Υπάρχουν φορές, πολλές φορές, πάρα πολλές φορές.. που το παιδί σας δοκιμάζει την την υπομόνή σας και τις αντοχες σας.
Η κούραση της ημέρας, το άγχος της καθημερινότητας, οι ευθύνες, οι γρήγοροι ρυθμοί των παιδιών, που ζητούν συνεχώς την προσοχή των γονιών, είναι ένας συνδυασμός πραγμάτων που φέρνει τους γονείς στα όρια τους.
Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα να δημιουργείται ένταση στην οικογένεια, φωνές και καυγάδες.
Σε τίτλο άρθρου που δημοσιεύτηκε στους New York Times, συμπυκνώνεται πολύ εύστοχα η ουσία του προβλήματος: «Οι φωνές των γονιών είναι το νέο ξύλο»
Όταν είστε σε κατάσταση «εκτός ορίων» σκεφτείτε ότι τη στιγμή που φωνάζετε στο παιδί, στα μάτια του φαίνεσθε σαν ένα «τέρας που βρυχάται» και δεν υπάρχει καμία περίπτωση, τη δεδομένη στιγμή, να συμμορφωθεί με τα όποια αιτηματα σας.
Αντιθέτως, είτε θα αντιδράσει με τον ίδιο τρόπο – με φωνές – είτε απλα δεν θα κάνει ποτέ αυτό που του ζητήσατε.
Υπάρχουν τακτικές που εάν προσπαθήσετε να τις εφαρμόσετε θα δείτε την ένταση να υποχωρεί και να δίνει σιγα σιγά τη θέση της στη συζήτηση.
Μια από αυτές τις τακτικές είναι, την επόμενη φορά που θα θελήσετε να ζητήσετε από το παιδί σας να κάνει κάτι, να το κοιτάξετε στα μάτια ώστε να του τραβήξετε την προσοχή. Αντιστοίχως κάντε κι εσείς το ίδιο όταν αυτό σας μιλάει, με τρόπο που να δηλώνει ότι επιθυμείτε να επικοινωνήσετε μαζί του.
Χρησιμοποιήστε το όνομά του. Καλό θα είναι να αρχίζετε τη συζήτηση ως εξής: «Αντώνη, μπορείς σε παρακαλώ να…»
Επίσης, είναι πολύ σημαντικό, όταν θέλετε να ζητήσετε κάτι από το παιδί να είστε σύντομοι και περιεκτικοί. Όσο η κουβέντα πλατειάζει τα παιδιά θεωρούν πως μπορούν να σας αλλάξουν άποψη και όσο η κουβέντα υπεραναλύει τα παιδιά χάνουν τον ενδιαφέρον τους και βαριούνται.
Στην όποια απαίτηση σας από το παιδί κάντε του μια δελεαστική αντιπρόταση. Για παράδειγμα, πείτε του: «Φάε τώρα το φαγητό σου, έτσι ώστε να μπορέσεις να κολυμπήσεις σε μια ώρα»
Εφαρμόστε στον λόγο σας τη θετική γλώσσα επικοινωνίας. Αντί να πείτε «μη φωνάζεις», πείτε «μίλα πιο σιγά»
Μπορείτε ακόμα, να θέσετε το αίτημα σας προς το παιδί με το «Θέλω». Ενώ πρέπει να κάνουμε σαφείς τις προθέσεις μας, καλό θα είναι αυτό να γίνεται χωρίς να χρησιμοποιούμε προστακτική. Τα παιδιά ανταποκρίνονται σε αυτόν τον τρόπο αφού τους ζητάμε κάτι, χωρίς όμως να τους δίνουμε εντολή. Για παράδειγμα, αντί του «μάζεψε το δωμάτιο σου τώρα», πείτε «Θέλω να μαζέψεις το δωμάτιο σου τώρα».
Ακόμα, προσπαθήστε να αποφύγετε την υπόθεση όταν θέλετε το παιδί να κάνει κάτι. Είναι προτιμότερο να πείτε «όταν τελειώσεις τα μαθήματα σου, τότε μπορείς να βγεις να παίξεις με τους φίλους σου» παρά «αν τελειώσεις τα μαθήματα σου, μπορείς να βγεις να παίξεις με τους φίλους σου». Το «όταν» συνεπάγεται ότι θα γίνει κάτι, ενώ το «αν» αφήνει περιθώρια επιλογής.
Αυτό βέβαια δε σημαίνει ότι το να δώσετε τη δυνατότητα επιλογής στο παιδί θα αποτελέσει ανασταλτικό παράγοντα στο να σας ακούσει. Μπορείτε να το κάνετε βάζοντας το να διαλέξει ανάμεσα σε δύο επιλογές που θα του δώσετε εσείς. Για παράδειγμα, «τι θέλεις να κάνεις σήμερα; Να πάμε στις κούνιες ή βόλτα με το ποδήλατο;»
Αυτό βέβαια δε σημαίνει ότι το να δώσετε τη δυνατότητα επιλογής στο παιδί θα αποτελέσει ανασταλτικό παράγοντα στο να σας ακούσει. Μπορείτε να το κάνετε βάζοντας το να διαλέξει ανάμεσα σε δύο επιλογές που θα του δώσετε εσείς. Για παράδειγμα, «τι θέλεις να κάνεις σήμερα; Να πάμε στις κούνιες ή βόλτα με το ποδήλατο;»
Μάθετε του από μικρό να είναι ευγενικό πάντα και με όλους. Παράδειγμα για μια τέτοιου είδους συμπεριφορά είστε εσείς οι ίδιοι. Γι αυτό καλό είναι να αποφεύγονται φωνές και τιμωρίες, οι οποίες πεισμώνουν τα παιδιά και τα οδηγούν στην άμυνα. Επίσης, αποφύγετε και ερωτήσεις που ξέρετε εκ των πρότερων ότι θα έχουν μια αναμενόμενη αρνητική απάντηση. Αντί δηλαδή, «θα καθαρίσεις το δωμάτιο σου;» πείτε : «θα ήθελα να καθαρίσεις το δωμάτιο σου, σε παρακαλώ»
Αν το παιδί σας μιλάει δυνατά και φωνάζοντας εσείς φροντίστε να απαντάτε ήρεμα και χαμηλόφωνα. Με μια ερώτηση όπως «Πώς μπορώ να σε βοηθήσω σε αυτό;» μπορείτε να ηρεμήσετε το παιδί και να του δώσετε να καταλάβει ότι το ακούτε και ότι είστε διατεθειμένοι να συζητήσετε. Αν υποκύψετε και παρασυρθείτε από την ένταση του παιδιού σας, θα έχετε δύο εντάσεις να χειριστείτε, τη δική του και τη δική σας. Άλλωστε, αν το παιδί νοιώθει αναστατωμένο το μόνο σίγουρο είναι ότι δεν θα ακούσει καμία οδηγία που θα του δώσετε.
Τέλος, όταν κρίνετε, ότι η συζήτηση σχετικά με ένα ζήτημα έχει ολοκληρωθεί, με σταθερό τόνο στη φωνή σας πείτε του: «Λυπάμαι, αλλά η άποψη μου γι αυτό το θέμα δεν θα αλλάξει».