Η ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΤΗΣ ΦΡΑΓΚΟΚΡΑΤΙΑΣ (1204-1453)
Την εποχή αυτή έρχονται σε επαφή ο δυτικός με το βυζαντινό πολιτισμό. Στο πλαίσιο αυτό γράφονται το Χρονικόν του Μορέως, έμμετρα μυθιστορήματα και Διηγήσεις για ζώα και πουλιά. Τα κείμενα αυτά γράφονται στη δημώδη γλώσσα, έχουν λαϊκό χαρακτήρα και συνδυάζουν το ακριτικό με το ιπποτικό πνεύμα.
1. Η περίοδος της Φραγκοκρατίας αρχίζει με την Άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Φράγκους (1204) και τελειώνει με την Άλωση της Κωσταντινούπολης από τους Τούρκους (1453). Την περίοδο αυτή οι Φράγκοι κατακτητές συγκρούστηκαν με τον ντόπιο πληθυσμό. Παράλληλα, όμως, από τη συνάντηση δύο πολιτισμών που είχαν πίσω τους μια μεγάλη και διαφορετική παράδοση σημειώθηκαν πολιτιστικές ανταλλαγές.
Οι ιστορικοί της λογοτεχνίας μας επισημαίνουν τη μεγάλη σημασία της περιόδου αυτής για τη λογοτεχνική μας παραγωγή και για τη συνέχιση της βυζαντινής παράδοσης μέσα από την επικοινωνία με τη Δύση. Ο Λίνος Πολίτης γράφει: «Η περίοδος αυτή έχει ιδιαίτερη σημασία για τη λογοτεχνική παραγωγή, γιατί η επιμειξία των δύο πολιτισμών, του βυζαντινού και του δυτικού, στάθηκε ιδιαίτερα γόνιμη και αποδοτική». Ο Mario Vitti σημειώνει ότι η κατάρρευση της αυτοκρατορίας, που είχε καταφέρει να επιζήσει και να διαφυλάξει τον πολιτισμό, σε μια εποχή που ολόκληρη η Ευρώπη υπέκυπτε στην κάθοδο των βαρβάρων, είχε και θετικό αποτέλεσμα. Οι κοινωνικές και πολιτικές ανακατατάξεις που ακολούθησαν επέτρεψαν στους λογίους να αποκτήσουν στενότερες επαφές με τη δυτική παραγωγή «δημιουργώντας για τη Ρωμιοσύνη τις προϋποθέσεις που της επέτρεψαν να δει πιο σοβαρά πέρα από τα σύνορά της και να αρχίσει μια διαδικασία εξομοίωσης με τα επιτεύγματα που ενοποιούν τον ευρωπαϊκό πολιτισμό στο σύνολό του».
Τα λογοτεχνικά έργα της εποχής έχουν χαρακτήρα λαϊκό και συνδυάζουν το ακριτικό με το ιπποτικό πνεύμα. Τα σημαντικότερα από αυτά είναι το Χρονικόν του Μορέως, τα έμμετρα μυθιστορήματα και οι διάφορες Διηγήσεις. Με τα έργα αυτά προετοιμάζεται η ακμή της Κρητικής Λογοτεχνίας (1600-1669).
2. Το Χρονικόν του Μορέως είναι μια έμμετρη χρονογραφία, που εξιστορεί κυρίως την κατάκτηση της Πελοποννήσου (του Μορέως) από τους Φράγκους και την κατοχή της από τους διάφορους πρίγκιπες. Το μεγαλύτερο μέρος του έργου καταλαμβάνει η αφήγηση των γεγονότων στα χρόνια της διακυβέρνησης του Γουλιέλμου Β΄ Βιλλαρδουίνου (1246-1278), τον οποίο ο συγγραφέας θαυμάζει και παρουσιάζει ως πρότυπο ιπποτικής αρετής. Tα γεγονότα εξιστορούνται με πλήθος λεπτομέρειες και αναφέρονται στην περίοδο 1204-1292.
Οι ιστορικοί της λογοτεχνίας μας συμφωνούν στο ότι το έργο αυτό δεν χαρακτηρίζεται από λογοτεχνικές ή ποιητικές αρετές, αλλά το θέμα του, η περιγραφή δηλαδή της φραγκικής ιπποτικής ζωής των χρόνων εκείνων στα ελληνικά εδάφη, παρουσιάζει ενδιαφέρον, γιατί «αποτελεί μνημείο των πολιτισμικών ανταλλαγών ανάμεσα στους Έλληνες και τους δυτικούς, οι οποίες προέκυψαν από τις σταυροφορίες».
Το Χρονικόν του Μορέως, που, όπως θα δούμε, ενέπνευσε το ιστορικό μυθιστόρημα του Α.Ρ. Ραγκαβή Ο αυθέντης του Μορέως(1850), ανήκει στην ιστορία της Νέας Ελληνικής λογοτεχνίας, αφού γράφτηκε στα ελληνικά, αλλά δεν εκφράζει τίποτε από το πνεύμα του νέου ελληνισμού, όπως εκφράστηκε για πρώτη φορά στο έπος του Διγενή Ακρίτα. Γραμμένο σε γλώσσα με πολλά φραγκικά δάνεια, έχει άτεχνο στίχο. Ο στιχουργός του παραμένει άγνωστος, είναι όμως βέβαιο ότι είχε πατέρα Φράγκο και μητέρα Ελληνίδα. Γνωρίζει καλά τον τόπο, είναι μορφωμένος, αλλά εχθρικός απέναντι στους ορθοδόξους. Το αρχικό έργο χάθηκε, σώθηκαν όμως τέσσερις παραλλαγές του.
3. Ανάμεσα στο 13ο και 15ο αιώνα εμφανίζεται μια σειρά έμμετρων μυθιστορημάτων, που έχουν για πρότυπά τους τα φραγκικά ιπποτικά έργα, αλλά και τα παλαιότερα βυζαντινά ή ακόμα και τα αλεξανδρινά έμμετρα μυθιστορήματα. Στις έμμετρες αυτές περιπετειώδεις ιστορίες συγχωνεύονται ανατολικά και χριστιανικά στοιχεία με υπεροχή του ελληνικού στοιχείου. Η έρευνα έχει εξακριβώσει επιδράσεις από το Χίλιες και μία νύχτες ή από νεοελληνικά παραμύθια. Πάντως τα γλωσσικά φραγκικά δάνεια στα έμμετρα μυθιστορήματα είναι πολύ λιγότερα από εκείνα που υπάρχουν στο Χρονικόν του Μορέως.
Η συλλογή παραμυθιών που έγινε γνωστή ως Χίλιες και μία νύχτες είναι ινδικής και περσικής προέλευσης και οι ιστορίες που περιέχει ανάγονται στο 10ο αιώνα. Δεν πρέπει να εννοήσουμε κυριολεκτικά τον αριθμό 1.001. «Χίλιες» στα αραβικά σημαίνει αναρίθμητες. Στη συλλογή αυτή ανήκει η γνωστή ιστορία του Σεβάχ του Θαλασσινού.
Μπρούνο Μπέτελχαϊμ, Η γοητεία των παραμυθιών
Τα μυθιστορήματα αυτά («μυθιστορίαι») μοιάζουν με παραμύθια διασκευασμένα σε στίχους. Η υπόθεσή τους είναι αισθηματική, αναφέρονται συνήθως σε δύο ερωτευμένους νέους, που την ένωσή τους εμποδίζουν κίνδυνοι και απρόοπτες περιπέτειες. Στο τέλος όμως οι δύο νέοι ενώνονται και γίνονται ευτυχισμένοι, όπως συμβαίνει στα παραμύθια.
Τα έμμετρα μυθιστορήματα θεωρήθηκαν πρόγονοι των σημερινών μυθιστορημάτων. Το γεγονός δεν ήταν τυχαίο. Μέχρι τότε η λογοτεχνία γραφόταν σε αρχαία ελληνική γλώσσα και βρισκόταν στα χέρια των λογίων της Κωνσταντινούπολης. Δεν υπήρχε επίσης καλλιεργημένη αστική τάξη, ώστε να εκτιμήσει το μυθιστόρημα που είναι προϊόν ευρείας κατανάλωσης και προορίζεται για ατομική ανάγνωση. Η κατάκτηση όμως της Βυζαντινής αυτοκρατορίας από τους Φράγκους και η ίδρυση στην Ελλάδα ενετικών αποικιών οδήγησε στη δημιουργία μιας λογοτεχνίας «ελληνικής ως προς τη γλώσσα αλλά γαλλοελληνικής ή ιταλοελληνικής ως προς την έμπνευση», όπως υποστηρίζει στο βιβλίο του Ιστορία του Ελληνικού μυθιστορήματος ο Γάλλος νεοελληνιστής Henri Tonnet.
Από την εποχή αυτή έχουν σωθεί πέντε ιπποτικά μυθιστορήματα. Το μεγαλύτερο σε έκταση και πιο διαδεδομένο είναι το Λίβιστρος και Ροδάμνη, που η διήγησή του ταιριάζει σε παραμύθι χωρίς να γίνεται ποτέ ανιαρή. Μικρότερο σε έκταση και με όχι τόσο φανερή την φράγκικη επίδραση είναι το Κατά Καλλίμαχον και Χρυσορρόην, ενώ πιο σύντομο ακόμα είναι το Βέλθανδρος και Χρυσάντζα που θεωρείται το παλαιότερο.
Η υπόθεση του ιπποτικού μυθιστορήματος Βέλθανδρος και Χρυσάντζα: Ο Βέλθανδρος, γιος του βασιλιά των Ρωμαίων, φτάνει στην αυλή του βασιλιά της Αντιόχειας και αναγνωρίζει τη βασιλοπούλα Χρυσάντζα. Ήταν η ίδια που με την εντολή του Έρωτα βράβευσε ως την πιο όμορφη από σαράντα όμορφες στο Ερωτόκαστρο, όπου είχε μπει προηγουμένως. Οι δύο νέοι φλογίζονται από έρωτα και έπειτα από κινδύνους και βάσανα ενώνονται και ευτυχούν. Ο Βέλθανδρος διαδέχεται στο θρόνο τον πατέρα του.
Τα δύο άλλα από τα ιπποτικά μυθιστορήματα είναι διασκευές από πολύ διαδεδομένα δυτικά πρότυπα. Το Ιμπέριος και Μαργαρώνα σε γλώσσα λαϊκότερη, που διαβάστηκε πολύ την περίοδο της Τουρκοκρατίας, έχει για πρότυπο μια διασκευή από το Χίλιες και μία νύχτες, έργο γνωστό στην Προβηγκία και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Η αθηναϊκή μάλιστα παράδοση, που την αναφέρει και ο ποιητής του 19ου αιώνα Καισάριος Δαπόντες, έλεγε ότι η Μαργαρώνα έχτισε το μοναστήρι του Δαφνιού. Τέλος το Φλόριος και Πλατζιαφλόρα αποτελεί και αυτό διασκευή γαλλικού μυθιστορήματος και ήρθε στην Ελλάδα μέσω μιας ιταλικής μετάφρασης.
Μεταξύ αυτών των έργων, τα πιο ενδιαφέροντα για την ιστορία του ελληνικού μυθιστορήματος είναι σίγουρα εκείνα που ο συγγραφέας τους δανείστηκε από τη Δύση μόνο ένα σύνολο ιδεών και ένα σχέδιο, ενώ κατάφερνε να γράψει ένα πολύ πειστικό μυθιστόρημα ελληνικής ιπποσύνης.
Henri Tonnet, Ιστορία του ελληνικού μυθιστορήματος
4. Από τους μύθους του Αισώπου ως το Γάλλο μυθοποιό Λα Φονταίν (Jean de La Fontaine, 1621-1695) οι διηγήσεις για ζώα στάθηκαν πολύ αγαπητές. Στο Μεσαίωνα πολλά διδακτικά και σατιρικά στιχουργήματα είχαν ως θέμα τους ιστορίες ζώων. Στα ζώα αποδίδονται ανθρώπινα προτερήματα και ελαττώματα. Τα έργα αυτά, γραμμένα στη λαϊκή γλώσσα σε ανομοιοκατάληκτο δεκαπεντασύλλαβο, έχουν μόνο γλωσσική αξία.
Τα πιο σημαντικά από αυτά είναι:
1. Ο Φυσιολόγος (12ος αι.) που περιγράφει γνωρίσματα των φυτών, των πολύτιμων λίθων και των ζώων με τρόπο αλληγορικό, παραπέμποντας σε θρησκευτικές δοξασίες και εκθειάζοντας χριστιανικές αρετές.
Η λατινική μετάφραση του Φυσιολόγου κυκλοφόρησε ευρύτατα στην Ευρώπη. Στο κεφάλαιο μάλιστα που αναφέρεται στον πελεκάνο, διαβάζουμε ότι τα μικρά επαναστατούν εναντίον του πατέρα πελεκάνου, ο οποίος τελικά τα σκοτώνει. Τότε ο πελεκάνος ξεσκίζει με το ράμφος το στήθος του, και το αίμα του πέφτοντας επάνω στα μικρά, τα φέρνει πίσω στη ζωή. Ο πελεκάνος συμβολίζει τον υιό της Αγίας Μαρίας, γράφει ο Φίλιππος ντε Ταόν (Philippe de Thaon, 12ος αι.), συγγραφέας του πρώτου ζωολογικού μυθιστορήματος στην Ευρώπη. «Είμαστε όλοι τα μικρά του, και με ανθρώπινη μορφή, σηκωθήκαμε και αναστηθή καμε από το θάνατο χάρις στο τίμιο αίμα που έχυσε για μας ο Θεός, έτσι όπως έγινε και με τα μικρά πουλιά...»
(Ευρωπαϊκά Γράμματα, Ιστορία της Ευρωπαϊκής Λογοτεχνίας,
εκδ. Σοκόλη, 1999, τόμ. Α΄ σελ. 138)
εκδ. Σοκόλη, 1999, τόμ. Α΄ σελ. 138)
2. Διήγησις παιδιόφραστος (ή πεζόφραστος) των τετραπόδων ζώων.
Εδώ ο βασιλιάς Λέων καλεί όλα τα ζώα σε σύναξη με σκοπό να του αναφέρουν τα προτερήματα και τα ελαττώματά τους. Στο τέλος ο Λέων διατάζει να λυθεί η φιλία και η συνέλευση καταλήγει σε ομηρική μάχη και αλληλοφάγωμα. Η διήγηση είναι «παιδιόφραστος»(=χάριν «παιδιάς», δηλαδή παιχνιδιού) ή «πεζόφραστος», δηλαδή σε πεζό λόγο.
3. Ο Πουλολόγος (650 στίχοι) είναι αντίστοιχο του προηγούμενου εφαρμοσμένο στα πουλιά.
Η υπόθεση του Πουλολόγου: Ο αετός κάλεσε τα άλλα πουλιά στο γάμο του. Εκεί όλα βρήκαν την ευκαιρία να εκθειάσουν τα προσόντα τους και να κατηγορήσει το ένα το άλλο, με αποτέλεσμα να καταλήξουν σε μεγάλη φιλονικία. Την τάξη αποκατέστησε ο αετός με τα συνετά λόγια του.
4. Το Συναξάριον του τιμημένου γαδάρου (15ος αι.), είναι μια αλληγορική σάτιρα σε γλώσσα δημοτική, την οποία διασκεύασε σε ρίμα στις αρχές του επόμενου αιώνα ένας άξιος Κρητικός ποιητής. Παρόμοια στιχουργήματα με αλληγορικό χαρακτήρα και ιστορίες ζώων, στα οποία αποδίδονταν ανθρώπινες ιδιότητες, ήταν πολύ συνηθισμένα στην εποχή. Εδώ η λέξη «συναξάριον» παραπέμπει στο βίο ενός αγίου.
Ο μύθος των ζώων στην Ευρώπη συνδέεται στενά με ένα άλλο είδος της διδακτικής λογοτεχνίας, «τα ζωολογικά εγχειρίδια». Στην ελληνική γραμματεία τέτοια εγχειρίδια είναι ο Φυσιολόγος και ο Πουλολόγος.
Στην περίοδο αυτή ανήκουν και άλλα παρόμοια έργα, όπως ο Πωρικολόγος, με θέμα την περιγραφή των επικίνδυνων ιδιοτήτων του κρασιού, και ο Ψαρολόγος που είναι μια μίμηση του προηγούμενου. Σε όλα αυτά οι λεπτομέρειες της περιγραφής αποτελούν υπαινιγμούς για την πολιτική ζωή των Βυζαντινών και των Φράγκων αλλά και άλλων γειτονικών λαών.