Η Σμαραγδή Μητροπούλου γεννήθηκε στην Αθήνα. Σπούδασε Ιστορία και Αρχαιολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών κι έκανε μεταπτυχιακές σπουδές στην Αρχαία Ιστορία στο Πανεπιστήμιο του Κάρντιφ στη Mεγάλη Βρετανία. Υπηρετεί στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση. Είναι, επίσης, διπλωματούχος Δημιουργικής Γραφής (Diploma in Creative Writing) του Κολεγίου Writers’ Bureau (Manchester, UK), ενώ έχει παρακολουθήσει μαθήματα θεατρικής γραφής στο Διεθνές Ινστιτούτο Θεάτρου και σκηνοθεσίας στο Ίδρυμα Τηνιακού Πολιτισμού. Εμφανίστηκε στα ελληνικά γράμματα το 2014 με το θεατρικό «Πριν ο ήλιος δύσει», εκδόσεις Όστρια. Το 2015 κυκλοφόρησε το δεύτερο βιβλίο της «Μια στιγμή μια αιωνιότητα μονάχα»(διηγήματα), εκδόσεις Όστρια, και το 2017 το τρίτο βιβλίο της «Ήχοι στη σιωπή» (διηγήματα), εκδόσεις Όστρια. To 2019 εκδόθηκε το βιβλίο της “Barsaat ο χορός της βροχής”-συλλογή διηγημάτων και ποιημάτων- από τις εκδόσεις 24γράμματα, το οποίο προλογίζει ο ποιητής, συγγραφέας και ραδιοφωνικός παραγωγός Θεοφάνης Λ. Παναγιωτόπουλος.
Το βιβλίο «Μια στιγμή μια αιωνιότητα μονάχα» μεταφράστηκε στην αγγλική γλώσσα (“One moment just an eternity”) και εκδόθηκε το 2020 από τον εκδοτικό οίκο OnTime Books στη Μεγάλη Βρετανία. Έχει γίνει best seller σε οκτώ χώρες.
Έχει τιμηθεί τρεις φορές με το βραβείο Λογοτεχνίας του Φανταστικού Larry Niven (Α΄ και Β΄ βραβείο στην κατηγορία «Φαντασία»). Το 2019 της απονεμήθηκε το βραβείο πεζογραφίας ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗΣ από το λογοτεχνικό περιοδικό ΚΕΦΑΛΟΣ για το έργο της και την ενεργή της παρουσία στα γράμματα, στη διανόηση και στη σύγχρονη πνευματική δραστηριότητα. Eπίσης ο Ελληνικός Πολιτιστικός Όμιλος Κυπρίων (ΕΠΟΚ) επέλεξε το «Barsaat ο χορός της βροχής» ως Βιβλίο Χρονιάς 2019. To 2020 τιμήθηκε με το PANORAMA YOUTH LITERARY AWARD 2020 στα πλαίσια του Διεθνούς Λογοτεχνικού Πανοράματος 2020(Panorama International Literature Festival 2020) που διεξήχθη στην Ινδία. Είναι Programme Coordinator του Writers Capital International Foundation.
Κείμενά της έχουν δημοσιευτεί σε ηλεκτρονικά site όπως: aylogyros.blogspot.gr, koalakia.blogspot.gr, τοβιβλίο.net, apostaktirio.gr, eretikos.gr, polis.edu.gr, cyclades24.gr
Παράλληλα με τη συγγραφική της δραστηριότητα, έχει συμμετάσχει ως ομιλήτρια σε εκπαιδευτικά συνέδρια. Έχει, επίσης, λάβει μέρος εκπροσωπώντας τη χώρα μας σε διεθνή λογοτεχνικά φεστιβάλ στην Ευρώπη και στην Ασία. Ποιήματα και πεζά της έχουν μεταφραστεί στα αγγλικά, στα κινέζικα, στα ταϊβανέζικα, στη γλώσσα μπενγκάλι κι έχουν δημοσιευτεί σε site και περιοδικά παγκόσμιας εμβέλειας, όπως: Atunis Poetry (Βέλγιο), Jasminecollors (Τυνησία), Blossoms Journal (Φιλιππίνες), Nan Hua Times (Ταιβάν), Science Herald (Κίνα), China Culture and Education Network (Κίνα).
Ποιήματα
Από τη συλλογή «Barsaat ο χορός της βροχής» (εκδ. 24γράμματα, 2019)
BARSAAT
Σε περιμένω
κι αντηχούν τα πολύχρωμα βραχιόλια
στα χέρια μου
σαν χορεύω για σένα
κάτω απ’ του ουρανού τα νέφη.
Θα ‘ρθεις το νιώθω...
Μια λέξη μόνο...
Barsaat...
την ώρα της βροχής...
Barsaat...
κι ο χορός δεν σταματά...
Θαλασσινό
Νησιώτικο βιολί μου
τραγούδια παίξε για τον καλό μου
καράβι γοργοτάξιδο τον φέρνει από τα ξένα.
Έλυσα τις πλεξούδες των μαλλιών μου
τάμα τις πρόσφερα στο κύμα
και κάτω απ’ την πανσέληνο χορεύω
στο ρυθμό της αγάπης.
Όνειρο παραμυθένιο
Όλα σαν όνειρο μαζί σου
σε άλλο κόσμο, σ' άλλη εποχή
τότε που ένα κομμάτι ουρανού στα χέρια
κράτησα.
Μία φορά κι έναν καιρό; Για
πάντα;
Στο μέτρημα του χρόνου χάθηκα.
Σε πήρε η νύχτα
μικρή νεράιδα του
γιαλού και της σελήνης.
Σε πήρε η νύχτα
μα το φιλί σου σφραγίδα
ανεξίτηλη στα χείλη μου
μέλι κι αλμύρα.
Αλύπητα κυλάνε οι
ώρες κι οι αιώνες
σαν παραμύθι οι αναμνήσεις
ζωντανεύουνε…
κι εγώ ένα ημερολόγιο
παλιό
σαν αποξηραμένο γιασεμί
κι ένα μαντήλι της φωτιάς
κρατώ για να θυμάμαι.
Ω ναι θυμάμαι, ζω και ξαναζώ και ανασταίνομαι
και ας μην έχει ο δρόμος τούτος γυρισμό.
Μου φτάνει που θυμάμαι...
Διήγημα
από το βιβλίο «Μια στιγμή, μια αιωνιότητα μονάχα» (εκδόσεις ΟΣΤΡΙΑ, 2015)
Τελευταία Μελωδία
Μια αχτίδα φωτός κατορθώνει να τρυπώσει μέσα από τις γρίλιες. Σίγουρα, ο ήλιος θα’ χει ανατείλει τώρα. Σηκώνομαι αργά από το κρεβάτι κι ανοίγω το παράθυρο που βλέπει στο δρόμο. Νιώθω να κουράζομαι εύκολα τον τελευταίο καιρό.
Κοιτάζω ψηλά, μήπως και ξεχωρίσω έστω μια μικρή απόχρωση γαλάζιου.
Τι καινούργιο περιμένεις να δεις, αλήθεια; αναρωτιέμαι.
Λιγάκι ουρανό…λιγάκι ουρανό, ακούω τον εαυτό μου να λέει.
Ρίχνω μια ματιά στο ημερολόγιο που κρέμεται στον τοίχο της κάμαράς μου. Χαμογελώ αχνά.
Σαν σήμερα…τότε…, μονολογώ.
Ναι, σήμερα δεν είναι μια μέρα σαν τις άλλες.
Μια σκέψη που μου’ ρχεται στο νου, με κάνει και κοκκινίζω.
Ανοίγω τη βαριά σκαλιστή ντουλάπα-απομεινάρι από άλλες εποχές-που «αγωνιά να αναπνεύσει», στριμωγμένη ανάμεσα στο κρεβάτι και στην πόρτα της κρεβατοκάμαρας.
Βάζω το χέρι μου ανάμεσα στα σκουρόχρωμα κρεμασμένα ρούχα και βγάζω ένα μακρύ, μεταξωτό φόρεμα, με δαντέλες στα μανίκια και στο μπούστο, σε χρώμα βαθυγάλανο. Με αργές, σχεδόν τελετουργικές κινήσεις, το αφήνω να γλιστρήσει πάνω μου.
Κοιτάζομαι στον καθρέφτη.
Θαρρείς κι ένα μαγικό ραβδί σταματά το χρόνο και στη θέση του γερασμένου ειδώλου με το θλιμμένο βλέμμα, βρίσκεται η Ευανθία, η μοναχοκόρη του άρχοντα Σαρρή, από την Πάτμο, που ονειρευόταν μια ζωή γεμάτη απέραντο γαλάζιο.
Η Ευανθία…η μοναχοκόρη του άρχοντα Σαρρή…εγώ….με τον κρυφό καημό στα στήθη, που δεν ήταν άλλος από τον Αγγελή το βιολιστή.
Τον πρωτοαντίκρισα στο πανηγύρι του Θεολόγου, να παίζει μουσική και να τραγουδά για αγάπες κι έρωτες, θάλασσες και μαϊστράλια. 8 Μάη, τότε που τα τριαντάφυλλα, το αγιόκλημα και οι βουκαμβίλιες ήταν στις δόξες τους.
Έσερνα το χορό, παρακαλώντας τον Άγιο που γιόρταζε να με βοηθήσει να κλέψω έστω ένα βλέμμα του Αγγελή.
Θαρρείς κι οι ουρανοί ήταν ανοιχτοί εκείνο το βράδυ.
«Μιλήσαμε» ο ένας στον άλλο με τις ματιές μας. Και είπαμε πολλά.
Κι ένα ζεστό απόγευμα, δώσαμε το πρώτο μας φιλί στο μουράγιο.
Λίγο πριν φύγει απ’ το νησί, μου κρέμασε στο λαιμό ένα μενταγιόν με μια γαλάζια καρδιόσχημη πέτρα.
Θα σε περιμένω…θα σε περιμένω…, επανέλαβα μέσα μου πολλές φορές, καθώς το πλοίο απομακρυνόταν από το λιμάνι.
Μα δεν ξαναγύρισε. Σαν να τον κατάπιε η θάλασσα.
Στους μήνες και στα χρόνια που πέρασαν δεν μπόρεσα να μάθω κάτι γι’ αυτόν.
Λες και δεν υπήρξε ποτέ.
Μοναχά στη σφαίρα του ονείρου.
Κάποτε είχα ακούσει πως δεν υπάρχει μεγαλύτερος πόνος απ’ τον πόνο των γκρεμισμένων ονείρων….
Δεν μπορείς να θρηνείς μια ζωή για έναν έρωτα που κράτησε όσο το πετάρισμα ενός βλεφάρου!!!!
Η φωνή της λογικής. Μια αλήθεια πικρή.
Η ξανθομαλλούσα Ευανθία, η νησιωτοπούλα, έδωσε τη θέση της στην κυρία Εύη, σύζυγο μεγαλεμπόρου. Σ’ ένα ρετιρέ μιας σικ (πάντα σιχαινόμουν αυτή τη λέξη, αλλά…) περιοχής της Αθήνας, προσποιούμουν ότι ζούσα. Παρηγοριά μου οι γλάστρες με τα γιασεμιά στο μπαλκόνι μου, να μου θυμίζουν εκείνο τον Μάη….
Μια τρικυμισμένη θάλασσα η ζωή μου…
Κι απάγκιασα σ’ ένα μικρό ημιυπόγειο διαμέρισμα μετά την οικονομική καταστροφή και το θάνατο εκείνου…του άντρα μου.
Μόνη…να μετρώ τα ψεύτικα χρόνια που έζησα στο πλευρό του…την ψεύτικη ζωή…
Μονάχα εκείνη η μικρή όαση, κρυμμένη σε μια γωνιά της καρδιάς, μου έδινε δύναμη και κουράγιο.
Κάθε χρόνο, τέτοια μέρα, φορώ και πάλι το γαλάζιο μεταξωτό φόρεμα που φορούσα και τότε…κρεμώ το αγαπημένο μενταγιόν στο λαιμό….κι αφήνομαι να ταξιδέψω και να ονειρευτώ. Είναι αυτές οι ώρες δικές μου… τον νιώθω κοντά μου να με κρατά σφιχτά, να μου ψιθυρίζει γλυκά…τρυφερά…να μου τραγουδά.
Σήμερα, όμως, τώρα, οι δυνάμεις μου σαν να με εγκαταλείπουν. Το άτακτο χτύπημα της καρδιάς μένει να μου θυμίζει το άλλοτε ξένοιαστο, ρομαντικό κορίτσι…
Κλείνω τα μάτια.
Ακούω μουσική…την πιο υπέροχη μουσική!
«Πάρε με γαλάζια θάλασσα
στην αγκαλιά της καλής μου να με πας.
Φύσα αγέρα, φύσα τα πανιά
μια ώρα αρχύτερα κοντά της να βρεθώ…»
Ω ναι…είναι το τραγούδι που έπαιζε εκείνος, τότε που τον είδα για πρώτη φορά..
Ακούω φωνές…πολλές φωνές….
«Κυρία Εύη! Κυρία Εύη!»
Κάποιος με ταρακουνά.
Μα εγώ δεν είμαι πια εδώ, ταξιδεύω στους ήχους αυτής της τελευταίας μελωδίας. Μοναδικές μου αποσκευές ένα φιλί κι ένα μενταγιόν.
Δεν χρειάζομαι τίποτε άλλο.