είχαν οδηγίες που ζητούσαν από τον Leon να τραγουδάει το "Onward Christian Soldiers" στις συνεδριάσεις της ομάδας και να καπνίζει μια συγκεκριμένη μάρκα τσιγάρων. Ο Leon ήταν τόσο συγκινημένος από την προσοχή της φανταστικής συζύγου του που ξεσπούσε σε κλάματα μόλις έπαιρνε τα γράμματα. Αλλά όταν η «σύζυγος», του ζήτησε να αλλάξει το όνομά του, ο Leon αισθάνθηκε πως αμφισβητούνταν η ταυτότητά του. Ήταν έτοιμος να πάρει διαζύγιο, όταν τελικά ο Rokeach σταμάτησε το πείραμα.
Στο τέλος της διετούς παραμονής τους, ακόμα και οι τρεις τους πίστευαν ότι ήταν ο μοναδικός Υιός του Θεού. Στην πραγματικότητα, ο Rokeach κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η φανταστική τους ταυτότητα μπορεί να ισχυροποιήθηκε περισσότερο απ’ όταν βρέθηκαν μεταξύ τους. 20 χρόνια αργότερα, ο γιατρός παραιτήθηκε των μεθόδων του, γράφοντας, «δεν είχα κανένα δικαίωμα, ακόμα και στο όνομα της επιστήμης, να παίζω τον Θεό και να επηρεάζω όλο το 24ωρο την ζωή τους."
2. Καταστροφικός ταύρος
Το 1963, ο Δρ Χοσέ Ντελγάδο μπήκε σε μια αρένα ταυρομαχίας στην Κόρδοβα της Ισπανίας, με ένα ταύρο 250 κιλών, ονόματι Lucero. Ο νευροφυσιολόγος από το Πανεπιστήμιο του Yale δεν ήταν ταυρομάχος, αλλά είχε ένα σχέδιο: να ελέγξει το μυαλό του ταύρου.
Ο Ντελγάδο ήταν μέλος μιας μικρής ομάδας ερευνητών που ανέπτυσσε ένα νέο είδος θεραπείας με ηλεκτροσόκ. Στην αρχή, οι ερευνητές θα εμφύτευαν μικροσκοπικά καλώδια και ηλεκτρόδια στο κρανίο. Έπειτα, θα έστελναν ηλεκτρικά κύματα σε διάφορα μέρη του εγκεφάλου, προκαλώντας συναισθήματα και κινήσεις του σώματος. Στόχος τους ήταν να αλλάξουν τη νοητική κατάσταση του ασθενούς, αφυπνίζοντας την κατάθλιψη και ηρεμώντας την διέγερση. Αλλά ο Ντελγάδο ανέπτυξε το "stimoceiver." Το τσιπ, το οποίο είχε περίπου το μέγεθος ενός κέρματος, θα μπορούσε να μπει στο κεφάλι του ασθενούς και να λειτουργεί με τηλεχειρισμό. Ο Ντελγάδο οραματίστηκε πως η τεχνολογία θα οδηγούσε τελικά σε μια «κοινωνία psychocivilized», στην οποία ο καθένας θα μπορούσε να μετριάσει τις αυτοκαταστροφικές τάσεις του με το πάτημα ενός κουμπιού.
Για αρκετά χρόνια, ο Ντελγάδο πειραματίστηκε σε πιθήκους και γάτες, κάνοντας τες να χασμουριούνται, να τσακώνονται, να παίζουν, να αναπαράγονται και να κοιμούνται, όλα από το τηλεχειριστήριο. Ενδιαφερόταν ιδιαίτερα στη διαχείριση του θυμού. Σε ένα πείραμα, εμφύτευσε ένα τσιπ σε μια άγρια μαϊμού. Ο Ντελγάδο έδωσε το τηλεχειριστήριο στην μαϊμού που έβαλε μέσα στο κλουβί για να ζευγαρώσει με την άγρια μαϊμού, και η οποία γρήγορα κατάλαβε ότι αν πατούσε το κουμπί θα ηρεμούσε τη φίλη του.
Η επόμενη πρόκληση του ήταν να πειραματιστεί με τους ταύρους στην Ισπανία. Ξεκίνησε από την εμφύτευση τσιπ σε διάφορους ταύρους και δοκίμαζε τον εξοπλισμό κάνοντας τους να σηκώνουν τα πόδια τους, να στρέφουν το κεφάλι τους, να περπατούν σε κύκλους και να μουγκανίζουν 100 φορές στη σειρά. Τότε ήρθε η στιγμή της αλήθειας. Το 1965, ο Ντελγάδο μπήκε στην αρένα με τον Lucero -ένα άγριο ζώο διάσημο για τον θυμό του. Όταν ο Lucero όρμισε κατά πάνω του, ο Ντελγάδο χρησιμοποίησε το τηλεχειριστήριο του και έφερε το ζώο σε ένα οδυνηρό αδιέξοδο. Το χρησιμοποίησε ξανά και ο ταύρος άρχισε να κάνει κύκλους.
Η επίδειξη χαιρετίστηκε ως επιτυχία στο πρωτοσέλιδο των The New York Times, αλλά κάποιοι νευροεπιστήμονες ήταν επιφυλακτικοί. Ισχυρίστηκαν ότι, αντί να δαμάσει την επιθετικότητα του Lucero, ο Ντελγκάδο τον μπέρδεψε. Εν τω μεταξύ, παντελώς άγνωστοι άρχισαν να κατηγορούν τον Ντελγκάδο πως τους εμφύτευσε κρυφά τσιπ και ήλεγχε τις σκέψεις τους. Καθώς ο φόβος για τον έλεγχο του μυαλού αυξήθηκε κατά τη δεκαετία του 1970, ο Ντελγάδο αποφάσισε να επιστρέψει στην Ισπανία και να κάνει μια λιγότερο αμφιλεγόμενη έρευνα.
Για μερικούς, η απομόνωση είναι τιμωρία. Για άλλους, είναι ένα μονοπάτι προς την επιστημονική ανακάλυψη. Στη δεκαετία του 1960, στο αποκορύφωμα του αγώνα δρόμου για το διάστημα, οι επιστήμονες ήταν περίεργοι στο πώς θα χειριζόντουσαν οι άνθρωποι τα ταξίδια στο διάστημα και το να ζουν σε καταφύγια. Θα μπορούσαν να αντιμετωπίσουν την ακραία απομόνωση σε περιορισμένο χώρο; Χωρίς Ήλιο, πως θα ήταν ο κύκλος της ζωής μας; Ο Michel Siffre, ένας 23χρονος Γάλλος γεωλόγος, αποφάσισε να απαντήσει σε αυτά τα ερωτήματα του Ψυχρού Πολέμου κάνοντας ένα πείραμα με τον εαυτό του. Για δύο μήνες το 1962, έζησε σε πλήρη απομόνωση, θαμμένος 114 μέτρα μέσα σε ένα υπόγειο παγετώνα στις γαλλο-ιταλικές Άλπεις, χωρίς ρολόι ή φως της ημέρας για να μετράει το χρόνο.
Μέσα στο σπήλαιο, οι θερμοκρασίες ήταν κάτω από το 0, με 98% υγρασία. Συνεχώς να κρυώνει και να είναι βρεγμένος, ο Siffre υπέφερε από υποθερμία, καθώς μεγάλα κομμάτια πάγου τακτικά έπεφταν γύρω από τη σκηνή του. Αλλά αυτές τις 63 ημέρες υπογείως, μόνο μια φορά έφτασε στην τρέλα. Μια μέρα, άρχισε να τραγουδά και να χορεύει. Εκτός από αυτό, συμπεριφέρθηκε σχετικά κανονικά.
Όταν ο Siffre βγήκε στην επιφάνεια στις 14 Σεπτεμβρίου, νόμισε πως ήταν 20 Αυγούστου. Το μυαλό του είχε χάσει την αίσθηση του χρόνου, αλλά, παραδόξως, το σώμα του όχι. Ενώ ήταν στο σπήλαιο, τηλεφωνούσε στους βοηθούς του κάθε φορά που ξυπνούσε, έτρωγε και έπεφτε για ύπνο. Όπως αποδεικνύεται, κρατούσε κατά λάθος τακτικούς κύκλους ύπνου και αφύπνισης. Μια μέση ημέρα γι’ αυτόν διαρκούσε λίγο περισσότερο από 24 ώρες. Ο Siffre ανακάλυψε πως οι άνθρωποι έχουμε εσωτερικά ρολόγια.
Η επιτυχία του πειράματος τον έκανε να διεξάγει ακόμη μια έρευνα. 10 χρόνια αργότερα, κατέβηκε μέσα σε μια σπηλιά κοντά στο Del Rio του Τέξας, για 6 μήνες, υπό την αιγίδα της NASA. Σε σύγκριση με την προηγούμενη εμπειρία του, η σπηλιά στο Τέξας ήταν ζεστή και πολυτελή. Η μεγαλύτερη ταλαιπωρία του ήταν τα ηλεκτρόδια που ήταν συνδεδεμένα στο κεφάλι του, και έπρεπε να παρακολουθούν την καρδιά, τον εγκέφαλο και τη μυϊκή δραστηριότητα του. Αλλά τα συνήθισε, και οι δύο πρώτοι μήνες ήταν εύκολοι. Έκανε πειράματα, άκουγε μουσική και διερεύνησε το σπήλαιο.
Την 79η μέρα, όμως, η λογική του άρχισε να ραγίζει. Έγινε ιδιαίτερα καταθλιπτικός, ειδικά όταν έσπασε το πικ-απ που άκουγε μουσική και η μούχλα άρχισε να καταστρέφει τα περιοδικά, τα βιβλία και τον επιστημονικό εξοπλισμό του. Σύντομα, σκεφτόταν την αυτοκτονία. Για μια στιγμή, βρήκε παρηγοριά στην συντροφιά ενός ποντικιού που κατά καιρούς ανακάτευε τις προμήθειες του. Αλλά όταν ο Siffre προσπάθησε να παγιδεύσει το ποντίκι με μια κατσαρόλα να το κάνει κατοικίδιο ζώο του, το συνέθλιψε τυχαία και το σκότωσε. Έγραψε στο ημερολόγιο του, "η απομόνωση με κυριεύει."
Όταν το πείραμα έφτανε στο τέλος του, μια αστραπή έστειλε ηλεκτρική ενέργεια μέσω των ηλεκτροδίων στο κεφάλι του. Αν και ο πόνος ήταν ανυπόφορος, η κατάθλιψη του είχε θαμπώσει τόσο πολύ το μυαλό του που δέχτηκε ακόμα τρία ηλεκτροσόκ πριν σκεφτεί να αποσυνδέσει τα καλώδια.
Το πείραμα στην σπηλιά του Τέξας έδωσε ενδιαφέροντα αποτελέσματα. Τον πρώτο μήνα, ο Siffre είχε τακτικούς κύκλους ύπνου-αφύπνισης. Αλλά μετά, οι κύκλοι άρχισαν να διαφέρουν και κυμαίνονταν από 18-52 ώρες. Ήταν μια σημαντική ανακάλυψη, που τροφοδότησε το ενδιαφέρον για να βρεθούν τρόποι πως να προκαλείτε το τακτικούς κύκλους ύπνου-αφύπνισης στους ανθρώπους, κάτι που θα μπορούσε να αποβεί ωφέλιμο για στρατιώτες και αστροναύτες.
4. Για την αγάπη των δελφινιών
Ίσως το πιο ανησυχητικό πείραμα στην πρόσφατη ιστορία είναι η έρευνα για τη νοημοσύνη των δελφινιών που διεξήχθη από τον νευρολόγο John C. Lilly το 1958. Ενώ εργαζόταν στο Ερευνητικό Ινστιτούτο Επικοινωνίας, ένα εργαστήριο στις Παρθένους Νήσους, ήθελε να μάθει αν τα δελφίνια μπορούν να μιλούν στους ανθρώπους. Εκείνη την εποχή, η κυρίαρχη θεωρία για την ανάπτυξη της ανθρώπινης γλώσσας θεωρούσε ότι τα παιδιά μαθαίνουν να μιλούν μέσα από συνεχή και στενή επαφή με τις μητέρες τους. Έτσι, ο Lilly προσπάθησε να εφαρμόσει την ίδια ιδέα στα δελφίνια.
Για 10 εβδομάδες το 1965, η Margaret Howe, συνεργάτης του Lilly, ζούσε με ένα δελφίνι, τον Peter. Οι δύο τους μοιράζονταν ένα πλημμυρισμένο σπίτι 2 δωματίων. Το νερό ήταν τόσο όσο να μπορεί η Margaret να κυκλοφορεί στα δωμάτια και για τον Peter να κολυμπάει. Η Margaret και ο Peter ήταν σε συνεχή αλληλεπίδραση. Έτρωγαν, κοιμόντουσαν, δούλευαν και έπαιζαν μαζί. Η Margaret κοιμόταν σε ένα κρεβάτι εμποτισμένο σε θαλασσινό νερό και εργαζόταν σε ένα πλωτό γραφείο, έτσι ώστε το δελφίνι να μπορεί να την διακόψει όποτε ήθελε. Πέρασε, επίσης, πολλές ώρες παίζοντας μαζί του, ενθαρρύνοντας τους «ανθρωποειδές» θορύβους και προσπαθώντας να του διδάξει απλές λέξεις.
Καθώς ο χρόνος περνούσε, φάνηκε καθαρά πως ο Peter δεν ήθελε μαμά. Ήθελε κοπέλα. Το δελφίνι δεν έδειχνε ενδιαφέρον στα μαθήματα του, και άρχισε να ερωτοτροπεί με την Margaret. Όταν είδε πως δεν είχε ανταπόκριση, το δελφίνι εγινα βίαιο. Χτυπούσε την Margaret με τη μύτη και τα πτερύγιά του. Για λίγο, φορούσε μπότες από καουτσούκ και κρατούσε σκούπα για να απωθεί το δελφίνι. Όταν αυτό δεν έπιασε, άρχισε να τον αφήνει να βγει για να βρει άλλα δελφίνια. Αλλά η ερευνητική ομάδα άρχισε να ανησυχεί πως αν ο Peter περνούσε πολύ χρόνο με το είδος του, θα ξεχνούσε όσα ανθρώπινα είχε μάθει.
Έτσι τον γύρισαν στο σπίτι και αυτός συνέχισε να προσπαθεί να ερωτοτροπήσει με την Margaret. Αλλά αυτή τη φορά, άλλαξε την τακτική του. Αντί να την δαγκώνει, άρχισε να την φλερτάρει τρίβοντας μαλακά τα δόντια του στο πόδι της και επιδεικνύοντας τα γεννητικά του όργανα. Αυτή η τελική προσπάθεια έπιασε και η Margaret άρχισε να τον τρίβει. Όπως ήταν αναμενόμενο, έγινε πολύ πιο συνεργάσιμος με τα μαθήματα του.
Ανακαλύπτοντας ότι ένας άνθρωπος μπορεί να ικανοποιήσει τις σεξουαλικές ανάγκες ενός δελφινιού ήταν το μεγαλύτερο επίτευγμα του πειράματος. Ο Δρ Lilly συνέχισε να πιστεύει ότι τα δελφίνια μπορούν να μάθουν να μιλούν, αν τους δοθεί αρκετός χρόνος, και ήλπιζε να διεξάγει μια ετήσια μελέτη με τη Margaret και ένα άλλο δελφίνι. Όταν αποδείχθηκε ότι τι σχέδιο ήταν πάρα πολύ ακριβό, ο Lilly προσπάθησε να κάνει τα δελφίνια να μιλούν με άλλο τρόπο… δίνοντάς τους LSD. Και παρόλο που ο Lilly ανέφερε ότι είχαν «πολύ καλά ταξίδια», η φήμη του στην ακαδημαϊκή κοινότητα επιδεινώθηκε.
Περισσότερα πειράματα εδώ.