Δύο λέξεις με διαφορετική σημασία που η ακουστική και ορθογραφική τους ομοιότητα, δημιουργεί σύγχυση στη χρήση τους.
Κατατρέχω σημαίνει «καταδιώκω κάποιον, προσπαθώ να του κάνω κακό». Παράδειγμα: Τον κατατρέχουν οι παπαράτσι.
Κατατρύχω σημαίνει «βασανίζω κάποιον, τον κάνω να υποφέρει». Παράδειγμα: Ανομολόγητες ενοχές που κατατρύχουν τους ήρωες.
Περισσότερα γλωσσικά λάθη εδώ.
Κατατρέχω σημαίνει «καταδιώκω κάποιον, προσπαθώ να του κάνω κακό». Παράδειγμα: Τον κατατρέχουν οι παπαράτσι.
Κατατρύχω σημαίνει «βασανίζω κάποιον, τον κάνω να υποφέρει». Παράδειγμα: Ανομολόγητες ενοχές που κατατρύχουν τους ήρωες.
Περισσότερα γλωσσικά λάθη εδώ.