Το ήθος ανέκαθεν αποτελούσε βασικό παράγοντα για μια κοινωνία. Στην αρχαία Ελλάδα είχε ακόμη περισσότερη σημασία, όση ώστε να καθιερώσουν αστυνομικά όργανα για εποπτεία του ήθους και όχι μόνο.
Τα όργανα αυτά, οι «γυναικονόμοι», υπήρχαν στην Αρχαία Ελλάδα τους αιώνες της ακμής της. Ο τίτλος τους υποδεικνύει κάποια ενασχόληση με τις γυναίκες, όμως ασχολούνταν με το ήθος όλων των πολιτών. Αναφέρεται συχνά από τους αρχαίους συγγραφείς, αλλά δεν είναι ακόμη ακριβής ο χρόνος που εμφανίστηκε ο θεσμός. Είναι πιθανό να υπήρχαν από τον καιρό του Σόλωνα, αλλά ο Δημήτριος ο Φαληρεύς αναβάθμισε τους γυναικονόμους σε βασικά αστυνομικά όργανα, έχοντας πολλές αρμοδιότητες.
Η νομοθεσία της εποχής
Κάποιοι από τους νόμους που υιοθετήθηκαν εκείνη την εποχή, σήμερα ακούγονται ακατανόητοι. Ένας από αυτούς ήταν για τα ιστορικά συμπόσια, όπου απαγόρευαν στους πολίτες να συμμετέχουν πάνω από 30 άτομα σε ένα συμπόσιο. Το πολυπληθές γλέντι στο σπίτι που καθιερώνεται μέχρι σήμερα, στην αρχαία Ελλάδα απαγορευόταν αυστηρά. Δεν επιτρεπόταν να συγκεντρώνονται πάνω από 30 άτομα σε γεγονότα, όπως γιορτές, γάμους και θυσίες. Ο λόγος που επιβλήθηκε ο νόμος ήταν για να αποφεύγονται τα έκτροπα που μπορούσαν να συμβούν σε τέτοιου είδους συγκεντρώσεις που συμμετείχαν πολλοί άνθρωποι.
Ο ρόλος των γυναικονόμων ήταν να εισβάλουν μέσα στα σπίτια και να διώχνουν τα παραπάνω άτομα. Οι ίδιοι ανάγκαζαν τους μάγειρες να μετρούν και να γράφουν σε κατάλογο όσους ήταν καλεσμένοι. Οι γυναικονόμοι εξέταζαν και το κρασί, το οποίο έπρεπε να το πίνουν νερωμένο. Ο όρος του «κεκραμένου οίνου» ήταν υποχρεωτικός και όσοι έπιναν το κρασί τους χωρίς νερό θεωρούνταν παράνομοι και βάρβαροι. Στην πόλη υπήρχαν πολλοί βάρβαροι, οι «σκύθες», από τη λέξη «επισκυθίζω» που σήμαινε πίνω κρασί χωρίς νερό, ανέρωτο.
Πολύ σημαντικός ρόλος των γυναικονόμων ήταν να επιβλέπουν τη διαγωγή των γυναικών της πόλης. Αν και σήμερα πολλές από τις αρμοδιότητες των γυναικονόμων φαίνονται παράξενες, τότε ήταν φυσιολογικό για τις γυναίκες με απρεπή ενδυμασία, να τιμωρούνται με πρόστιμο. Οι γυναίκες το βράδυ απαγορευόταν να κυκλοφορούν πεζές. Ήταν υποχρεωμένες να κυκλοφορούν με άμαξα που έπρεπε να έχει ένα αναμμένο φανάρι μπροστά. Όσες κυκλοφορούσαν πεζές, τις διερευνούσαν μήπως είχαν πάρει από το σπίτι τους πάνω από τρία φορέματα ή κρατούσαν ποτά και φαγώσιμα, έτσι ώστε να τις τιμωρήσουν.
Τα πρόστιμα που επέβαλλαν δημόσια
Γενικότερα οι γυναικονόμοι είχαν την εξουσία και τιμωρούσαν όσους πολίτες είχαν ανάρμοστη συμπεριφορά, είτε σε δημόσιους, είτε σε ιδιωτικούς χώρους.
Τα ονόματα των παραβατών, όπως και τα πρόστιμα που τους επέβαλλαν, αναγράφονταν σε πίνακες που τοποθετούνταν πάνω σε έναν πλάτανο του Κεραμεικού σαν παραδειγματισμό και για να τα μάθει όλη η πόλη.
Οι «δημόσιες»
Δε θα μπορούσαν να λείπουν από το στόχαστρο των γυναικονόμων οι «δημόσιες», όπως αποκαλούνταν, οι άσεμνες γυναίκες. Οι είχαν πλήρη αρμοδιότητα στα πορνεία που υπήρχαν στην Αθήνα, κυρίως στο λιμάνι του Πειραιά και τις αποθήκες γύρω από αυτό. Τα πορνεία χωρίζονταν σε δημόσια, ιδιωτικά και αυτά που ανήκαν σε ιερά. Οι πορνοβοσκοί και οι γυναικονόμοι ήταν αρμόδιοι για την τήρηση της τάξης σε αυτούς τους πολυσύχναστους χώρους, δικάζοντας τα εγκλήματα βιασμών και μοιχείας. Οι γυναίκες που μετείχαν στα περισσότερα εγκλήματα, οι «μοιχαλίδες», οδηγούνταν στους γυναικονόμους τη στιγμή που τις έπιαναν επ’ αυτοφώρω, κατά τη διάρκεια της πράξης. Η απόφαση για την «καταδίκη» τους, τις ακολουθούσε για όλη τους τη ζωή, με την κατηγορία της ύβρις και της προσβολής του συζύγου τους.
Για τους άνδρες εραστές τα πράγματα ήταν τελείως διαφορετικά. Η νομική βάση στηριζόταν στην άποψη ότι, πηγαίνοντας με τη σύζυγο κάποιου άλλου άνδρα, καταπατάς ξένη ιδιοκτησία, τη σύζυγο δηλαδή. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να νοθεύεται η γνησιότητα της οικογενειακής τεκνοποιίας. Σε αυτή την περίπτωση, της καταπάτησης ξένης ιδιοκτησίας, τα πρόστιμα και οι τιμωρίες για τον άνδρα εραστή ήταν παρόμοια με αυτά για τους κλέφτες.
Τα εγκλήματα βιασμού
Τα περισσότερα εγκλήματα βιασμού δεν «περνούσαν»πρώτα από τους γυναικονόμους. Η τιμωρία των εγκλημάτων βιασμού παιδιών ή γυναικών, ήταν απόλυτη και απλή. Εκτέλεση. Στις περισσότερες περιπτώσεις, ο εγκληματίας δολοφονούνταν από οικεία πρόσωπα του θύματος ή όποιος πολίτης τον συνέλαβε. Οι εκτελεστές του εγκληματία δικαιολογούνταν από το νόμο, χωρίς να έχουν καμία ποινική ευθύνη για την πράξη τους.
Τα όργανα αυτά, οι «γυναικονόμοι», υπήρχαν στην Αρχαία Ελλάδα τους αιώνες της ακμής της. Ο τίτλος τους υποδεικνύει κάποια ενασχόληση με τις γυναίκες, όμως ασχολούνταν με το ήθος όλων των πολιτών. Αναφέρεται συχνά από τους αρχαίους συγγραφείς, αλλά δεν είναι ακόμη ακριβής ο χρόνος που εμφανίστηκε ο θεσμός. Είναι πιθανό να υπήρχαν από τον καιρό του Σόλωνα, αλλά ο Δημήτριος ο Φαληρεύς αναβάθμισε τους γυναικονόμους σε βασικά αστυνομικά όργανα, έχοντας πολλές αρμοδιότητες.
Η νομοθεσία της εποχής
Κάποιοι από τους νόμους που υιοθετήθηκαν εκείνη την εποχή, σήμερα ακούγονται ακατανόητοι. Ένας από αυτούς ήταν για τα ιστορικά συμπόσια, όπου απαγόρευαν στους πολίτες να συμμετέχουν πάνω από 30 άτομα σε ένα συμπόσιο. Το πολυπληθές γλέντι στο σπίτι που καθιερώνεται μέχρι σήμερα, στην αρχαία Ελλάδα απαγορευόταν αυστηρά. Δεν επιτρεπόταν να συγκεντρώνονται πάνω από 30 άτομα σε γεγονότα, όπως γιορτές, γάμους και θυσίες. Ο λόγος που επιβλήθηκε ο νόμος ήταν για να αποφεύγονται τα έκτροπα που μπορούσαν να συμβούν σε τέτοιου είδους συγκεντρώσεις που συμμετείχαν πολλοί άνθρωποι.
Ο ρόλος των γυναικονόμων ήταν να εισβάλουν μέσα στα σπίτια και να διώχνουν τα παραπάνω άτομα. Οι ίδιοι ανάγκαζαν τους μάγειρες να μετρούν και να γράφουν σε κατάλογο όσους ήταν καλεσμένοι. Οι γυναικονόμοι εξέταζαν και το κρασί, το οποίο έπρεπε να το πίνουν νερωμένο. Ο όρος του «κεκραμένου οίνου» ήταν υποχρεωτικός και όσοι έπιναν το κρασί τους χωρίς νερό θεωρούνταν παράνομοι και βάρβαροι. Στην πόλη υπήρχαν πολλοί βάρβαροι, οι «σκύθες», από τη λέξη «επισκυθίζω» που σήμαινε πίνω κρασί χωρίς νερό, ανέρωτο.
Πολύ σημαντικός ρόλος των γυναικονόμων ήταν να επιβλέπουν τη διαγωγή των γυναικών της πόλης. Αν και σήμερα πολλές από τις αρμοδιότητες των γυναικονόμων φαίνονται παράξενες, τότε ήταν φυσιολογικό για τις γυναίκες με απρεπή ενδυμασία, να τιμωρούνται με πρόστιμο. Οι γυναίκες το βράδυ απαγορευόταν να κυκλοφορούν πεζές. Ήταν υποχρεωμένες να κυκλοφορούν με άμαξα που έπρεπε να έχει ένα αναμμένο φανάρι μπροστά. Όσες κυκλοφορούσαν πεζές, τις διερευνούσαν μήπως είχαν πάρει από το σπίτι τους πάνω από τρία φορέματα ή κρατούσαν ποτά και φαγώσιμα, έτσι ώστε να τις τιμωρήσουν.
Τα πρόστιμα που επέβαλλαν δημόσια
Γενικότερα οι γυναικονόμοι είχαν την εξουσία και τιμωρούσαν όσους πολίτες είχαν ανάρμοστη συμπεριφορά, είτε σε δημόσιους, είτε σε ιδιωτικούς χώρους.
Τα ονόματα των παραβατών, όπως και τα πρόστιμα που τους επέβαλλαν, αναγράφονταν σε πίνακες που τοποθετούνταν πάνω σε έναν πλάτανο του Κεραμεικού σαν παραδειγματισμό και για να τα μάθει όλη η πόλη.
Οι «δημόσιες»
Δε θα μπορούσαν να λείπουν από το στόχαστρο των γυναικονόμων οι «δημόσιες», όπως αποκαλούνταν, οι άσεμνες γυναίκες. Οι είχαν πλήρη αρμοδιότητα στα πορνεία που υπήρχαν στην Αθήνα, κυρίως στο λιμάνι του Πειραιά και τις αποθήκες γύρω από αυτό. Τα πορνεία χωρίζονταν σε δημόσια, ιδιωτικά και αυτά που ανήκαν σε ιερά. Οι πορνοβοσκοί και οι γυναικονόμοι ήταν αρμόδιοι για την τήρηση της τάξης σε αυτούς τους πολυσύχναστους χώρους, δικάζοντας τα εγκλήματα βιασμών και μοιχείας. Οι γυναίκες που μετείχαν στα περισσότερα εγκλήματα, οι «μοιχαλίδες», οδηγούνταν στους γυναικονόμους τη στιγμή που τις έπιαναν επ’ αυτοφώρω, κατά τη διάρκεια της πράξης. Η απόφαση για την «καταδίκη» τους, τις ακολουθούσε για όλη τους τη ζωή, με την κατηγορία της ύβρις και της προσβολής του συζύγου τους.
Για τους άνδρες εραστές τα πράγματα ήταν τελείως διαφορετικά. Η νομική βάση στηριζόταν στην άποψη ότι, πηγαίνοντας με τη σύζυγο κάποιου άλλου άνδρα, καταπατάς ξένη ιδιοκτησία, τη σύζυγο δηλαδή. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να νοθεύεται η γνησιότητα της οικογενειακής τεκνοποιίας. Σε αυτή την περίπτωση, της καταπάτησης ξένης ιδιοκτησίας, τα πρόστιμα και οι τιμωρίες για τον άνδρα εραστή ήταν παρόμοια με αυτά για τους κλέφτες.
Τα εγκλήματα βιασμού
Τα περισσότερα εγκλήματα βιασμού δεν «περνούσαν»πρώτα από τους γυναικονόμους. Η τιμωρία των εγκλημάτων βιασμού παιδιών ή γυναικών, ήταν απόλυτη και απλή. Εκτέλεση. Στις περισσότερες περιπτώσεις, ο εγκληματίας δολοφονούνταν από οικεία πρόσωπα του θύματος ή όποιος πολίτης τον συνέλαβε. Οι εκτελεστές του εγκληματία δικαιολογούνταν από το νόμο, χωρίς να έχουν καμία ποινική ευθύνη για την πράξη τους.
Πηγή: Μια σταγόνα ιστορία, Δημήτρης Καμπουράκης, εκδόσεις Πατάκη
Περισσότερα αφιερώματα εδώ.