διακύβευμα < διακυβεύω + -μα < ελληνιστική κοινή διακυβεύω < διά + κυβεύω < κύβος (ζάρι)
Διακύβευμα ονομάζεται το ρίσκο, δηλαδή οποιαδήποτε απόφαση, ενέργεια, διαδικασία ή/και κατάσταση που πιθανόν να τίθεται σε κίνδυνο εξαιτίας λανθασμένων χειρισμών.
Οι αρχαίοι ονόμαζαν το ζάρι "κύβο". Οπότε, με τη λέξη διακύβευμα είναι σαν να λέμε πως την ενέργεια που κάνω την παίζω στα ζάρια, με αποτέλεσμα να κινδυνεύει η αίσια έκβασή της.